Ο Τσίπρας δεν έχει απεριόριστο χρόνο για την κομματική επανίδρυση – Οι εσωτερικές αντιστάσεις, οι πρόωρες εκλογές και η αναζήτηση αντι-Τσίπρα από τη… ΝΔ!

Του Γ. Λακόπουλου

Έξω από τα κομματικά τείχη ο Αλέξης Τσίπρας είναι πάντα καλός. Προκύπτει από την ατμόσφαιρα  που επικρατεί στους σταθμούς της περιοδείας του- από την περιφέρεια προς το κέντρο, κατά την μέθοδο του Μάο- για το συνέδριο. Πρωτίστως είναι απελευθερωμένος.

Έτσι από τον Flash TV της Δυτικής Μακεδονίας είπε τη λέξη που είναι απαγορευμένη στον  σκληρό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ: ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ. “Η  πορεία προς τον λαό θα καταλήξει στο συνέδριο επανίδρυσης του κόμματος“. Πέστο, άνθρωπέ μου, και μας έσκασες.

Όσοι παρακολουθούν τα εσωκομματικά της Κουμουνδούρου διαπιστώνουν ότι οι εστίες ιδεολογικής καθαρότητας αντιστέκονται. Η εσωκομματική ομάδα που ακολουθεί τον Ευκλείδη Τσακαλώτο ανακάλυψε ότι «ο «ΣΥΡΙΖΑ του 3%» ήταν που σήκωσε τα βάρη στα δύσκολα και πήρε ένα μικρό κόμμα για να το φέρει στην εξουσία».  Ποιος Τσίπρας; Ένας ψηλός ξανθός με γυαλιά; 

 Οι «53», αλλά και στελέχη σαν τον Σκουρλέτη, θέλουν να οργανωθεί ένα “συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ” με κάπως περισσότερα μέλη -με την «Προοδευτική Συμμαχία» σε βοηθητικό ρόλο. Χωρίς αλλαγή φυσιογνωμίας και με αναφορές στην «κοινωνική πλειοψηφία», όχι την πολιτική επικράτηση.

Από ένα τέτοιο συνέδριο θα βγει πάλι ΣΥΡΙΖΑ. Με τους μηχανισμούς κυρίαρχους φρουρούς της «αριστερής ταυτότητας» του κόμματος. Με την κομματική γραφειοκρατία και τις «παρέες» σε κυρίαρχους ρόλους να επιβάλλουν επιλογές.

 «Τι θα περιλαμβάνει το πρόγραμμά του ΣΥΡΙΖΑ;» ρωτήθηκε κομματικό  στέλεχος. «Ό,τι πιστεύει η ευρωπαϊκή αριστερά” απάντησε. Δεν του περνάει από το μυαλό ότι θα ήταν καλύτερα να περιλαμβάνει ό,τι έχει ανάγκη η χώρα και αυτό δεν προκύπτει κατ’ ανάγκη από την βαβυλωνιακή  «ευρωπαϊκή αριστερά».

Άλλο στέλεχος επανέφερε τη θεωρία των «μετώπων», που έχει αφήσει πίσω του ο Αλέξης Τσίπρας σε πρόσφατη εσωκομματική παρέμβαση. Μέτωπα  κάνουν οι μειοψηφίες.

Το ζητούμενο για τον Αλέξη Τσίπρα είναι  ένα κόμμα  πολιτικής πλειοψηφίας ικανό να προβληθεί ως εναλλακτική λύση στις επόμενες εκλογές. Αλλιώς θα επιστρέψει στα μονοψήφια ποσοστά  της περιθωριακής δύναμης.

 Ένα κόμμα με κυβερνητική προοπτική αντιλαμβάνεται ότι οι βουλευτές του δεν έχουν καμία δουλειά έξω από την ΑΣΟΕΕ, ούτε τα στελέχη του καλούν τον κόσμο να κατεβεί στο δρόμο για να «υπερασπιστεί τη Δημοκρατία».

Η αστυνομική βία στα ΑΕΙ, η σύλληψη ανήλικων στους κινηματογράφους, οι εισβολές σε νυχτερινά κέντρα, η έξωση προσφύγων με τα ΜΑΤ, είναι εκδηλώσεις του κυβερνητικού αυταρχισμού της Δεξιάς και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αντιπαρατεθεί. Αλλά δεν είναι «κατάλυση της Δημοκρατίας».  Όπως δεν ήταν η δράση των ΜΑΤ επί ΣΥΡΙΖΑ.

Το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα εκ των πραγμάτων είναι κόμμα εξουσίας, γιατί την άσκησε.  Έστω με τους περιορισμούς της κολοβής κοινοβουλευτικής  πλειοψηφίας που επέβαλε την ετερόκλιτη -και εν πολλοίς απεχθή- σύμπραξη με τον Καμμένο και με τους μνημονιακούς μονόδρομους που παρέλαβε.

 Με τις κυβερνήσεις Τσίπρα η κοινωνία είδε την πράξη μια άλλη αντίληψη για τη διακυβέρνηση, όπως είδε και ο ΣΥΡΙΖΑ πώς είναι η πραγματική πολιτική και τα αληθινά προβλήματα. Όλοι έγιναν σοφότεροι.

 Ειδικά η ευρύτερη βάση της Δημοκρατικής Παράταξης διαπίστωσε ότι μπορεί να εκφραστεί μέσα από έναν μετα-ΠΑΣΟΚ πολιτικό φορέα εξουσίας. Που δεν έχει  τεχνική αρτιότητα στην άσκηση της, αλλά έχει οραματική διάθεση και μαθαίνει από τα λάθη του. 

Οι Συριζαίοι έκαναν πολλά λάθη -και δεν απομόνωσαν ορισμένα λουλούδια μεταξύ τους. Αλλά δεν αλλάξαν τον τρόπο ζωής τους, δεν ξημεροβραδιάζονταν στα σαλόνια της διαπλοκής, δεν προσπάθησαν να πλουτίσουν από το κράτος- δηλαδή δεν έκλεβαν. Αυτό δεν είναι λίγο σε μια χώρα την οποία η χρεοκόπησε η κλεπτοκρατία.

Η διακυβέρνηση Τσίπρα πήγε τη χώρα μπροστά, έλυσε στρατηγικά προβλήματα σαν την έξοδο από το Μνημόνιο και τις Πρέσπες, τον περιορισμό των παρεμβάσεων της οικονομικής εξουσίας στη διακυβέρνηση. Πολύ συχνά αεροβατούσε και η προσγείωση της δεν πάντα ομαλή και επιτυχής. 

Η μετα-Παπανδρέου παράταξη

Αλλά ο Τσίπρας δεν ηττήθηκε από κάποιον καλύτερο του.  Έχασε από ένα πανίσχυρο μηχανισμό οικονομικής και μηντιακής ισχύος που δημιούργησε συνθήκες παραπλάνησης και συσπείρωσε όλα τα τυχοδιωκτικά στοιχεία της χώρας στον ιερό αγώνα του «να φύγουν». Ότι κάποιοι δικοί του τους διευκόλυναν είναι άλλη υπόθεση.

 Ο πρώην πρωθυπουργός, ως πολιτικό μέγεθος μεγαλύτερο από το κόμμα του βρίσκεται τώρα μπροστά στην πρόκληση να οργανώσει  την Δημοκρατική Παράταξη στην μετα-Παπανδρέου αντίστοιχη μορφή της. 

Αυτή η παράταξη ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση όταν προδόθηκε από τις ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ. Στις 7 Ιουλίου επικύρωσε ότι αναγνωρίζει τον Τσίπρα ως φυσικό επικεφαλής της  σύγχρονης Κεντροαριστεράς με την εντολή να προσαρμόσει τον ΣΥΡΙΖΑ στα χαρακτηριστικά της και όχι το αντίθετο.

 Η υλοποίηση της εντολής θα κριθεί στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και για την ακρίβεια θα κριθεί από τη σύνθεση και την αντιπροσωπευτικότητα του.

Σε κάθε περίπτωση όμως έχει ημερομηνία λήξης. Αν δεν αναδειχθεί ένας δυναμικός πολιτικός φορέας με ριζοσπαστισμό, προγραμματικό λόγο, μαχητική διάθεση και ανανεωμένο πολιτικό προσωπικό, η βάση της παράταξης που διαμόρφωσε το 32% θα αποθαρρυνθεί.

Αυτό θα διευκολύνει το κατεστημένο να επιχειρήσει για τρίτη φορά την κατασκευή μιας πλαστής Κεντροαριστεράς -κατά τα πρότυπα του Θεοδωράκη και της Γεννηματά που δεν πέτυχαν. Ήδη με τη συνδρομή της ΝΔ αναζητείται πρόσωπο που θα αναλάβει το ρόλο του αντι-Τσίπρα για να  συμπληρωθεί «θεσμική αναχαίτιση» που ζητάει ο Βορίδης.

Η απλή αναλογική και οι εκλογές

 Αν ο Τσίπρας αφήσει χώρο και δώσει χρόνο για να ολοκληρωθούν αυτές οι διεργασίες, θα τις βρει μπροστά  του με τη μορφή ενός ιλουστρασιόν κεντροαριστερού που θα εκμαυλίζει τους δημοκρατικούς ψηφοφόρους.

Αυτό δεν θα αργήσει, καθώς όλα δείχνουν ότι ο Μητσοτάκης δεν πρόκειται να πάει στο τέλος της τετραετίας με απλή αναλογική. Καθώς έχει σχέδια μακροπρόθεσμης οικογενειακής κυριαρχίας, θα προσπαθήσει να την κάψει με εκλογές στο δεύτερο εξάμηνο του 2020.

Αυτό είναι το χρονικό όριο που έχει στη διάθεση ο Αλέξης Τσίπρας για να αποδεχθεί την «ανακήρυξή» του από τη βάση ως φυσικού ηγέτη της σύγχρονης Κεντροαριστεράς.

Να προσαρμόσει ανάλογα το κόμμα του και να διαμορφώσει νέο πρόγραμμα διακυβέρνησης, που θα απαντάει και στα νέα προβλήματα που δημιουργεί στην κοινωνία η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Ο πραγματικός αντίπαλος του Τσίπρα είναι ο χρόνος.