Θλιβερή κατάντια

Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου

Επέλεξα αυτό τον τίτλο στο σημερινό άρθρο για να αποδώσω και να αποτυπώσω με τον πιο έντονο τρόπο την τραγικότητα της διαχείρισης του Κυπριακού από Ε/Κ πλευράς 47 χρόνια μετά την τραγωδία του 1974.

Η αλήθεια είναι πικρή. Όχι μόνο δεν υπάρχει μια κοινή γραμμή πλεύσης σε ότι αφορά τον επιδιωκόμενο στόχο της μορφής λύσης αλλά αντίθετα ένας κυκεώνας αντιμαχόμενων θέσεων, στόχων, εκδοχών και ερμηνειών για το ποια λύση επιδιώκουμε. Ενιαίο κράτος, ομοσπονδία, διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία, χαλαρή ή αποκεντρωμένη ομοσπονδία, λύση δύο κρατών;

Πώς είναι δυνατόν να αναμένεται από το λαό να ομογνωμεί σε ένα εθνικό στόχο που είναι ανύπαρκτος, διάτρητος και αλληλοσυγκρουόμενος σε επίπεδο ηγεσίας;

Ας καταγράψουμε τα δεδομένα.

Η αποτυχία επίτευξης λύσης  στο Κυπριακό μέσα από επανειλημμένες μεσολαβητικές προσπάθειες και άκαρπες διακοινοτικές συνομιλίες, οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Ότι, ούτε η πολιτική βούληση, ούτε η καλή πίστη μπορούν από μόνες τους να κατισχύσουν των γεωπολιτικών και στρατιωτικών συμφερόντων της Τουρκίας. Το μέχρι σήμερα άλυτο του προβλήματος οφείλεται στην παράνομη αλλά μεθοδευμένη διεκδίκηση από την Τουρκία των στρατηγικών συμφερόντων της επί της Κύπρου και της περιοχής, τα οποία αντιβαίνουν τα συμφέροντα του Κυπριακού λαού. Δεν αντιβαίνουν, όμως, αλλά εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας και των συνοδοιπόρων της, που ακολουθούν σταθερά φιλοτουρκική πολιτική, δίνοντας ελάχιστη ή καθόλου σημασία στα συμφέροντα και στη βούληση του λαού της Κύπρου.

Δεκαετίες μετά τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, το Κυπριακό παραμένει ζήτημα άρσης των αποικιοκρατικών καταλοίπων μετά την τουρκική εισβολή, παραμένει ζήτημα τερματισμού της στρατιωτικής κατοχής.

Ο αγώνας του Κυπριακού λαού ήταν και παραμένει αγώνας εναντίον της κατοχής και αγώνας για ελευθερία και ανεξαρτησία.

Δυστυχώς πέραν της παρείσφρησης της ορολογίας της διζωνικής στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, υπάρχουν και αυτοί που στη δική μας πλευρά, επιμένουν να προβάλλουν ως σημαία της προσπάθειας για λύση, όχι το περιεχόμενο μιας σωστής ομοσπονδιακής λύσης, αλλά τον τίτλο και τον επιθετικό της προσδιορισμό.

Ιδού όμως τα αμάχητα τεκμήρια της βαρύτατης πλάνης τους.

-Άρθρο 4 (κύριο άρθρο) της θεμελιώδους συμφωνίας του Σχεδίου Ανάν

«Έχοντας αποφασίσει να ανανεώσουμε το συνεταιρισμό μας και αποφασισμένοι ότι αυτός ο νέος διζωνικός συνεταιρισμός…….»

-Άρθρο 2 παράγραφος(α) του Σχεδίου Ανάν.

« Η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία είναι οργανωμένη σύμφωνα με το Σύναγμα της και σύμφωνα με τις βασικές αρχές …….της διζωνικότητας και της ισότητας των συνιστωσών πολιτειών».

Άρθρο 1 (θεμελιώδες) του Συντάγματος της Ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας του σχεδίου Ανάν

«Η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία θα οργανωθεί δυνάμει του παρόντος Συντάγματος σύμφωνα με τις βασικές αρχές του Κράτους Δικαίου….. της διζωνικότητας και του ισότιμου καθεστώτος των συνιστωσών πολιτειών».

