19 χρόνια από το Μπούγκενστοκ: παράδειγμα προς αποφυγήν

Του Γιαννάκη Ομήρου

                                                                                               

                                                                                               

Συμπληρώθηκαν αυτές τις μέρες 19 χρόνια από τις συνομιλίες στο Ελβετικό θέρετρο «Μπούργκενστοκ» που πραγματοποιήθηκαν το τελευταίο δεκαήμερο του Μαρτίου του 2004 με στόχο τη λύση του Κυπριακού στη βάση του σχεδίου Ανάν.

Η διάσκεψη για την Κύπρο στο Μπούργκενστοκ θα παραμείνει στη διπλω­ματική ιστορία ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Όχι μόνο για την αποτυ­χία επίτευξης ενός αποτελέσματος ισορροπημένου και βασισμένου στην α­μεροληψία, την αντικειμενικότητα και τις αρχές και αξίες του Διεθνούς δι­καίου και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, αλλά κυρίως για το χαώδες και ανερμάτιστο της διαδικασίας που επελέγη από τους διπλωμάτες του Διεθνούς Οργανισμού. Η όλη οργάνωση και διεκπεραίωση των εργασιών υπήρξε αδέξια, ερασιτεχνική και εν τέλει καταστροφική. Ενώ η συμφωνία της Νέας Υόρκης προέβλεπε συνομιλίες στη Λευκωσία, με στόχο την επί­τευξη συμφωνίας, οι αξιωματούχοι των Ηνωμένων Εθνών δεν κατέβαλαν καμιά προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση.

Σε δηλώσεις του στους Κώστα Βενιζέλο, Μιχάλη Ιγνατίου και Νίκο Με­λέτη, συγγραφείς του βιβλίου Σχέδιο Ανάν – Το Μυστικό Παζάρι, ο Τάσσος Παπαδόπουλος είπε αναφορικά με τις συνομιλίες στο Αεροδρόμιο Λευκω­σίας, που προηγήθηκαν της διάσκεψης του Μπούργκενστοκ (σελ. 414):

«Ο κ. Ντε Σότο και η διαπραγματευτική του ομάδα, μετά τις πρώτες τρεις συνε­δρίες στη Λευκωσία (ίσως και εξυπαρχής), δεν επέδειξαν κανένα ενδιαφέρον για τις απόψεις που εξέφραζαν οι δύο πλευρές ούτε κατέβαλαν οποιαδήποτε προσπάθεια για γεφύρωση των διαφορών ή για υποβολή δικών τους μεσολα­βητικών προσπαθειών, ίσως γιατί από την αρχή είχαν αποφασίσει ότι η τελική διαμόρφωση του σχεδίου λύσης θα διαμορφωνόταν από τους ίδιους με «διαι­τησία». Επανειλημμένως στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, αλλά και με δύο δημόσιες δηλώσεις μου είχα πει: «Φαίνεται ότι, εκτός από εμένα, κανένας δεν λαμβάνει στα σοβαρά αυτές τις διαπραγματεύσεις» (αυτές που διεξάγο­νταν στη Λευκωσία). Ως γεγονός, περίπου μια εβδομάδα πριν από την αναχώ­ρησή μας για το Μπούργκενστοκ, ο κ. Ντε Σότο διέκοψε τις κοινές συναντήσεις στο Παλιό Αεροδρόμιο Λευκωσίας και διεξήγαγε μόνο χωριστές συνομιλίες με την κάθε κοινότητα».

Ήταν φανερό ότι ο Ντε Σότο δεν έδωσε βαρύνουσα σημασία σε αυτές τις συνομιλίες, προσβλέποντας στην επιδιαιτησία του Γ.Γ. του ΟΗΕ, κατά τη διάσκεψη του Μπούργκενστοκ. Επιπλέον, ο Ντε Σότο ισχυριζόταν κατ’ επανάληψη ότι η Τουρκία θα κατέθετε χάρτη για το εδαφικό, με παραχω­ρήσεις που θα διευκόλυναν την επίλυση του περιουσιακού και την επιστρο­φή των εκτοπισμένων στα σπίτια και στις περιουσίες τους, κατονομάζοντας μάλιστα τον ίδιο τον Ερντογάν ως τον κομιστή του χάρτη στο ελβετικό θέ­ρετρο. Κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Τέλος, συνομιλίες στο Μπούργκενστοκ δεν έγιναν. Χαρακτηριστική η δήλωση του Τάσσου Παπαδόπουλου που δημοσιεύεται στο προαναφερθέν βιβλίο για το Σχέδιο Ανάν (σελ. 416):

«Σε όλη τη διάρκεια της παραμονής μας στο Μπούργκενστοκ, ο κ. Ντε Σότο είχε μόνο δύο συναντήσεις με εμένα και είχα μια τρίτη με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, κ. Ανάν, στην οποία παρίστατο και ο κ. Ντε Σότο με την ομάδα του. Ποτέ και καμιά άλλη φορά δεν ζήτησε συνάντηση ούτε ζήτησε διαπραγματεύσεις».

Και βέβαια το ότι, ουσιαστικά, δεν υπήρξαν διαπραγματεύσεις, θρυμμα­τίζει και κονιορτοποιεί τον ισχυρισμό που αφέθηκε να πλανάται επί μα­κρόν, τόσο από κύκλους των Ηνωμένων Εθνών όσο και εντός Κύπρου, ότι δήθεν ο Τάσσος Παπαδόπουλος αρνήθηκε να διαπραγματευθεί. Τα γεγο­νότα οδηγούν σε ένα και μοναδικό συμπέρασμα: Στόχος του διπλωματικού επιτελείου του ΟΗΕ δεν ήταν μια ουσιαστική διαπραγμάτευση στη βάση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών και του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού, αλλά η επιβολή προειλημμένων αποφάσεων με τη διαδικασία της επιδιαιτησίας, η οποία κάκιστα, δυστυχώς, έγινε αποδεκτή από την πλευρά μας στη Νέα Υόρκη.

Πρώην Προέδρου της Βουλής Των Αντιπροσώπων