Ωφελούν τη Δημοκρατία και την πολιτική οι μετεγγραφές πολιτικών στο αντίπαλο κόμμα;

Του Γ. Λακόπουλου

Η -σκληρή, αλλά δίκαιη- κριτική που ασκήθηκε  από το ΑΠ στην Άννα Διαμαντοπούλου, μετά την υποστήριξη που ανακοίνωσε ότι της προσφέρει ο Πρωθυπουργός για τον ΟΟΣΑ συζητήθηκε εκτενώς. 

Να διευκρινίσουμε κάτι: Δεν έχουμε  τίποτε με την κυρία. Αντίθετα όταν έπρεπε να την επικροτήσουμε το κάναμε. Αυτό που σχολιάζουμε είναι το φαινόμενο  που προσωποποιεί: τη μετατροπή της πολιτικής σε ποδόσφαιρο, όπου οι παίκτες αλλάζουν ομάδα ανάλογα με το συμβόλαιο που τους προτείνουν. 

Οι πολιτικοί είναι φορείς ιδεών που συμπυκνώνονται από τα κόμματα, βάσει των οποίων λειτουργεί η κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Αυτά όταν μπαίνουν σε παζάρι, στηλιτεύονται.

 Ένας πολιτικός που «τρώει και πίνει», κατά τη λαϊκή διατύπωση, σε ένα κόμμα ασπαζόμενος και κηρύττων τις ιδέες του και την πολιτική του και παίρνει αξιώματα όταν είναι στα πάνω του, τι μήνυμα στέλνει όταν  το εγκαταλείψει επειδή πήρε την κατιούσα, και εξ αίτιας του, για να σπεύσει στο αντίπαλο κόμμα το οποίο πολεμούσε ως τότε; Αν διαφωνεί δεν έχει παρά να πάει στο σπίτι του.

Δεν κατέπεσε το ΠΑΣΟΚ, αλλά οι άνθρωποί του πριν καταψηφιστεί στην κάλπη. Και κατέπεσε κυρίως για συμπεριφορές και επιλογές των στελεχών του. Σε τρεις περιόδους του η Διαμαντοπούλου, ο Χρυσοχοΐδης και άλλοι  ήταν προβεβλημένα στελέχη με ρόλους. Δεν μπορεί για την κρίση του ΠΑΣΟΚ να φταίει η Γιαντικιάρογλου.

Για τα στελέχη αυτής της κατηγορίας είναι ανεπίτρεπτο να γυρίζουν τις πλάτες στο κόμμα που σταδιοδρόμησαν, να αποκηρύσσουν την ιδεολογία που κήρυσσαν και να γλύφουν εκεί που έφτυναν.

 Συνιστά ευτελισμό της πολιτικής και ακυρώνει τον παιδαγωγικό χαρακτήρα της. Αυτό καυτηριάζουμε στο ΑΠ. Και το κάναμε με όλους.

 Είναι δυνατόν πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, πρώην υπουργοί και πρώην πρόεδρός του – σαν τον Βενιζέλο να σαλιαρίζουν με το σύστημα Μητσοτάκη και τις απεχθείς φιγούρες που τον περιβάλλουν;

 Τι είδους ηθική είναι αυτή;  Κατηγορούσαν τον Γ. Παπανδρέου -δικαίως – όταν διέσπασε το ΠΑΣΟΚ και κάνουν τα χειρότερα. Αγκαλιά με τον Άδωνι; Τι κοινό έχουν με τον Μπογδάνο;  Έλεος…

 Στην πολιτική ιστορία υπάρχουν περιπτώσεις πολιτικών που άλλαξαν κόμμα. Ειδικά στις περιόδους που τα κόμματα ιδρύονταν και διαλύονταν εύκολα.

Αλλά από τη Μεταπολίτευση επικράτησε ιδεολογική συνέπεια και παραταξιακή συνείδηση. Όταν κάποιος ερχόταν σε ρήξη με το κόμμα -και για την ακρίβεια με την ηγεσία του- μπορούσε να μετακινηθεί σε όμορο σχήμα. Δεν περνούσε τη διαχωριστική γραμμή.

Ήταν αδιανόητο από το ΠΑΣΟΚ να πάει κάποιος στη ΝΔ. Αυτό το  μεταφύτεψε -από την προδικτατορική περίοδο, στην οποία το καλλιέργησε έντονα , ο Κώστας Μητσοτάκης, όταν έγινε αρχηγός της ΝΔ. Το συνεχίζει ο γιος του. 

Αλλά ιστορικά όσοι περνούν απέναντι καθίστανται δακτυλοδεικτούμενοι. Οι πολιτικοί άλλαζαν κόμμα  πάντα εντός της ίδιας παράταξης. Ήτοι διατηρούσαν τις γενικές αρχές και την ευρύτερη πολιτική θεώρηση που τους διέκρινε.

 Η μετακόμιση στο αντίπαλο πολιτικό και ιδεολογικό στρατόπεδο   εξοργίζει την κοινή γνώμη γιατί παραβιάζει αρχές. 

Όσοι τιμήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ και τους ψηφοφόρους του οφείλουν να τους τιμούν ισοβίως.  Απέκτησαν αξιώματα πρώτης γραμμής ως πολιτικοί  επειδή ενστερνίζονται σε βάθος και με πάθος τις αρχές του ΠΑΣΟΚ.

Πώς συμβιβάζεται αυτό με την προσκόλληση στο άρμα του Μητσοτάκη; Τι από αυτά που εκπροσωπεί η Δεξιά  είναι ίδιο με αυτά που εκπροσωπούσε το κόμμα στο οποίο σταδιοδρόμησαν;  

Οι μετεγγραφές πρώην στελεχών του κυβερνώντος ΠΑΣΟΚ, βλάπτουν τη Δημοκρατία και  ακυρώνουν την πολιτική στα μάτια των πολιτικών, εντείνοντας την κρίση αντιπροσώπευσης.

 Τα ίδια ισχύον και για τους πολιτικούς μικρότερων κόμματων. Όπως αυτοί που είχε αναδείξει με το κόμμα του ο Σταύρος Θεοδωράκης: Θεοχάρης, Μαυρωτάς κα.  Αλλά και για όσους φημολογείται  ότι βρίσκονται από το Κινάλ καθ’ οδόν προς τη ΝΔ- όπως ο Γ. Φλωρίδης, ο Γ. Μανιάτης και ο πολύς Γ. Καμίνης.