Τρεις δρόμοι στην οικονομία: ο λανθασμένος, ο προβληματικός, ο στρατηγικός

Toυ Νίκου Κοτζιά

Στην οικονομία και κατά προέκταση στην πολιτική, υπάρχουν σήμερα τρεις διαφορετικές προτάσεις για το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα. Η πρώτη είναι σαφώς λανθασμένη για την πατρίδα και το λαό της, ορθή για τους ολιγάρχες. Η δεύτερη είναι προβληματική: άριστη για συνδικάτα, ελλιπής για κόμμα. Η τρίτη, υπερασπίζεται τις κατακτήσεις αλλά κατανοεί ότι ο κόσμος αλλάζει και χρειάζεται μια σαφή στρατηγική για τη διεθνή αναβάθμιση της χώρας και την ενίσχυση της θέσης των εργαζομένων. Ότι η χώρα έχει ανάγκη από ένα νέο μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης.

  Ο πρώτος δρόμος είναι η κυβερνητική πολιτική που εκφράζει τα συμφέροντα της ελληνικής ολιγαρχίας και διαπλοκής. Η πολιτική αυτή είναι μια πολιτική που επιδιώκει να αξιοποιήσει την κρίση σε βάρος των μικρομεσαίων, των μισθωτών, των γεωργών και κτηνοτρόφων. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση «ταξικής πάλης» από τα πάνω. Ενώ, δηλαδή, η κρίση τρέχει και πληγώνει, η κυβέρνηση μαζί με τους ολιγάρχες προσπαθεί να αφαιρέσει δικαιώματα. Να αποδιοργανώσει τις εργασιακές σχέσεις. Να κόψει και άλλο τους μισθούς.

Η ταξική πάλη από τα πάνω επιδιώκει την κρίση να την πληρώσει η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας και όχι μόνο να μείνουν άθικτα τα συμφέροντα των λίγων, αλλά και αν είναι δυνατόν, να ενδυναμώσουν. Η ταξική πάλη από πάνω στοχεύει στην αποδιάρθρωση του συστήματος των δικαιωμάτων και ελευθεριών, στο να γίνει πιο συντηρητική η κοινωνία, στην προώθηση σκληρών νεοφιλελεύθερων συνταγών, καθώς και στον περιορισμό της λειτουργίας της δημοκρατίας. Επείγει να κατανοήσει η αριστερά το είδος κοινωνικής διαπάλης που καταγράφει η “ταξική πάλη από τα πάνω” και να αφομοιώσει την ιστορική πείρα που υπάρχει.

Η νεοφιλελεύθερη οικονομία, απαιτεί συντηρητικές πολιτικές και αυταρχικές-τυραννικές μεθόδους. Η πολιτική για τους λίγους στηρίζεται σε αυτό ακριβώς το τρίπτυχο. Υπερασπίζεται το δικαίωμα των λίγων να «άρουν» τα δεσμά που τους έχουν επιβάλλει οι πολλοί όταν οι συνθήκες και οι συσχετισμοί ήταν διαφορετικοί. Αυτή η «εκ των υστέρων πολιτική» είναι κλασσική κοινωνική πάλη από τα πάνω.

Από το καλοκαίρι του 2019 χαρακτήρισα τις επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη ως τυραννικές με την έννοια που απέδιδε στον όρο ο Αριστοτέλης, αλλά και ο Λούκατς και οι μαθήτριές του, Χάνα Αρεντ και Αγκνες Χέλλερ. Ο όρος σημαίνει διακυβέρνηση από μια μικρή ομάδα, με κοινές αντιλήψεις και συμφέροντα, η οποία στηρίζεται σε μια «τυφλωμένη» πλειοψηφία. Επιδιώκει να άρει τον βασικό κανόνα της δημοκρατίας που είναι η δυνατότητα της μειοψηφίας να μετατρέπεται σε πλειοψηφία. Λαμβάνει δε, όλα τα μέτρα προκειμένου να εμποδιστεί μια τέτοια αλλαγή.

