H μακριά ουρά του νέου διχασμού

Γράφει ο Χρήστος Γκίμτσας

Μια από τις τραγωδίες αυτής της χώρας, είναι ότι  ο λαός της, δηλαδή εμείς, διδαχτήκαμε πλαστογραφημένη και ψευδεπίγραφη ιστορία.

Με τα ‘’ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα’’ και στο χώρο του φαντασιακού πολλές φορές , γίναμε αποκλειστικοί ιδιοκτήτες σε ένα  μεγάλο κομμάτι της  ιστορίας, ακόμα και αυτής που δεν μας ανήκει. Λες και η ιστορία είναι οικόπεδο, και προλάβαμε και βάλαμε πρώτοι εμείς  τα παλούκια της αποκλειστικής κατοχύρωσης.

Απαίδευτοι, αφεθήκαμε στην ‘’διδασκαλία’’ αυτών που ήθελαν να μας βαπτίσουν περιούσιους  και ανάδελφους ιδιοκτήτες όλης της αρχαίας ιστορίας της μεσογείου και των παραλιών της, αλλά και  της  Ασίας σε όλο το βάθος της, και μας μετέτρεψαν σε αρχαιολάτρες, πιθανώς για να ξεχνάμε την ζοφερή πραγματικότητα. Αυτή, του ενός Βαλκανικού λαού, που τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια τουλάχιστον, δεν έπαψε να είναι με τον ένα η τον άλλο τρόπο κατακτημένος, προτεκτοράτο Ή λατιφούντιο, των κατά καιρούς αφεντικών της περιοχής.

Από εδώ πέρασαν οι Ρωμαίοι με στρατιώτες από βόρειες φυλές, οι Βενετοί, οι σταυροφόροι, και όλα τα λεφούσια του παπισμού, οι Τούρκοι και  ποιος ξέρει και ποιοι άλλοι. Και ο καθένας απ’ αυτούς έβαζε και την δική του υπογραφή στην ιστορία της περιοχής. Αυτής της ιστορίας που ποτέ δεν θελήσαμε Ή δεν μπορέσαμε να μάθουμε στις πραγματικές διαστάσεις της.

Και όχι μόνο αυτό.  Όπου η ιστορία δεν μας βόλευε, την δημιουργούσαμε εμείς αυθαίρετα, κατά π,Ως μας την δίδασκαν οι τυμβωρύχοι και οι πλαστογράφοι της. Έτσι κατασκευάσαμε π.χ. τον Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και γίναμε και ιδιοκτήτες του Βυζαντίου.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ποτέ δεν μάθαμε την πραγματική αλήθεια, πΏς έζησε δηλαδή ο  λαός στα τετρακόσια χρόνια της τουρκοκρατίας και ποιους είχαν για τοποτηρητές και κουμανταδόρους οι  Τούρκοι, όχι μόνο στον Ελληνικό χώρο ,αλλά σε ολόκληρη την Βαλκανική χερσόνησο.

Μέσα από μισόλογα μαθαίνουμε ποια ήταν η γνώμη του Ρήγα Φεραίου για τα Βαλκάνια και τους λαούς τους, και την στενή σχέση που είχαν μεταξύ τους ,γιατί άλλα μας  ψιθύριζαν στο αυτί,  ρασοφόροι και μη ,‘’δάσκαλοι του γένους’’.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, καταντήσαμε να θεωρούμε τους εαυτούς μας περιούσιους ιστορικά και θρησκευτικά, και τους άλλους βαλκάνιους, περίπου γύφτους. Και ας με συγχωρέσουν οι Ρομά, απλώς χρησιμοποιώ την λέξη με το απαξιωτικό περιεχόμενό της.

Τα Βαλκάνια όμως, με την κοινωνική  πολυμορφία, τους πολέμους,  τις πληθυσμιακές  μετακινήσεις, τους εμφύλιους, τα ευμετάβλητα σύνορα, παρήγαγαν και παράγουν περισσότερη ιστορία από όση μπορούν να αντέξουν. Συμμείξεις πληθυσμών ,θρησκευτικές διαφοροποιήσεις, γλωσσικά αμαλγάματα, βιολογικές επιμειξίες, διεκδικήσεις ζωικού χώρου,   φανατισμοί και εθνικισμοί διαμόρφωσαν γκρίζες περιοχές  και αμφισβητούμενες ζώνες με πολλαπλούς  ιδιοκτήτες , δημιουργώντας έτσι ένα εκρηκτικό κράμα, με τις κατά καιρούς  αναφλέξεις του, συνήθως υποκινούμενες από  αυτούς που φανατίζουν και φουντώνουν την υποβόσκουσα φωτιά του λαϊκισμού και εθνικισμού.

