Tο εθνικό μας kitsch: Η Νέα Δημοκρατία του Σαλό

Toυ Νίκου Ξυδάκη

Την Τετάρτη το βράδυ, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός, μετά των συζύγων τους, υποδέχονταν τον διάδοχο του βρετανικού θρόνου, πρίγκιπα της Ουαλίας Κάρολο, και τη σύζυγό του, δούκισσα της Κορνουάλης, Καμίλα, στα σκαλιά της ξενοδοχειακά ανακαινισμένης Εθνικής Πινακοθήκης. Είχε προηγηθεί εντατικό φροντιστήριο από τα μήντια για το πρωτόκολλο υποδοχής του βασιλικού οίκου των Ουίνδσορ· πώς υποκλίνεσαι στη δούκισσα, πώς δεν αγγίζεις σωματικά τον πρίγκιπα.

Η Αθήνα είχε παραλύσει από νωρίς, 4.500 αστυνομικοί, οχήματα, ελικόπτερα και drones, ελεύθεροι σκοπευτές και ηλεκτρονικά όπλα, φρουρούσαν τους ελάχιστους υψηλούς προσκεκλημένους για την 200ή επέτειο της Επανάστασης. Υψηλοί προσκεκλημένοι; Ημίψηλοι. Ο μόνος αρχηγός κράτους ήταν ο Πρόεδρος της Κύπρου. Οι Προστάτιδες Δυνάμεις έστειλαν δευτερότριτους. Είναι κι αυτό δείγμα του μητσοτάκειου κύρους, μαζί με το εξώφυλλο του Spectator που τον παρουσίασε ημίγυμνο, σαν μουρλοκακομοίρα.

Το kitsch τυφλώνει

Αλλά αυτή είναι η φτιάξη της εγχώριας δεξιάς: εθελόδουλη και μεταπρατική. Και kitsch, εκθαμβωτικό, πηχτό, kitsch, πληρωμένο με κρατικό χρήμα. Με τέτοιο στραβό ξύλο είναι φτιαγμένοι οι παρ’ ημίν κοτζαμπάσηδες ― παραφράζουμε τον Καντ.

Ελαμπε το kitsch στο πανωσήκωμα της Πινακοθήκης, έλαμπε στη γιγάντια ταμπέλα που μνημείωνε τον χορηγό ( 13 εκατομμύρια ο χορηγός, 47 εκατομμύρια το φαλιρισμένο κράτος), έλαμπε στα γεροντικά σπερπάνια που παπαγάλιζαν λογύδρια χουντικού γυμνασιάρχη. Έλαμπε το kitsch στο επιδεικνυόμενο πιρπιρί (όχι στο πιρπιρί). Ελαμπε το kitsch και η μαϊμουδία σε μια αργόσχολη τάξη που μόνο και αποκλειστικά πιθηκίζει και χάσκει, και ιδέα δεν έχει, δεν θέλει και δεν μπορεί να έχει, τι είναι τα Θεόχτιστα του Κωνσταντινίδη, τα νταούλια των γύφτων, τα τρίχορδα του Πειραιά, η ροή της Μέλπως και του Παπαδιαμάντη.

Λάμπει το kitsch και μας τυφλώνει. Εξακολουθητικά. Κάποτε  ο Πικιώνης ρωτούσε για τα λιθαράκια του Φιλοπάππου τους μαστόρους· τώρα ένας εργολάβος του Ωνασείου ρίχνει μπετόν αρμέ στην Ακρόπολη. Με ένα-δυο εκατομμύρια ο κάθε χορηγός μπορεί να αγοράζει συμβολικό κεφάλαιο, να εκμισθώνει το brand name και να κάνει αποκλειστική χρήση της εικόνας. Της Ακρόπολης. Ενα ΣΔΙΤ είναι κι ο Βράχος: το Δημόσιο χαρίζει το οικόπεδο και ο ιερός ιδιώτης βάζει λεφτά και βγάζει κύρος και λεφτά.

Ένα ΣΔΙΤ η Ελλάδα ολόκληρη·  πάρκινγκ τουριστικών λεωφορείων και ντοκ κρουαζιέρας, μπετοστρωμένα όλα για να αυγατίζουν η επισκεψιμότητα, οι τζίροι, τα εισιτήρια, οι κοκακόλες, τα εμφιαλωμένα. Ενα ΣΔΙΤ με παράλυτα νοσοκομεία, με παρατημένα σχολεία, με αποκλεισμένους κιόλας τους αδύνατους, τους φτωχούς, τους εργαζόμενους, τους «αιώνιους»· ένα ΣΔΙΤ η χώρα, που για να αντιμετωπίσει το brain drain θεσμοθετεί την παραγωγή αγραμμάτων μεταναστών.

