Σιμόν Πέρες: Ο ξένος που ήθελε τόσο να τον αγαπήσουν

28-172647gnimin8yweΜέχρι το τέλος παρέμεινε ξένος. Τις μέρες εκείνες που η Palmach (1), ο ισραηλινός στρατός, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, οι επιδρομές και η στολή όριζαν ήρωες, ο Σιμόν Πέρες ήταν ένας αντι-ήρωας. Σε μία κατάσταση όπου το ίχνος μίας ξένης προφοράς ήταν ντροπιαστικό, ο Πέρες με την γίντις προφορά του, κοστούμι και γραβάτα, δεν εθεωρείτο πραγματικός Ισραηλινός. Σε ένα κράτος που εφηύρε τον νέο Εβραίο –σάμπρα **, ηλιοκαμένος, ένας στρατιώτης, ένας τολμηρός της περιπέτειας – εκείνος ήταν ο παλιός Εβραίος, ο Εβραίος της εξορίας. Ηταν οι σφαίρες που ποτέ δεν σφύριξαν στ΄αυτιά του που σφράγισαν την τύχη του για πάντα. Σε ένα κράτος, την ηγεσία του οποίου μοιράστηκε επί τρεις γενιές, ήταν ο αιώνιος ξένος

Οπως κάθε ξένος, πέρασε ολόκληρη τη ζωή του για να δραπετεύσει από τον ρόλο αυτόν. Ηθελε να είναι δημοφιλής, αρεστός και αγαπητός από όλους. Πόσο συγκινητικό ήταν όταν επέμενε λέγοντας ότι είχε υπηρετήσει ως διοικητής του Ναυτικού- τον Απρίλιο 1949 διορίστηκε «επικεφαλής των ναυτικών υπηρεσιών» για λίγους μήνες. Ισως για τον λόγο αυτόν τον απασχολούσε τόσο η άμυνα και αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην ενασχόληση με θέματα που είχαν σχέση με τη άμυνα, είτε ήταν αναγκαίο είτε όχι.

Πόσο συγκινητικό ήταν όταν, έπειτα από μία από τις τελευταίες συναντήσεις του με τον Μοσέ Νταγιάν στο σπίτι του στη Τζαχάλα, μού είπε στο αυτοκίνητο, με μάτια που έλαμπαν: «Είδες πόσο πολύ κάθησε μαζί μου;». Εκείνη τη στιγμή ο Νταγιάν ήταν στα τελευταία του και ο Πέρες ήταν κάποιος ήδη σπουδαίος και είχε όλες τις προοπτικές μπροστά του.

Ομως ο Νταγιάν ήταν ήρωας και γηγενής και ο Πέρες δεν ήταν. Ο Γιγκάλ Αλόν και ο Γιτζάκ Ραμπίν, που επρόκειτο να γίνουν οι μεγαλύτεροι αντίπαλοί του, ήσαν επίσης ήρωες και γεννημένοι στο Ισραήλ – και ο Πέρες δεν ήταν. Το γνώριζαν και το γνώριζε κι΄εκείνος. Πιστεύω ότι τους ζήλευε.

Οι ήρωες της γενιάς του δεν τον εκτιμούσαν. Κάποτε ταξίδεψε στην Τανγκανίκα, σημερινή Τανζανία, με τον Ραμπίν. Ο Ραμπίν τραβούσε φωτογραφίες με την παλιομοδίτικη μηχανή του και αυτό ενοχλούσε τον Πέρες που δεν είχε χόμπι εκτός της δουλειάς του. Ο Πέρες πίστευε ότι εκεί στη λίμνη Τανγκανίκα έγινε η αρχή της αντιπαλότητάς τους.