Και μέσα σε όλα αυτά, εμείς να επιμένουμε στην αρχαιοπληξία και πατριδολαγνία, αγνοώντας  τον σύγχρονο βηματισμό της ιστορίας, ακολουθώντας τους λαοπλάνους, τους λαϊκιστές και διχαστές. Κάπως έτσι , τυφλοί , ανιστόρητοι και διχασμένοι φτάσαμε στην Μικρασιατική καταστροφή, στον εμφύλιο, και στην προδοσία της Κύπρου.

Και να τώρα, να βρισκόμαστε  μπροστά στο Σκοπιανό πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που ολόκληρες γενιές πολιτικών, ήθελαν να το αγνοούν  και να μην το βλέπουν, παριστάνοντας τους ασπάλακες. Και όχι μόνο αυτό. Πολλοί απ’ αυτούς  επένδυσαν οικονομικά και πολιτικά επάνω σ’ αυτό το πρόβλημα, παριστάνοντας τους θεματοφύλακες του Έθνους και της Θρησκείας, προκαλώντας νέους διχασμούς. Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς, μέχρι και πρωθυπουργοί , έγιναν.

Οι κραυγές του είδους «προδότες, πατριδοκάπηλοι  και Εφιάλτες» κάθε μέρα ακούγονται πιο δυνατά, για να επαληθευτεί για ακόμα μια φορά , πως ‘’ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται’’. Και να μην ξεχνάμε πως μέσα σε μία τέτοια αναμπουμπούλα, διαλύθηκε εμπόλεμα η Γιουγκοσλαβία, και η Βοσνία και η Ερζεγοβίνη, υπολείμματα αυτής της χώρας, έγιναν λεία του Γερμανικού επεκτατισμού.

Και έτσι η μία γένια των πολιτικών, πετώντας  την καυτή πατάτα του Σκοπιανού, στα χέρια της επόμενης,  αυτή  κατέληξε στις χούφτες  του ΣΥΡΙΖΑ.

Ειλικρινά, δε γνωρίζω αν η παρούσα κυβέρνηση, έπραξε και πράττει ορθώς. Είμαι και εγώ ένας αμόρφωτος, που  δεν γνωρίζω την πραγματική ιστορία  του Σκοπιανού, ούτε τις  κρυφές λεπτομέρειες  της πολύχρονης και πάντα πίσω από τις  κλειστές πόρτες, διπλωματίας. Ούτε τις πιέσεις των ξένων παραγόντων που επείγονται για την επίλυση του, προφανώς με γνώμονα τα δικά τους συμφέροντα.

Θέλω όμως αυτή η ιστορία να τελειώσει με το μεγαλύτερο δυνατόν κέρδος των δύο κοινωνιών Ελληνικής και Σκοπιανής, με συμβατούς, ρεαλιστικούς και αποδεκτούς εκατέρωθεν συμβιβασμούς και να κλείσουν ένθεν,κακείθεν οι πόρτες του λαϊκισμού και του ανιστόρητου διχασμού, και της προώθησης της Τουρκικής επέκτασης από τον Βορρά.

Και λυπάμαι που σ’ αυτήν την συμφωνία που δρομολογείται, η συμπολίτευση τα βρίσκει όλα θαυμάσια. Μία συμφωνία  κατά την άποψή της, ιστορική και εθνικά υπερήφανη και η αντιπολίτευση να μην βρίσκει τίποτα καλό σ’ αυτήν, πέρα από εθνική μειοδοσία.

Φαίνεται πως με την έλλειψη στοιχειώδους ομονόησης σε ένα τέτοιο εθνικό θέμα, ο καινούριος  διχασμός μας, θα έχει μακριά ουρά.

[email protected]