Αυτό είναι το kitsch της τρέχουσας Νεοδεξιάς: η θεσμισμένη μισανθρωπία, η παγίωση των ανισοτήτων, η υποκατάσταση του κράτους πρόνοιας από την επιλεκτική φιλανθρωπία, ο μισελληνισμός μιας αργόσχολης τάξης, μια άξεστη τάξη εναντίον όλων των υπολοίπων.

Χωρίς αύριο: η Νέα Δημοκρατία του Σαλό

Το πόσο άξεστοι, αδίστακτοι και πατριδοκάπηλοι είναι φαίνεται εναργώς στο πώς προσεγγίζουν την πολιτιστική κληρονομιά, αρχαία και νεότερη: σαν real estate, σαν μια ακόμη ευκαιρία για μπίζνες και μίζες. Ακριβώς έτσι πράττουν με τον τεμαχισμό των μνημείων στο Μετρό Θεσσαλονίκης, για να βγουν υπερχρεώσεις, παρά τη διεθνή κατακραυγή. Ακριβώς έτσι πράττουν μπετοστρώνοντας την Ακρόπολη. Έτσι κάνουν τα κινητά μνημεία νομάδες του νεοφιλελευθερισμού, για μισό αιώνα δανεικά. Ετσι αλλοιώνουν τη δομή και τον χαρακτήρα των μεγάλων εθνικών μουσείων. Έτσι σχεδιάζουν να εκχωρήσουν αρχαιολογικούς χώρους σε δήμους και ιδιώτες.

Το kitsch είναι πάντα ΣΔΙΤ, για να μεταφέρεται το χρήμα από το δημόσιο ταμείο στο ιδιωτικό.

Το kitsch είναι οι απευθείας αναθέσεις και οι σκανδαλώδεις υπερτιμολογήσεις της Νικολάου, οι μπίζνες και τα ψέματα της Κεραμέως, η μπαναλιτέ χυδαιότητας του Γεωργιάδη, είναι τα μυστικά κονδύλια του Μηταράκη, είναι οι πραιτωριανοί του Χρυσοχοΐδη, ο κυνισμός της τρόικας Μαξίμου, σαν να μην υπάρχουν δικαστές,  σαν να μην υπάρχει αύριο. Πράγματι, δεν υπάρχουν δικαστές, όπως δεν υπάρχουν μήντια· πράγματι, δεν υπάρχει αύριο.

Το δικό τους αύριο είναι ένας αλγόριθμος απληστίας, ψεύδους και μισανθρωπίας. Το αύριο της χώρας είναι real estate, AirBNB, καζίνα, τουρισμός TUI στα μπετά της Ακρόπολης, συνοικίες φαντάσματα που θα παράγουν, ήδη παράγουν, πρεκάριους για τα Wolt, ντελίβερι μπόι πενηντάχρονους, μετανάστες, και τις σταρτ-απ της νέας ανάπτυξης, τράφικινγκ και πρέζα: ό,τι συμβαίνει τώρα στο υπογάστριο της Αθήνας, απλώνεται σαν μύκητας σε όλο το λεκανοπέδιο.

Το kitsch δεν είναι αισθητικό, είναι η φαιά πανώλη που κατατρώει το πολιτικό.

Το kitsch είναι η πολιτική αυτής της αργόσχολης τάξης, είναι η Νεοδεξιά. Το kitsch είναι το διαρκώς, δαιμονικώς, διπλό μα ίδιο πρόσωπο: η θεούσα με τη στέκα και ο παιδοβιαστής. Είναι η Νέα Δημοκρατία του Σαλό.

Δάκρυα για το παρόν, φόβος για το μέλλον

Τετάρτη βράδυ, παραμονή Ευαγγελισμού, παραμονή των 200 χρόνων, 4.500 αστυνομικοί φρουρούσαν τον Κάρολο και την Καμίλα, σε απευθείας μετάδοση.

Την ίδια ώρα, Τετάρτη βράδυ, τα νοσοκομεία της Αττικής στέναζαν και κατέρρεαν. Εκατοντάδες αλαλιασμένοι Ελληνες αναζητούσαν ένα κρεβάτι νοσοκομείου· εκατόν πενήντα άνθρωποι κείτονταν διασωληνωμένοι στα έκτακτα περιμένοντας να εισαχθούν σε ΜΕΘ· γιατροί άσχετων ειδικοτήτων και νοσηλευτές έσπευδαν στις κλινικές CoVid· αμήχανοι επιστρατευμένοι γιατροί περιπλανιόντουσαν στα νοσοκομεία· επτάμιση χιλιάδες οικογένειες πενθούσαν νεκρούς, χιλιάδες οικογένειες αγωνιούσαν για τους αρρώστους τους που βαριανάσαιναν στη μοναξιά και τη σιωπή.

Η Ελλάδα, βαδίζει το δύσβατο δρόμο προς το Πάσχα, διαπλέει την επέτειο με δάκρυα για το παρόν και φόβο για το μέλλον.

ΑΠΟ ΤΟ TVXS