Σταύρος Ψυχάρης: Mια τόσο δυνατή απουσία – Η απαλλαγή του και η ώρα του “επανιδείν”…

Του Γ. Λακόπουλου

Η αθώωση του Σταύρου Ψυχάρη από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για το δάνειό του από την Alpha Bank, είναι μια κρίσιμη εξέλιξη -για τον ίδιο πρωτίστως.

Δεν του δίνει πίσω τον ΔΟΛ. Δεν φέρνει τις μέρες της λάμψης του ως δημοσιογράφου και την ισχύ του ως εκδότη. Ούτε φυσικά θα αναστρέψει τις κατασχέσεις της προσωπικής περιουσίας του από τις τράπεζες για τα χρέη του Συγκροτήματος.

Η εποχή που ήταν ένας από τους πιο υπολογίσιμους ανθρώπους στη χώρα έχει περάσει. Ωστόσο το τέλος της δικαστικής περιπέτειας θα του επιτρέψει δυο πράγματα:

Το ένα είναι να κάνει τον απολογισμό του με λιγότερο άγχος. Να δει με πιο καθαρή ματιά ότι δεν ήταν η “κρίση που θα περάσει”, όπως νόμιζε, που τον έβγαλε από το παιχνίδι.

Ήταν ο τρόπος που το έχτισε ο ίδιος, πάνω σε μια μάλλον σαθρή βάση που του άφησε ο Χρήστος Λαμπράκης. Ο οποίος έψαχνε κάποιον να πουλήσει τον ΔΟΛ για να αφήσει μετρητά και όχι μετοχές στους συγγενείς του. Αλλά χωρίς να φαίνεται ότι τον πουλάει και πάντως να μην τον αποχωριστεί.

Ο Ψυχάρης ήταν ο καλύτερος πρόθυμος αφελής που στη συνέχεια δεν αξιολόγησε σωστά δύο παράγοντες -και αυτό οδήγησε στην πτώση του.

Πρώτο ότι η αστική Αθήνα δεν θα τον αποδεχόταν ποτέ ως ισότιμο μέλος της και ας του δάνεισε μια τράπεζα 50 εκατομμύρια ευρώ και σύχναζε στην Αθηναϊκή Λέσχη με τους εκπροσώπους της. Για πολλούς, παρά τη δύναμή και τον πλουτισμό που του εξασφάλισε, ήταν πάντα ο γιος ενός κομμουνιστή ταβερνιάρη στο Νέο Κόσμο και ανεψιός του Κώστα Λουλέ.

Οίκος Ψυχάρη δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει. Όπως οι μισοί έβρισκαν επιβαρυντική την κουμπαριά του με υπουργό της χούντας, έτσι οι άλλοι μισοί έβρισκαν ακόμη πιο επιβαρυντική την κουμπαριά του με τον Ανδρέα Παπανδρέου που ακολούθησε.

Κατά τον ίδιο τρόπο δεν επρόκειτο να τον αποδειχθεί ποτέ ένα μεγάλο τμήμα της Δημοκρατικής Παράταξης που αναγνώριζε στους Λαμπράκηδες δικαιώματα συνιδιοκτησίας της.

Ο άλλος παράγοντας ήταν η στελέχωσή των εφημερίδων του ΔΟΛ από τον ίδιο -πριν καν γίνει ιδιοκτήτης του- κατά τρόπο που εξασφάλισε ότι κανείς δεν θα μπορούσε να τον αμφισβητήσει.

Δεν υπολόγισε όμως ότι αυτό δεν εξασφάλιζε ότι και κανείς δεν θα μπορούσες να τον υπονομεύσει. Εκεί διαμορφώθηκε η αχίλλειος πτέρνα του.

Ορισμένοι -από “μαρμαράδες” μέχρι γελωτοποιούς του Βασιλέως και από παρακμιακούς και καριερίστες μέχρι τυχοδιώκτες και κυνηγούς της μίζας- μετέτρεψαν την εύνοια του Ψυχάρη από εργαλείο ανόδου τους σε μοχλό αποκαθήλωσής του, όταν τον είδαν σε αδυναμία.

Αρχικά όταν είδαν ότι -για λόγους υγείας -δεν μπορούσε να φέρνει τα πάνω κάτω με ένα τηλεφώνημα, ή με ένα δημοσίευμά όπως παλιά, άρχισαν να τον “δίνουν” σε νέους προστάτες τους.

Η κατάστασή του θύμιζε τα Τείχη του Καβάφη. Ορισμένοι “χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ” εκτίσαν τριγύρω του “μεγάλα κ’ υψηλά “ τείχη και τον “έκλεισαν από τον κόσμον έξω” χωρίς ο ίδιος να ακούσει “ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον”.

