Τι διδάσκει η  νίκη του Μακρόν και τι δεν μπορεί να κρύψει

 

Του Γ. Λακόπουλου

Ας κρατήσουν οι χοροί- για τον Μακρόν. Για φανταστείτε να ήταν πρώτη και φαβορί η Λεπέν;  Αλλά ας μην κλείνουμε τα μάτια: η ακροδεξιά είναι πάντα παρούσα στην Ευρώπη. Ειδικά στη Γαλλία. ” Τώρα Μακρόν, το 2022 Λεπέν” αποφάνθηκαν κάποιοι αναλυτές. Η ευρωφοβική Γαλλίδα παίρνει ποσοστά που της επιτρέπουν να μείνει στο παιχνίδι.

Ο Μακρόν ανακουφίζει τους οπαδούς τη Ευρώπης της Δημοκρατίας, αλλά δεν παύει να εκπροσωπεί την πολιτική που οδήγησε στη Λεπέν.  Είναι ο νικητής, αλλά όχι ο ηγέτης- κι αυτό κάτι θυμίζει από τα δικά μας. Δεν  πρέπει να μας απασχολεί  πώς νίκησε, αλλά πώς θα κυβερνήσει. Γιατί οι εκλογές  έχουν την επίμονη συνήθεια να επαναλαμβάνονται…

Έχει ακόμη το χρόνο με το μέρος του φυσικά- αρχή άνδρα δεικνύει. Αλλά δεν έχει νόημα να κλείνουμε τα μάτια: άλλο να σε προτιμούν οι ψηφοφόροι και άλλο να σε ακολουθούν οι πολίτες. Από αυτή τη άποψη  μερικοί κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν- ή πράγματι δεν καταλαβαίνουν.

Φάνηκε από τους φλούφλικους  πανηγυρισμούς τους για την “ήττα” του Μελανσόν που αποκάλυπταν ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημά τους. Αυτό που  δεν τους επιτρέπει να δουν τη μεγάλη εικόνα: στη Γαλλία η πολιτική παίρνει έναν παράδοξο δρόμο.

Στο Παρίσι  ηττήθηκαν οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις.  Προς το μέγαρο των Ιλισίων κατευθύνονται δυο πολιτικοί εκτός των τυπικών σχηματισμών  της γαλλικής πολιτικής σκηνής. Ούτε ο Μακρόν και πολύ περισσότερο η Λεπέν δεν ανήκουν στον κεντρικό πολιτικό άξονα της δεύτερης κοινοτικής χώρας.  Οι σοσιαλιστές και οι δεξιοί βλέπουν τη σκόνη τους,  ενώ η επίσης αντισυστημική αριστερά, κατάπιε τους πρώτους και λίγο έλειψε να ξετινάξει και τους δεύτερους-ενώ θα είναι παρούσα και στις  βουλευτικές εκλογές.

Νωρίτερα στη  Μεγάλη Βρετανία συνέβη κάτι χειρότερο. Δυο τύποι που πολιτεύονται σαν παλιάτσοι, ένας ακροδεξιός και ένα σούργελο,  νίκησαν ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και κέρδισαν το δημοψήφισμα που βγάζει τους Βρετανούς από την Ευρώπη  -χωρίς να είναι καν μέλη της Βουλής.

Αν συνεχίσουμε  θα βρούμε πολλές περιπτώσεις εκλογικών αποτελεσμάτων στην Ευρώπη που ανατινάζουν τα θεμέλια της πολιτικής όπως την ξέρουμε. Δεν είναι μόνο οι ακραίοι και οι δακτυλοδεικτούμενοι που ακυρώνουν το βαθύ νόημα της πολιτικής.  Υπάρχουν και περιπτώσεις καθώς πρέπει  προσώπων που εισέβαλαν στη σκηνή και την θόλωσαν. Πρώτος και καλύτερος ο φιγουρατζής Ρέντσι στην Ιταλία που έμεινε νωρίς από μπαταρίες.