Το Σχέδιο Ανάν σαφώς λοιπόν προέβλεπε για διζωνική –δικοινοτική ομοσπονδία. Αυτός  ήταν  ο χαρακτηρισμός της λύσης. Αυτός ο χαρακτηρισμός οδηγούσε σε λύση δίκαιη, ισοβαρή και διασφαλίζουσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες; Ο Κυπριακός Ελληνισμός έκρινε ότι η «διζωνική» Ομοσπονδία που πρότεινε το Σχέδιο Ανάν ήταν απαράδεκτη και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο την απέρριψε.

Αυτοί που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να μετατρέψουμε τη «διζωνικότητα» σε σημαία του αγώνα για λύση του Κυπριακού επιδίδονται δυστυχώς και σε μια σκόπιμη διαστρέβλωση. Προσπαθούν να φορτώσουν την ευθύνη για τη διζωνική στο Μακάριο. Ισχυρίζονται ότι στη συμφωνία Μακαρίου – Ντενκτάς του 1977 εισήχθη ο όρος της διζωνικότητας. Ψεύδος. Ούτε στη συμφωνία Κυπριανού – Ντενκτάς του1979 υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά διζωνικού προσδιορισμού της Ομοσπονδίας. Είναι δε πολύ σημαντικό το γεγονός ότι σε αυτές τις συμφωνίες γίνεται ρητή αναφορά στην εφαρμογή  των τριών βασικών ελευθεριών. Της ελευθερίας εγκατάστασης, διακίνησης και στο δικαίωμα περιουσίας. Αλλά και στις προτάσεις του Εθνικού Συμβουλίου του 1989, καμιά αναφορά σε διζωνικότητα δεν υπάρχει. Για το εδαφικό η αναφορά είναι «για δύο περιοχές οι οποίες θα αποκαλούνται περιφέρειες».

Ο όρος «διζωνική» δεν είναι δόκιμος ούτε στο Συνταγματικό Δίκαιο ούτε στην Επιστήμη της Πολιτειολογίας. Ούτε έχει χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό οποιουδήποτε ομοσπονδιακού συστήματος στον κόσμο. Οι ζώνες χρησιμοποιήθηκαν στην πολιτική ορολογία στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου πρώτον για να προσδιορίσουν στρατιωτικές περιοχές από τις οποίες απομακρύνθηκαν οι πληθυσμοί και δεύτερον για να προσδιορίσουν εθνολογικά αμιγείς περιοχές αφού προηγήθηκαν βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών.

Είναι ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους που θα πρέπει να επιμένουμε σε συγκεκριμένο περιεχόμενο μιας αποδεκτής λύσης και όχι στην ονοματολογία και στον επιθετικό προσδιορισμό της ομοσπονδίας. Γιατί ο όρος της διζωνικής όπως ερμηνεύεται από την τουρκική πλευρά οδηγεί σε λύση καθεστώτος φυλετικών διακρίσεων. Με εμμονή στην εφαρμογή των αρχών του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων  Δικαιωμάτων.

Οι κορυφαίοι Έλληνες Συνταγματολόγοι Αριστόβουλος Μανέσης, Δημήτρης Τσάτσος και Γιώργος Παπαδημητρίου σε  υπόμνημα τους προς την Κυβέρνηση της Κύπρου για το Σχέδιο Ντε Γκουεγιάρ στις 22.8.1991 ανέφεραν μεταξύ άλλων:

…« Οι προτάσεις για δικοινοτικότητα και διζωνικότητα ως βασικές παράμετροι του Ομοσπονδιακού συστήματος ισοδυναμούν προφανώς με την επιβολή μιας κάθετης και διαμπερούς διαιρετικής τομής στη Δημοκρατία»…

…«Επί χάρτου προκύπτει μια πολιτειακή οντότητα που είναι εντελώς άγνωστη στην τυπολογία των σύγχρονων πολιτευμάτων»…

«Η εφαρμογή αυτού του ιδιόρρυθμου ομοσπονδιακού συστήματος στην Κύπρο θα είναι απολύτως ξένη προς το ιστορικό νόημα της ομοσπονδιακής αρχής. Και πάντως θα οδηγήσει στην επιβολή της πάγιας διεκδίκησης της Τουρκίας: Της διχοτόμησης του νησιού».

Πέραν όμως των αδιαμφισβήτητων θέσεων υπήρξε ένα άκρως  ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό έγγραφο που δημοσίευσε ο «Φιλελεύθερος» στις 5.8.2007. Πρόκειται για απόρρητο έγγραφο του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών που υπογράφεται από τον τότε Υφυπουργό Εξωτερικών Γιαβουζάλτ και φέρει ημερομηνία 20.1.1984, λίγο δηλαδή μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Το έγγραφο περιείχε οδηγίες προς όλους τους Τούρκους πρέσβεις αναφορικά με μελλοντικές διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό.