Κανείς δεν έμαθε πότε ο Ψυχάρης συνειδητοποίησε ότι η επιχείρηση του χρεοκόπησε πρώτα δημοσιογραφικά και μετά οικονομικά.
Όταν κάλεσε τον, μακαρίτη πλέον, Βασίλη Μουλόπουλο για να την ξαναστήσουν από την αρχή όπως μετά το 1984, ήταν αργά. Κανείς από δυο δεν είχε αντοχές και τα κλειδιά έχουν παραδοθεί σε άλλους.

Έτσι βρέθηκε μπροστά στην απίστευτη κατάσταση να συνωμοτούν οι ευεργετηθέντες υπάλληλοί του εναντίον του -και σε συνεργασία με το Μητσοτάκη ορισμένοι- για να μην πουλήσει την επιχείρηση του σε όποιον ήθελε. Ή για να μην έχουν οι εφημερίδες του όποια γραμμή επέλεγε ο ίδιος.

Δεν είναι άμοιρος, καθώς ο ίδιος είχε ανοίξει τη κερκόπορτα υποστήριξής στον Σαμαρά από δημοκρατικές εφημερίδες…

Όπως λένε οι λίγοι πλέον συνομιλητές του στην Αθηναϊκή Λέσχη θα πρέπει να πέρασε δραματικές στιγμές όταν συνειδητοποίησε ότι κάποιοι από τα δημιουργήματα του είχαν ξεφύγει από τον έλεγχό του.

Τον λοιδορούσαν, είχαν σπεύσει στις αυλές των ανταγωνιστών του, τον προβοκάριζαν από τις εφημερίδες που του ανήκαν ακόμη και οργάνωναν.. συνελεύσεις εναντίον του.

Αν είχε πουλήσει εγκαίρως θα είχε αποφύγει τις συνέπειες της αποκαθήλωσης. Τα έχασε όλα και οι τράπεζες έβγαλαν στο σφυρί την περιουσία που απέκτησε κάνοντας χρήση της δημοσιογραφικής ισχύος του.

Όσοι τον ήξεραν κατάλαβαν πώς αισθάνθηκε όταν πήγε στο γραφείο του για μαζέψει τα χαρτιά του. Και για να γράψει το τελευταίο άρθρο του στο Βήμα στις 8 Απρίλιου 2017.

Αυτό το άρθρο γίνεται ξαφνικά επίκαιρο με την αθώωσή του. Γιατί κατέληγε με μια φράση: “ Εις το επανιδείν”

Η ώρα του της αυτοβιογραφίας

Ακριβώς εδώ βρίσκεται το δεύτερο που μπορεί να κάνει ο Ψυχάρης μετά την απαλλαγή του. Όταν το έγραφε ήταν 72 ετών, με επιδεινούμενη υγεία και απώλεια ισχύος, αλλά είχε πετύχει τα περισσότερα από όσα μπορεί να επιδιώκει ένας δημοσιογράφος ή ένας άνθρωπος ταπεινής καταγωγής. Απέκτησε δόξα και ισχύ, έβγαλε λεφτά, έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση των πολιτικών εξελίξεων.
Δεν θα έγραφε ποτέ μεγάλα λόγια, αν δεν είχε κάτι στο μυαλό του.  Αυτό το επανιδείν” ήταν σαν να έβαλε κάτι σ’ ένα μπουκάλι και το έριξε στη θάλασσα.

Αυτό το μπουκάλι βγήκε στην ακτή με την αθώωσή του. Δεν είναι απλώς το τέλος μιας δικαστικής περιπέτειας και ένεση αυτοπεποίθησης. Είναι η αφετηρία για επιστροφή στη φυσική του κατάσταση: του σπουδαίου δημοσιογράφου και του πρώτου και τελευταίου μεγάλου μάνατζερ στον ελληνικό Τύπου που δημιούργησε την καλύτερη εφημερίδα όλων των εποχών και έβγαλε δυο γενιές σημαντικών δημοσιογράφων,-άσχετα πώς εξελίχθηκαν ορισμένοι με τη συγκατάθεση του στην πορεία.

Ο Ψυχάρης εκτός από κορυφαίος ρεπόρτερ της γενιάς του ήταν με τον Λέοντα Καραπαναγιώτη -και του συμπληρωματικούς ρόλους τους- το συναρπαστικό ντουέτο στην ιστορία του ελληνικού Τύπου. Για δεκαετίες υπήρξε και ενεργός παρατηρητής- ενίοτε και συμμέτοχος- σε όσα συνέβησαν στην πολιτική και εκδοτική ζωή της χώρας από τις αρχές του 1960 μέχρι την πτώση του.

Για τη μυθιστορηματική ζωή του έχουν γραφεί πολλά, αληθή και ανυπόστατα, κολακευτικά και χολερικά, σωστά ή λανθασμένα. Τα θετικά όταν ήταν στα πάνω του, τα αρνητικά όταν τον πήρε η αποκάτω. Έχουν ειπωθεί πολλά για τη σταδιοδρομία του, τον χαρακτήρα του, την οικογένειά του, τις σχέσεις του με εξέχοντες του δημοσίου βίου.