Στην Ελλάδα  μερικοί προσπάθησαν να  τον αντιγράψουν,  όπως θα  γίνει τώρα με τον Μακρόν. Στην αντίληψή τους δεν χωράει το ερώτημα: κι αν χάνει τη προεδρία η ακροδεξιά Γαλλίδα είναι λίγο να ψηφίζουν κατά της κοινοτικής Ευρώπης και των ιδανικών της οι τέσσερις στους δέκα Γάλλους; Είναι λίγο να προβάλει η γαλλική ακροδεξιά αξιώσεις συγκατοίκησης αν επαναλάβει τις επιδόσεις της στις βουλευτικές εκλογές;

Κάποιοι  ερμηνεύουν τα αποτελέσματα ως ανανέωση στην πολιτική. Ανανέωση προσωπικού ίσως. Αλλά ανανέωση της πολιτικής  είναι; Ή απλώς αυτά τα αποτελέσματα  αναδεικνύουν το πρόβλημα ηγεσίας που μαστίζει μια περιοχή του πλανήτη που τροφοδότησε  την ιστορία με μεγάλες μορφές της πολιτικής;

Στις γαλλικές εκλογές κατέβηκαν ένδεκα υποψήφιοι και πολλά κρίθηκαν στις κοινές τηλεοπτικές εμφανίσεις του. Ο Ροβήρος  Μανθούλης, που ξέρει καλά τη Γαλλία, έγραψε κάπου: “Φαντάζεται κάνεις τον Μιτεράν ή τον Ντε Γκολ να περιμένουν τη σειρά τους  σ’ ένα στούντιο για να πουν τη γνώμη τους;”.

Ήταν η πιο εύστοχη παρατήρηση της εποχής. Για όσους μπορούν να καταλάβουν η ερμηνεία είναι : η πολιτική φτωχαίνει.

Στη θέση των πραγματικών πολιτικών που κράτησαν την Ευρώπη όρθια για εφτά δεκαετίες, ακόμη και  με τις ρήξεις τους, έρχονται ο Κάμερον, η Μέι, ο Ρέντσι και ένας μέτριος υπουργός του ματαιότατου Ολάντ.  Στην Ελλάδα επιδιώκει να κυβερνήσει ένας μέτριος υπουργός του κάτω του μέτριου Σαμαρά- με ένα τέκνο της ακροδεξιάς του Καρατζαφέρη δίπλα του.

Κάποιοι χτυπάνε παλαμάκια όταν κερδίζουν ένα δέντρο, ενώ χάνεται το δάσος. Χάνεται η θεμελιώδης ιδιότητα της πολιτικής να υπερέχει οποιασδήποτε άλλης μεθόδου διευθέτησης των διαφορών και διεύθυνσης της κοινωνίας. Χάνεται επειδή δεν υπάρχουν μεγάλα μεγέθη να την προσωποποιήσουν.

Την ιστορία γράφει η βούληση των προσώπων που κάνει τις αντικειμενικές συνθήκες λόγο, κείμενο, πρωτοβουλία, ύφος δημόσιας παρουσίας. Αν δει κανείς από απόσταση την παρουσία των σημερινών πολιτικών στον ανοικτό χώρο θα καταλάβει γιατί οι πολίτες τους γυρίζουν την πλάτη.

Δεν είναι απλώς λίγοι. Είναι ψεύτικοι και κατασκευασμένοι. Προϊόντα του πολιτικού μάρκετινγκ και όχι γνήσιοι εκφραστές της ιστορικής ανάγκης. Γι’ αυτό τους νικάει ένας άξεστος Τραμπ και τους απειλεί μια ακροδεξιά κληρονόμος. Στα βήματα των κοινοβουλίων, στα μπαλκόνια, όπου υπάρχουν ακόμη και στα νέα μέσα  ενημέρωσης δεν εμφανίζονται  στιβαρές φιγούρες που απέπνεαν γνώση, κυριαρχία και κύρος.

Κυριαρχούν μικρομεσαίοι πολιτικοί που προπονούνται από ίματζ-μέικερς και διαφημιστές, χρηματοδοτούνται από επιχειρηματίες και πλασάρουν ατάκες χωρίς ουσία από κείμενα που έχουν γράψει ‘άλλοι. Οι ίδιοι  όχι  μόνο δεν μπορούν να γράψουν, αλλά ενίοτε δεν μπορούν ούτε να διαβάσουν όσα τους γράφουν. 

