Πόσο μπορεί να αντέξει αυτή η κυβέρνηση;

Του Γ. Λακόπουλου  Ένα  ερώτημα πλανάται σαν φάντασμα πάνω από τη χώρα: πόσο θα  αντέξει η σημερινή κυβέρνηση;  Όλοι πλέον παραδέχονται ότι    περιπατάει σε τεντωμένο σκοινί και από στιγμή σε στιγμή μπορεί να χάσει την ισορροπία της.  Απλώς  δεν συμπίπτουν όλοι στις ενδεχόμενες αιτίες της πτώσης.
Πχ οι υποστηρικτές της, αλλά και τα μέλη της,  βλέπουν ότι αναπτύσσονται συντονισμένες κινήσεις ανατροπής, από εγχωρίους και διεθνείς παράγοντες. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός μάλλον το αποδέχεται σύμφωνα με μια ερμηνεία  της αναφοράς που έκανε προ ημερών στη Βουλή   για τις Κάνες.  Μεταξύ μας: μάλλον ατυχής αναφορά-  κάτι σαν συσχέτιση του Φάντη με το ρετσινόλαδο.

Ότι πράγματι υπάρχουν δυνάμεις  στη χώρα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση που θέλουν να φύγει μια κυβέρνηση με αριστερό πρόσημο  είναι προφανές.  Αλλά που είναι το παράδοξο; Το πολιτικό παιχνίδι έτσι παίζεται. Η αντιπολίτευση και όσοι συντάσσονται μαζί τη- ή  και αντιστρόφως-  επιδιώκουν  κυβερνητική αλλαγή. Είναι απολύτως δημοκρατικό.

Αλλά στο ελληνικό πολιτικό σύστημα μία κυβέρνηση φεύγει μόνο σε δυο περιπτώσεις. Μία αν αποφασίσει   η ίδια να προσφύγει σε ανανέωση της λαϊκής εντολής.  Και μια αν ανατραπεί στη Βουλή.

Το πρώτο είναι στη διακριτική  ευχέρεια του Πρωθυπουργού. Το δεύτερο  αφορά τις δυο κοινοβουλευτικές ομάδες που τον στηρίζουν. Υπάρχει ενδεχόμενο να χάσει την υποστήριξη κάποιων μελών της η κυβέρνηση; Ας το πει..

Σε τελευταία ανάλυση ακόμη και αν καταψηφιστεί το σημερινό κυβερνητικό σχήμα  δεν σημαίνει  απαραιτήτως ότι θα πάψει να είναι  Πρωθυπουργός ο Αλέξης Τσίπρας.

Δεδομένου ότι προσφυγή σε εκλογές θα ήταν συλλογική αυτοκτονία – χώρια που θα εκλαμβανόταν από τους ξένους ως εθνικό τρικ-  η  σημερινή Βουλή  κατά πάσα πιθανότητα  θα στηρίξει   νέα κυβέρνηση με τον ίδιο Πρωθυπουργό- αφού έχει πρόσφατη λαϊκή εντολή.   Συνεπώς οι αναφορές σε ξένα κέντρα και υπονομευτές , είναι  αποπροσανατολιστικές ή για εσωτερική κομματική κατανάλωση.

Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση πράγματι κινδυνεύει. Αλλά από τον εαυτό της. Τα παραδείγματα είναι  καθημερινά, επαναλαμβανόμενα και ενιοτε εξωφρενικά.

Ορισμένοι υπουργοί  αποδεικνύονται  αποτυχημένοι  ήδη, άλλοι απομακρύνουν τους συμμάχους της χώρας με την άγαρμπη  συμπεριφορά τους, οι εταίροι είναι έξω φρενών,  οι συνομιλίες  με τους δανειστές  καταρρέουν. Στο εσωτερικό μαζί με το έλλειμμα ρευστότητας μεγαλώνει και το έλλειμμα διακυβέρνησης  όχι μονό στην οικονομία αλλά και σε άλλους τομείς, αν κριθεί από όσα συμβαίνουν στην παιδεία, στον αθλητισμό, στο μεταναστευτικό.

Το χειρότερο : <των οικιών ημών εμπιπραμένων> ,υπουργοί, βουλευτές και κομματικά στελέχη  άδουν. Δεν δείχνουν να έχουν συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα και  επιδίδονται σε ασκήσεις αφροσύνης. Ο ένας  προσπαθεί να επαναφέρει στα Πανεπιστήμια τους χειρότερους εφιάλτες τους, ο άλλος   νομίζει ότι η προτεραιότητα του είναι  να  διασφαλίσει  < ανθρώπινα δικαιώματα > σε κρατούμενους των κοινού ποινικού δικαίου, ο τρίτος να εφαρμόσει   ανερμάτιστα ιδεολογήματα  σε ευαίσθητα θέματα της χώρας, ο τέταρτος  τάζει φύκια για μεταξωτές κορδέλες , ο πέμπτος να αποκαθιστά  μισθούς και  συντάξεις χωρίς λεφτά.

Ποτέ άλλοτε  κυβέρνηση με ισχυρή στήριξη στη  Βουλή δεν έχασε τον μπουσούλα τόσο νωρίς…

H ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ

Σ αυτό το  ζοφερό περιβάλλον  ο  Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας  απομένει το  μόνο κεφάλαιο για την κυβέρνησή του, παρ ότι ήδη έχει δαπανήσει ανεξήγητα το  προσωπικό του  κεφάλαιο. Αν είναι ακόμη κυρίαρχος  στο πολικό παιχνίδι είναι για γιατί δεν υπάρχει αντίπαλος. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση.  Με τον Σαμαρά και τον Βενιζέλο επικεφαλής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ , είναι σαν να κλέβει εκκλησία.

Ο Τσίπρας ξεκίνησε τη θητεία του   με δυο λάθη που ορίζουν και την πολιτική συμπεριφορά του έκτοτε. Το πρώτο ήταν ότι σχημάτισε  κυβέρνηση της Αριστεράς, η οποία αφ ενός  παραβίαζε τα ιερά και τα όσιά της Αριστεράς,  συμμαχώντας πρόθυμα με τον Πάνο Καμένο και εφ έτερου παραβίαζε  κάθε κανόνα πολιτικής πρακτικής ενσωματώνοντας πρόσωπα με αντιευρωπαϊκή κουλτούρα- δηλαδή  με το παράδοξο υπουργοί να έχουν διαφορετική πολιτική από τον Πρωθυπουργό.

Το δεύτερο λάθος ήταν ότι  υιοθέτησε ανυπόστατα σενάρια όπως  < η ευρωζώνη καταστρέφεται αν φύγει η Ελλάδα>   και < η γεωστατική θέση της χώρας, της επιτρέπει να αλλάξει συμμαχίες>  που οδήγησαν αφ ενός σε αυτοκαταστροφικούς χειρισμούς στην Ευρώπη και αφετέρου σε ατελέσφορους ερασιτεχνισμούς με τους Ρώσους και τους Κινέζους.

Όταν ξεκινάς με λάθος θεωρίες  και λάθος ανθρώπους μοιραίο είναι να  κάψεις τα χαρτιά σου και να  οδηγηθείς σε  απομόνωση. Κάπως έτσι ένας  νέος πολιτικός   στον οποίο η μοίρα  έδωσε την ευκαιρία να Ιστορία , οδηγείται όλο και πιο βαθιά στο αδιέξοδο.

Περιπλανήθηκε άσκοπα για τρείς μήνες στην Ευρώπη ,  έχασε ευκαιρίες και υποστηρικτές και αυτή τη στιγμή δεν έχει λεφτά, δεν έχει συμμαχίες και δεν  έχει και πολλές επιλογές.

Και τώρα τι ;  Παρ όλα όσα έχουν μεσολαβήσει ο  Πρωθυπουργός είναι ο μόνος   που μπορεί να βγάλει  την κυβέρνηση από το αδιέξοδο της ώστε να μην του μείνει η χώρα στα χέρια. Στην πραγματικότητα σ αυτό ελπίζουν όλοι. Σ αυτό φαίνεται ότι ελπίζουν και στη Ευρώπη αν κριθεί από το κλίμα συνεννόησης που φάνηκε να υπάρχει στη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τη Μέρκελ- αρκεί φυσικά να μην το υπονομεύσουν οι  υπουργοί του, όπως έγινε και μετά την πρώτη συνάντηση με την Καγκελάριο.

Ο Αλέξης Τσίπρας έχει πρόσφατη λαϊκή εντολή , ευρεία προσωπική απήχηση  και  είναι το μόνο σταθερό σημείο αναφοράς σ αυτό το περίεργο σύμπλεγμα προσώπων, ιδεολογιών και πολιτικών  συμπεριφορών που βρίσκεται στην εξουσία.  Οίκοθεν νοείται ότι έχει και την πληρέστερη εικόνα για τα πράγματα.

Ύστερα από την τρίμηνη πορεία στο άγνωστο και ενώ έσκασαν όλες οι σαπουνόφουσκες των επιτελών του, είναι στο χέρι του   έχει ακόμη το περιθώριο να ξαναπιάσει τα πράγματα από την αρχή.

Πρώτα να επαναχαράξει την πολιτική του πορεία  και να συγκλίνει με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με βάση τα πραγματικά δεδομένα. Δεν νοείται  να κόβει η  κυβέρνηση το μόνο κλαδί στο οποίο κάθεται η χώρα.

Ύστερα να αναθεωρήσει τις πολιτικές συμμαχίες του και να ζητήσει νέα ψήφο εμπιστοσύνης για ένα νέο κυβερνητικό σχήμα. Η παρούσα  Βουλή μπορεί να στηρίξει μια νέα κυβέρνηση Τσίπρα  χωρίς καμένους και σαλεμένους, με διαυγή ευρωπαϊκό προσανατολισμό και με σοβαρά πρόσωπα στη σύνθεση της.

Και τρίτο να καταθέσει ένα σοβαρό σχέδιο  εξόδου από τη κρίση  γενικής αποδοχής, που θα αξιοποιεί την ευρωπαϊκή στήριξη για να ωθήσει τη χώρα προς το μέλλον- χωρίς τις  ιδεολογικές αγκυλώσεις που  τη στρέφουν στο παρελθόν.

Πριν από όλα προέχει  να ν σταματήσουν οι πειραματισμοί και οι ακρότητες και να απομακρυνθούν οι  άσχετοι και οι μαθητευόμενοι μάγοι , ώστε η  νέα κυβέρνηση να αποκαταστήσει τις εταιρικές σχέσεις της  με την Ευρώπη να  πεί την αλήθεια και να προσγειωθεί στην πραγματικότητα.  Αλλιώς εφεξής   ερώτημα δεν θα είναι πόσο θα αντέξει η κυβέρνηση, αλλά πόσο θα αντέξει η χώρα. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από τα φαντάσματα μας: και  τα δυο  βαδίζουν προς τα όρια τους.