Αλλά η απέχθεια που ο Ραμπίν και ο Αλόν είχαν γι΄αυτόν ήταν μεγαλύτερη από τη δική του προς αυτούς. Από τον Ραμπίν και τον Αλόν έχω ακούσει λόγια μίσους προς τον Πέρες που ποτέ δεν άκουσα από αυτόν εναντίον τους. Το αγόρι που ζητούσε αγάπη δεν την είχε. Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς κάποιον που να τον συμπαθούσε εκείνες τις μέρες. Ορισμένοι τον θαύμαζαν, αλλά λίγοι τον αγαπούσαν. Ο ξενόφερτος αγαπήθηκε κυρίως στο εξωτερικό- στο εξωτερικό θεωρήθηκε ως μία μυθική ισραηλινή προσωπικότητα. Ισως γι΄αυτό ο Πέρες δεν κέρδισε ποτέ εκλογές εδώ.

Ισως να ήταν η αιώνια λαχτάρα του γι΄αγάπη που κράτησε μακριά του αυτόν τον στόχο. Επειτα από κάθε εκλογική συγκέντρωση, στα πιο απόμερα γραφεία του κόμματος απέναντι σε ηλικιωμένα μέλη σε διάφορα στάδια του ύπνου, θα ρωτούσε στο αυτοκίνητο της επιστροφής, αργά τη νύκτα πριν κοιμηθεί:«Πώς τα πήγα;». Τόσο πολύ είχε ανάγκη την υποστήριξη.

Είναι πιθανόν ένα από τα κλειδιά για την κατανόηση του ανθρώπου που υπήρξε τα πάντα – δεν υπήρξε ούτε ένα υψηλό αξίωμα που να μην κατέλαβε- ωστόσο τερμάτισε την μακρά του πορεία με το αίσθημα του σχεδόν, αλλά όχι και απολύτως… Σχεδόν , αλλά όχι και απολύτως ένας αλησμόνητος πολιτικός ηγέτης, σχεδόν αλλά όχι και απόλυτος εθνικός ήρωας, σχεδόν αλλά όχι και απολύτως εισελθών στην Ιστορία. Ο ξένοφερτος που ήθελε την αγάπη όλων θεωρούσε ότι θα την κατακτήσει μόνο εάν ευχαριστήσει τους πάντες. Για τον λόγο αυτόν ποτέ δεν έφθασε μέχρι το τέλος, δεν πολέμησε την πλειοψηφία, δεν στάθηκε κόντρα στον άνεμο και δεν αναμετρήθηκε με το δικό του στρατόπεδο.

Νόμιζε ότι ο τρόπος για να αρέσει ήταν μέσω του συμβιβασμού με όλους, και κατέληξε να μην ευχαριστεί κανέναν. Πραγματοποίησε την επιθυμία του μόνο στο τελευταίο του αξίωμα- ως πρόεδρος υποτίθεται έπρεπε να ικανοποιεί τους πάντες και σε αντάλλαγμα οι άνθρωποι του έδωσαν αυτό που πάντοτε επιζητούσε. Οι καιροί άλλαξαν, οι ήρωες άλλαξαν και μαζί τους το πνεύμα των καιρών και έτσι ο ξενόφερτος έγινε νόμιμος διάδοχος.

Δούλεψα μαζί του τα σκοτεινά χρόνια της καριέρας του. Τότε βρισκόταν αντιμέτωπος με τον Μεναχέμ Μπεγκίν και τον Γιτζάκ Ραμπίν, που και οι δύο τον κακομεταχειρίστηκαν. Τότε δεν υπήρχε ίχνος από την αγάπη που αργότερα δέχθηκε από τα πλήθη· αντ΄αυτού του πέταγαν σάπιες ντομάτες. Και έστεκε σαν βράχος απέναντι στην εχθρότητα και την περιφρόνηση. Ο ξένος που ήθελε τόσο πολύ να τον αγαπήσουν.

1. Palmach: Οι ειδικές δυνάμεις της Hagana, πρόδρομου του ισραηλινού στρατού

2. sabra: ο Εβραίος γηγενής, ο γεννημένος στην Παλαιστίνη

*Ο Γκίντεον Λεβί είναι αρθρογράφος της εφημερίδας Haaretz και μέλος της συντακτικής της ομάδας

Πηγή: Haaretz