Ένας μόνο δεν έχει μιλήσει για τον Σταύρο Ψυχάρη: ο Σταύρος Ψυχάρης. Πλην 2-3 συνεντεύξεων δημοσιοσχεσίτικου χαρακτήρα.
Έτσι κι αλλιώς πέρασε στην ιστορία της ελληνικής δημοσιογραφίας-με τα θετικά και τα αρνητικά του- γράφοντας για τις ιστορίες άλλων. Ίσως τώρα είναι η ώρα να γράψει τη δική του.

Η απαλλαγή του από τα δικαστικά βάρη δημιουργεί τις προϋποθέσεις και την διάθεση να αυτοβιογραφηθεί. Μάλλον ήρθε η ώρα για το “επανιδείν”.  Όπως λένε όσοι ξέρουν το αρχείο του στο οποίο τελευταίο “χαρτί” είναι μια επιστολή που έστειλε στον Αλέξη Τσίπρα, όταν ήταν Πρωθυπουργός, αυτό μάλλον αυτό δεν θα αρέσει σε πολλούς της πολιτικής και της δημοσιογραφίας.

 

Το τελευταίο άρθρο του Σταύρου Ψυχάρη στο “Βήμα”

«Στην πραγματική ζωή υπάρχουν στιγμές μικρών και μεγάλων αποχωρισμών. Ο σημερινός, ο δικός μου, είναι βαρύς και μέγας και εξ αυτού του λόγου δύσκολος έως ασήκωτος.

Υπηρετώ εδώ και 54 έτη τη δημοσιογραφία με το ίδιο πάθος και την ίδια αγάπη. Την τίμησα και με τίμησε. Είχα την ευκαιρία, είχα την τύχη να ζήσω εκ του σύνεγγυς όλα τα μεγάλα γεγονότα της πατρίδας μας, τις καλές και δυστυχείς στιγμές της.

Και μαζί να συναντήσω, να συνομιλήσω, να συνεργαστώ και να συγκρουστώ ακόμη με ιστορικά πρόσωπα της πολιτικής, της οικονομίας, της τέχνης, του πολιτισμού και της διανόησης στα χρόνια της μεταπολεμικής Ελλάδας.

Συνδέθηκα επίσης και φορές ηγήθηκα μεγάλων αλλαγών στον τομέα της ενημέρωσης. Έζησα την εποχή των διώξεων, βίωσα τη λογοκρισία, συμμετείχα στη μεγάλη άνοιξη των εφημερίδων στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, είδα την εισβολή της τηλεόρασης και, τελευταία, την επανάσταση του Internet. Και βεβαίως, τη μεγάλη οικονομική κρίση και την ακόμη μεγαλύτερη του Τύπου.

Πρωταγωνίστησα στην ανάδειξη πρώτα του «Βήματος» σε ναυαρχίδα της ενημέρωσης και αργότερα στην κατάκτηση της κορυφής από τον ΔΟΛ. Συνεργάστηκα αρμονικά με τον ιστορικό εκδότη Χρήστο Λαμπράκη και αποδέχθηκα το βάρος της διαδοχής του σε μια κρίσιμη και δύσκολη περίοδο για τον Οργανισμό.

Όλα αυτά τα χρόνια της μεγάλης κρίσης του Τύπου αντιμετώπισα ανυπέρβλητα εμπόδια και ταυτόχρονα δέχθηκα πρωτοφανή και μοναδική στα χρονικά πολιτική πίεση. Όλοι οι μηχανισμοί προπαγάνδας και εξουσίας επιδίωξαν την εξόντωσή μου. Ωστόσο μπορώ να βεβαιώσω τους αναγνώστες ότι πάντα έδρασα με γνώμονα τις αρχές της έγκυρης και αξιόπιστης ενημέρωσης.

Δεν είναι παρά ταύτα ώρα απολογισμού και αποδοχής ευθυνών, αλλά αποχωρισμού και αποχαιρετισμού.

Διατηρώ τις καλύτερες αναμνήσεις απ’ «Το Βήμα», τον ΔΟΛ και συνολικά τη δημοσιογραφία.

Ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου τους συνεργάτες και τους εργαζομένους του Οργανισμού για την εμπιστοσύνη που μου έδειξαν και για την καρτερικότητα που επέδειξαν στην πολύμηνη περίοδο της κρίσης.

Ευχαριστώ τους χιλιάδες αναγνώστες που επιμένουν να ενημερώνονται από «Το Βήμα» και τα υπόλοιπα μέσα του Οργανισμού. Ο Οργανισμός έχει δυνάμεις, στηρίζεται σε ισχυρές βάσεις και είμαι βέβαιος ότι θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί. Στην πραγματική ζωή υπάρχουν επιτυχίες και αποτυχίες. Τούτη η προσωπική μάχη μπορεί υπό αντίξοες συνθήκες να χάθηκε, αλλά τίποτα δεν πάει χαμένο.
Εις το επανιδείν».

Απριλιος 2017