Αναφέρει λοιπόν αυτό το έγγραφο τα εξής πολύ χαρακτηριστικά:

« Κατά τις μεταγενέστερες διαπραγματεύσεις για την οριστική λύση του προβλήματος, στο πλαίσιο συμφωνίας για μια διζωνική ομοσπονδιακή λύση, δεν υπάρχουν δυνατότητες ούτε και κίνδυνοι που θα μπορούσαν να υποχρεώσουν την τουρκική πλευρά να υιοθετήσει δικαιώματα, αρμοδιότητες και εγγυήσεις μικρότερες από εκείνες που αναγνώριζε το Σύνταγμα του 1960, καθώς οι αντίστοιχες συμφωνίες θα αφορούν για ένα έδαφος που δεν θα είναι μικρότερο του 30%. Στην πραγματικότητα θα αποτελεί μάλλον την επιβεβαίωση της κατάστασης που δημιουργήθηκε μετά την τουρκική στρατιωτική επέμβαση».

Περαιτέρω δε το απόρρητο έγγραφο του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει:

«Η ελληνοκυπριακή πλευρά θα στερηθεί όλα τα δικαιώματα και όλες τις αρμοδιότητες όσον αφορά την τουρκική ζώνη. Η επιστροφή μεγάλου αριθμού Ελληνοκυπρίων στη ζώνη αυτή δεν θα είναι πια δυνατή και οι Ελληνοκύπριοι θα είναι υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν από κοινού με τους Τουρκοκυπρίους στη διαχείριση των εξωτερικών σχέσεων και στην Κυβέρνηση του κράτους».

Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστο. Έχουμε αποδεχθεί την Ομοσπονδία και αυτή είναι μια ιστορικά ανέκκλητη παραδοχή. Αυτό ωστόσο δεν πρέπει να σημαίνει ασυμβατότητα με θεμελιώδεις αρχές στις οποίες εδράζονται τα σύγχρονα πολιτεύματα, ως προϊόντα του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού.

Αναγκαία η κατανόηση  της απλής αλήθειας. Ούτε η ιστορία, ούτε η επιστήμη, ούτε ο νομικός πολιτισμός και η πολιτική ευθυκρισία επιτρέπουν μια τέτοια επιπολαιότητα.

Το Εθνικό Συμβούλιο μετά την πολυήμερη σύνοδο του το Σεπτέμβριο του 2009 κατέληξε σε μια κοινή απόφαση η οποία προσδιορίζει με επάρκεια και σαφήνεια τις παραμέτρους μιας ομοσπονδιακής λύσης η οποία θα κατοχυρώνει την ενότητα κράτους, λαού, θεσμών και οικονομίας με αδιαπραγμάτευτη εφαρμογή ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.

Άλλωστε μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., λύση του Κυπριακού με παραβίαση ελευθεριών και δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο ούτε νοείται, ούτε μπορεί να γίνει αποδεκτή.

Όμως στο δημόσιο διάλογο εμφανίστηκε  τελευταία η νεοφανής θέση περί «λύσης δύο κρατών». Με τον κατοχικό ηγέτη Τατάρ να «κανοναρχεί» από πρωίας μέχρι νυκτός για μια τέτοια λύση. Δηλαδή αποδοχή στην πραγματικότητα των τετελεσμένων της εισβολής και της κατοχής. Απόδοσης και εκχώρησης στην Τουρκία των καταπατημένων εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και προφανώς αναγνώρισης του ψευδοκράτους το οποίο θα μετεξελιχθεί σε νόμιμη κρατική οντότητα. Κατά παραβίαση σειράς ψηφισμάτων του Συμβουλίου  Ασφαλείας περί Κύπρου, τα οποία, πρώτοι εμείς, θα πρέπει να παραβιάσουμε.

Γιατί όμως μια τέτοια σκέψη; Έστω ανομολόγητη; Αποτέλεσμα απόγνωσης και απελπισίας. Σύμπτωμα εσχάτης ηττοπάθειας και αδήριτου ρεαλισμού;

Ότι και να είναι, το μόνο βέβαιο είναι ότι πρόκειται για θλιβερό κατάντημα και τραγική χρεωκοπία της περιλάλητης εθνικής ομοψυχίας  ως προς τον επιδιωκόμενο στόχο λύσης  του Κυπριακού.

47 χρόνια μετά. Άραγε θα συνέλθουμε;

Πρώην Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων