Ποιο κόμμα μπορεί να τα καταφέρει μόνο του;

Του Κωστή Χατζηδάκη

 

χατζηδάκης

Γιατί στη Γερμανία, που είναι η ισχυρότερη χώρα της ευρωζώνης υπάρχει κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού και εμείς έχουμε έναν εμφύλιο πετροπόλεμο;

«Γιατί δεν έχουμε τέτοια πολιτική παράδοση», θα απαντούσε κάποιος.

Είναι επαρκής δικαιολογία; Ασφαλώς όχι! Όταν η χώρα αντιμετωπίζει τη χειρότερη κρίση της μεταπολεμικής περιόδου, είναι αδιανόητο να εμμένουμε πεισματικά στις κακές συνήθειές μας και να μην θέλουμε να αλλάξουμε.

Η Ελλάδα διανύει τον 6ο χρόνο της μεγάλης κρίσης και απειλείται να χάσει ολόκληρη τη δεκαετία. Οι άλλες χώρες που μπήκαν σε μνημόνιο –η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Κύπρος –  κατάφεραν να διαμορφώσουν ένα εθνικό σχέδιο ευρύτερης αποδοχής και τελικά να βγουν από το μνημόνιο. Αντίθετα εμείς, μόνοι και δαχτυλοδεικτούμενοι, υπογράψαμε ένα 3ο μνημόνιο και μπορεί να θα συνεχίσουμε να βολοδέρνουμε στην κρίση και την ύφεση για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα ακόμα.

Τι άλλο, λοιπόν, περιμένουμε για να καταλάβουμε ότι πρέπει να αλλάξουμε; Ότι καμιά πολιτική δύναμη δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της την κρίση; Ότι πρέπει να αφήσουμε τις διχόνοιες και τους εγωισμούς και να βάλουμε πάω από όλα την πατρίδα; Ότι πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για την εφαρμογή ενός εθνικού σχεδίου εξόδου από την κρίση;

Θέλω να πιστεύω ότι το πείραμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έκανε τους περισσότερους από εμάς σοφότερους. Και ότι διαμορφώθηκαν πλέον οι προϋποθέσεις για να απαλλαγούμε οριστικά από τις ψευδαισθήσεις, τις χίμαιρες και το λαϊκισμό. Βεβαίως η προσγείωση στην πραγματικότητα ήταν επώδυνη και κόστισε πολλά δις ευρώ στην ελληνική οικονομία και τον Έλληνα φορολογούμενο: η ελληνική οικονομία πέρασε από ανάπτυξη 1% σε ύφεση τουλάχιστον 2%. Στις τράπεζες επιβλήθηκαν κεφαλαιακοί περιορισμοί. Η ανεργία αυξήθηκε και πάλι ακόμα περισσότερο. Μεγάλες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σταμάτησαν. Και κάθε ελληνική οικογένεια χρεώθηκε με 10.000 ευρώ για την καινούργια, πρόσθετη ανακεφαλαίωση των τραπεζών, που δεν ήταν καθόλου αυτονόητη πριν από μερικούς μήνες. Σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο η ΝΔ είναι πιο υπεύθυνη και πιο συνειδητοποιημένη. Τολμά να πει στον ελληνικό λαό την αλήθεια: ότι η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη και δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει μόνη της. Γι’ αυτό και κάνει μια ειλικρινή πρόταση συνεργασίας σ’ όλες τις πολιτικές δυνάμεις που αποδέχονται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Και πρέπει να της πιστώσουμε το γεγονός ότι σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο εισήγαγε την έννοια της συνεργασίας και πλέον όλοι συζητάμε το ενδεχόμενο ενός μεγάλου συνασπισμού.

Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας δίνουν αμήχανοι μια μάχη οπισθοφυλακών. Αφού η κατάσταση με τους χειρισμούς τους έγινε τους τελευταίους 7 μήνες σαφώς χειρότερη,  απέναντι στην πρόταση της ΝΔ για συνεργασία αντιτάσσουν ξεπερασμένα και στείρα διλήμματα του τύπου «παλαιό-νέο». Δείχνουν ότι βρίσκονται σε σύγχυση. Την ώρα που τα προβλήματα είναι τεράστια και έχουμε ως χώρα να ανεβούμε ένα βουνό, ο κ. Τσίπρας θέλει να κυβερνήσει με τον κ. Καμμένο για να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα το οποίο δηλώνουν ότι δεν πιστεύουν! Μιλάμε δηλαδή για την απόλυτη διαστροφή της λογικής.

Η συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων που ισχυρίζονται ότι πιστεύουν στην Ευρώπη πάνω σ’ ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση μέρα με τη μέρα καθίσταται ένα πανίσχυρο κοινωνικό αίτημα που θα σαρώσει τις μικρόψυχες, μικροκομματικές και κοντόφθαλμες αντιστάσεις. Το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα πιστεύω ότι θα επιβάλλει στις πολιτικές δυνάμεις να συνεργαστούν.

Σε κάθε περίπτωση, πρέπει όλοι να ξέρουμε ότι μας περιμένει μια πολύ δύσκολη επόμενη μέρα. Η οικονομία, μετά τη δραματική οπισθοδρόμηση των τελευταίων μηνών, είναι σε χειρότερη κατάσταση –σε πολύ χειρότερη απ’ ότι φαίνεται. Οι αγορές εξακολουθούν να δυσπιστούν απέναντί μας όπως και οι εταίροι μας. Συνεπώς δεν έχουμε ξεφύγει από τη ζώνη του κινδύνου και το σενάριο grexit παραμένει στο τραπέζι. Για να εφαρμόσουμε το νέο μνημόνιο, για να κερδίσουμε τη χαμένη εμπιστοσύνη αγορών και επενδυτών και για να προσελκύσουμε επενδύσεις, πρέπει να δείξουμε μια νέα εικόνα. Μόνη διέξοδος είναι ο δρόμος της Ευρώπης, της αλήθειας και της κοινής λογικής. Και αυτό το δρόμο πρέπει να βαδίσουμε ενωμένοι. Κανένα κόμμα δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνο του.