Η δεύτερη αντίληψη έχει αξία γιατί καταπολεμά την πρώτη. Αλλά σε ένα βαθμό εγκλωβίζεται στη «λογική» της. Θέλει να αποτρέψει κάθε προσπάθεια κατάργησης δικαιωμάτων, αρνητικής αναδιανομής εισοδήματος, άδικων μέτρων για την πλειοψηφία των εργαζομένων. Επιθυμεί να επιστρέψει η χώρα στην προωθούμενη το 2015-9 φιλολαϊκή πολιτική. Πράγματι δεν θέλουμε να χάσει ο λαός τις όποιες κατακτήσεις και οφείλουμε να τις υπερασπιστούμε. Όμως, η αριστερά δεν είναι μόνο για αμυντικούς αγώνες.

Η αμυντική πολιτική είναι άμεσα η πλέον αναγκαία. Υπό συνθήκες, όπως σήμερα, μπορεί να γίνει ακόμα και το κύριο μέτωπο πάλης. Πρέπει, όμως, να συνδυάζεται αυτός ο αμυντικός αγώνας, με το βασικό σχέδιο ενός αριστερού πολιτικού ρεύματος. Τη διαμόρφωση ενός προγράμματος, ακόμα και οράματος, για μια ανθρώπινη κοινωνία στην Ελλάδα και τη διεθνή αναβάθμισή της. Μιας διαφορετικής ανασυγκρότησης της οικονομίας.

Είναι αναγκαία μια μακρόχρονη πολιτική, που προσβλέπει και διασφαλίζει ότι η Ελλάδα δεν θα χάσει το τραίνο της ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας. Της ρομποτικής και της νανοτεχνολογίας. Των νέων υλικών και της βιογενετικής. Στην χώρα μας, θα παρέχεται η ανάλογη εκπαίδευση για τις νέες γενιές και σε εκλαϊκευμένη μόρφωση για όλη την κοινωνία. Διαφορετικά, όσες καλές προθέσεις και αν υπάρχουν, η Ελλάδα θα οδηγηθεί στην εξάρτηση από αυτούς που κατέχουν, παράγουν, υπηρετούν τις νέες τεχνολογίες.

Η Ελλάδα χρειάζεται να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις της. Και για να το κάνει αυτό πρέπει να αναπτύξει την δημοκρατία και τις ελευθερίες στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας. Αυτά τα λέω εδώ και χρόνια, αλλά δυσκολεύει πολλούς στην αριστερά που η σκέψη τους έχει εγκλωβιστεί στον οικονομισμό και τον τακτικισμό.

Χρειάζεται ένα μεγάλο ριζικό σχέδιο μεταμόρφωσης με δημοκρατικό τρόπο της Ελληνικής κοινωνίας. Με σύγχρονη, τεχνολογικά ανεπτυγμένη, παιδεία. Πλήρη καταπολέμηση του τεχνολογικού αναλφαβητισμού. Νέες τεχνολογικές δικτυακές μορφές σε όλο τον δημόσιο χώρο συνολικά. Παραγωγή προϊόντων νέας τεχνολογίας. Υπηρεσίες διανομής και αξιοποίησης αυτών των τεχνολογιών με μικρό κόστος. Δεν μπορεί η Ελλάδα να έχει το πιο ακριβό ιντερνέτ στην ΕΕ. Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να γίνει παραγωγός νέων τεχνολογικών μέσων.

Η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών πρέπει να γίνει με τρόπο που θα δυναμώνει τον άνθρωπο. Θα κάνει καλύτερη την εργασία και τις συνθήκες της. Δεν θα οδηγεί σε φτηνότερη εργασία ή και ανεργία. Αλλά, σε κλάδους ποιοτικά αναβαθμισμένους. Με σύγχρονη τεχνολογία και ανάλογα υψηλής ειδίκευσης εργαζομένους με υψηλά εισοδήματα. Την μάχη του ανταγωνισμού η Ελλάδα δεν θα τη δώσει στην φτήνια, που ουδέποτε μπορεί να την κερδίσει, αλλά στην υψηλή ποιότητα. Ο αμυντισμός στην οικονομία, λοιπόν, δεν αρκεί.

Χρειάζεται ενεργητική δημοκρατική οικονομική πολιτική και πολιτική στρατηγική. Δεν μπορεί να είναι η επιδίωξή μας η Ελλάδα των μνημονίων, έστω και στις καλύτερες στιγμές της, αλλά μια Ελλάδα αναβαθμισμένη, ανασυγκροτημένη, δημοκρατική και με κοινωνική δικαιοσύνη.