Από αυτή την άποψη, στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας όσες  κατάρες και αναθέματα και αν ρίξει κάνεις στον  Τσίπρα  δεν μπορεί να μην του αναγνωρίσει ότι η παρουσία του στη Βουλή παραπέμπει τις παλιές καλές στιγμές του ελληνικού κοινοβουλίου. Κρίμα που δεν έχει αντάξιο αντίπαλο για να πάρουν φωτιά τα τοπία. Με το ύφος του Κυριάκου και τη ξύλινη παπαγαλία της Φώφης, είναι σαν να κλείσει εκκλησιά.

Με τον Βενιζέλο αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης -τον νεότερο Καραμανλή αντίπαλο- θα ήταν αλλιώς. Αυτό είναι πολιτική. Και ας μηρυκάζουν για “λαϊκιστές” όσοι προσπαθούν να στήσουν στα πόδια τους  πολιτικούς με τις χαρακτηριστικές ιδιότητες του υδρογόνου: άχρωμους , άοσμους και άγευστους.

Οι δυο Καραμανλήδες, ο Ανδρέας Παπανδρέου, παλιός Μητσοτάκης, ο Κύρκος, για να μη πάμε στους  παλαιότερους, έδιναν πραγματικό νόημα στην πολιτική αντιπαράθεση με τη σαρωτική παρουσία τους, με τις  θυελλώδεις αγορεύσεις τους, με την ικανότητα να συναρπάζουν και ταυτόχρονα να είναι γήινοι και αληθινοί.

Η πολιτική πρέπει να έχει ουσία. Να στηρίζεται σε προτάσεις, σχέδια και προγράμματα. Να κινεί τα πράγματα μπροστά.  Να  αποτιμάται από τα έργα και όχι από τα λόγια. Αλλά ο πολιτικός πρέπει να είναι ακτινοβόλος και πειστικός. Και αυτό γίνεται δια του λόγου.

Αν  βγάλεις την ρητορική από τη πολιτική την αποστεώνεις. Ισχύει από αρχαιοτάτων χρόνων. Χωρίς το χάρισμα του λόγου ο πολιτικός είναι  ξενέρωτος.

Ο εκσυγχρονισμός του Σημίτη, η δήθεν προοδευτική κουλτούρα του Κυριάκου, ο κατασκευασμένος προοδευτισμός του νεότερου Παπανδρέου οι “πρωτοποριακές” ιδέες περαστικών της Βουλής, ακυρώνονται εξ αρχής από τη σοβαροφάνεια, το “δήθεν” , την ψιμυθίωση.

Ο πολιτικός δεν είναι μαριονέτα να τον στολίσεις και να τον βγάλεις στη σκηνή με τα νήματα από πίσω να ορίζουν τις κινήσεις του. Πρέπει να είναι γνήσιος, αυθεντικός, ανθρώπινος.  Να είναι εκφραστικός- όχι σαν τον Σημίτη που χαιρετούσε το κοινό σαν να καθάριζε τζάμια.

Η ικανοποίηση για το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών θα περάσει.  Όπως συμβαίνει κάθε φορά που ένας κίνδυνος για τα δημοκρατικά και ευρωπαϊκά ιδεώδη προβάλει στον ορίζοντα με τη μορφή κάθε αρκουδιού αγύρτη που αναδεικνύεται γιατί δεν υπάρχει κανένας να τον βάλει στη θέση του.

Φαντάζεται κανείς την ύπαρξη  ναζιστικού κόμματος στην Ελλάδα όταν κυριαρχούσαν ο Κ. Καραμανλής και ο Α. Παπανδρέου; Θα μπορούσε να σταθεί η Λεπέν στα χρόνια του Ντε Γκολ η του Μιτεράν; Θα στέριωνε κανένας Φάρατζ επί Θάτσερ;

Μετά την ικανοποίηση θα επιστρέψει η απογοήτευση για το έλλειμμα ηγεσίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Για την αδυναμία των λαών να εντοπίσουν και να αναδείξουν πολιτικούς που θα ορίσουν τις τύχες τους με βάση τις αρχές και τη ιδεολογία τους, όχι με βάση τον επικοινωνιακό σχεδιασμό του ατζέντη τους;