Στο 18,1% μειώθηκε η ανεργία στην Ελλάδα τον Μάρτιο

Μέχρι στιγμής καμία κυβέρνηση δεν αντιμετώπισε με τρόπο ενεργητικό την λεγόμενη νεανική επιχειρηματικότητα έτσι ώστε να ενισχυθούν οι νέοι στο να παράξουν, να εξάγουν αλλά και να δημιουργήσουν νέες και μόνιμες θέσεις εργασίας στην χώρα, αποκτώντας μάλιστα τόσο πατέντες ευρεσιτεχνίας, όσο και συγκριτικά πλεονεκτήματα στην παραγωγή και πώληση αγαθών και υπηρεσιών στο εξωτερικό, συντελώντας στην βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας.

Στο 18,1% μειώθηκε η ανεργία στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2019, σε σχέση με 18,4% τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα. Βάσει αυτών των στοιχείων, η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγάλυτερη μείωση του ποσοστού ανεργίας σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι (από 20,2% σε 18,1%).

Ειδικότερα, ο αριθμός των ανέργων στην Ελλάδα ανήλθε σε 850.000. Το ποσοστό ανεργίας στους άνδρες διαμορφώθηκε στο 14,4% και στις γυναίκες στο 22,8%.

Το ποσοστό ανεργίας των νέων (κάτω των 25 ετών) ανήλθε στο 40,4% τον Μάρτιον από 39,4% τον Φεβρουάριο και 38,8% πριν από έναν χρόνο.

Συνολικά, στην Ευρωζώνη -σύμφωνα με στοιχεία του Μαΐου 2019- η ανεργία διαμορφώθηκε στο 7,5%, σε σχέση με 7,6% τον Απρίλιο και 8,3% πριν από έναν χρόνο. Στην ΕΕ το ποσοστό ανεργίας ήταν 6,3% τον Μάιο, από 6,4% τον Απρίλιο και 6,9% πριν από έναν χρόνο.

Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι τον Μάιο ο αριθμός των ανέργων στην ΕΕ ανήλθε στα 15,6 εκατομμύρια και στην Ευρωζώνη στα 12,3 εκατομμύρια.

Σύμφωνα με τη Eurostat, τα υψηλότερα επίπεδα ανεργίας στην ΕΕ τον Απρίλιο καταγράφονται στην Ελλάδα (18,1% με στοιχεία Μαρτίου), στην Ισπανία (13,6%) και στην Ιταλία (9,9%). Τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας σημειώθηκαν στην Τσεχία (2,2%) και στη Γερμανία (3,1%).

Τον Μάιο η ανεργία των νέων διαμορφώθηκε στο 14,3% στην ΕΕ και στο 15,7% στην Ευρωζώνη. Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας των νέων στην ΕΕ καταγράφονται στην Ελλάδα (40,4% με στοιχεία Μαρτίου), στην Ισπανία (31,7%) και στην Ιταλία (30,5%). Το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφεται στη Γερμανία (5,1%) και στην Ολλανδία (6,3%).

ΑΠΕ-ΜΠΕ