Του Νίκου Λακόπουλου
H προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να κλείσει το θέμα των παρακολουθήσεων με μια συζήτηση στη Βουλή και την “παραχώρηση” μιας Εξεταστικής Επιτροπής -που θα ελέγχει- έχει ταυτόχρονα στοιχεία δραματατικά, όσο και στοιχεία πολιτικής κωμωδίας.
Το ότι ένας Πρωθυπουργός λέει “αν το ήξερα, δεν θα το επέτρεπα” για ένα θέμα που αφορά την ποινική δικαιοσύνη είναι αστεία δικαιολογία και δεν πείθει ούτε την αντιπολίτευση, ούτε την κοινοβουλευτική του ομάδα που θα πρέπει -όπως και οι πρώην πρωθυπουργοί του κόμματός του- κάποια στιγμή να μιλήσουν.
Ο εξευτελισμός της πολιτικής με ένα σκάνδαλο που αφορά την καρδιά του πολιτεύματος δεν θα πρέπει να παρασύρει όλο το κόμμα του για ένα λόγο που θα πρέπει να ξυπνήσει συνειδήσεις σε μια παράταξη που παινεύεται πως ο ιδρυτής της θεμελίωσε το δημοκρατικό πολίτευμα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που διασύρει την χώρα διεθνώς με τις πρακτικές του δεν κατηγορείται για μια παρακολούθηση ενός αρχηγού πολιτικού κόμματος -που έγινε κατά λάθος, “αλλά νόμιμα”.
Κατηγορείται για την απόπειρα εγκαθίδρυσης ενός αυταρχικού καθεστώτος συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες στο πρόσωπό του με την εργαλειοποίηση της Βουλής, την περιθωριοποίηση της ίδιας της κυβέρνησης και τον έλεγχο μιας μυστικής υπηρεσίας που παρακολουθούσε πολιτικούς, δημοσιογράφους, -είκοσι χιλιάδες πολίτες- και προφανώς και… τους υπουργούς του.
Ένα πολιτικό έγκλημα με ποινικές προεκτάσεις
Μόνο σε καθεστώτα τρίτου κόσμου όπου δικτάτορες κυβερνάνε με την οικογένειά τους -και κληροδοτούν και την εξουσία σε συγγενείς- ο ηγέτης δεν έχει μόνο τον έλεγχο -κι όχι απλώς την εποπτεία- μιας μυστικής υπηρεσίας, αλλά βάζει στη θέση του τον ανηψιό του.
Η ίδια η βιασύνη του Πρωθυπουργού να ανοίξει την ΕΥΠ σε κοινοβουλευτικό έλεγχο -τ΄άχα- με “ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας” δείχνει πως κάτι περισσότερο από μια λάθος, αλλά νόμιμη παρακολούθηση -που δεν… γνώριζε ο Πρωθυπουργός- συμβαίνει στο βασίλειο μιας κρατικής υπηρεσ΄΄ιας που λειτουργεί με παρακρατικές μεθόδους.
Η λογοδοσία θα πρέπει να γίνει τώρα αναδρομικά και η κυβέρνηση δεν έχει παρά να αλλάξει μια τροπολογία που πέρασε στη Βουλή όταν ο δημοσιογράφος Κουκ΄΄ακης ζήτησε να ενημερωθεί για την παρακολούθησή του.
Να επιτρέψει δηλαδή σε όσους παρακολουθούσε να ενημερωθούν για τον φάκελό τους -που δεν είναι μόνο ο Νίκος Ανδρουλάκης.
Πρώτα- πρώτα υπάρχει η υπόθεση Κουκάκη και το θέμα του Predator για τα οποία σιωπά ένοχα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Αν γνώριζε και δεν θα επέτρεπε την παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή -υποψήφιου για την ηγεσία ενός κόμματος, πόσες άλλες παρακολουθήσεις δεν γνώριζε;
Η παρακολούθηση ενός πολιτικού προσώπου «ασφαλώς και προυποθέτει εγγυήσεις πέραν από την κρίση ακόμη και ενός έμπειρου και ικανού δικαστικού λειτουργού» όπως είπε ο Πρωθυπουργός.
Η παρακολούθηση ενός δημοσιογράφου- κι άλλων… είκοσι χιλιάδων πολιτών -που είναι ύποπτοι για την εθνική ασφάλεια- δεν προϋποθέτει εγγυήσεις;
Δεν χρειάζεται να εξηγήσει ο Πρωθυπουργός πώς ένας δημοσιογράφος που ερευνά κυβερνητικά σκάνδαλα βλάπτει την «αμυντική θωράκιση της χώρας»;
H κυβέρνηση δεν χρησιμοποιεί παράνομα συστήματα παρακολούθησης λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος,-ο οποίος όμως έχει πει ΄ήδη ψέματα που επίσης είναι ποινικό α΄δίκημα.
Δεν ανησυχεί για το ποιος έχει το Predator, ούτε λέει αν συνεργάζεται μαζί του -εννοώντας μάλλον πως αν ψάξετε στην ΕΥΠ δεν θα βρείτε… τιμολόγιο αγορά του.
Αλλά αυτό είναι το χειρότερο -αν πράγματι το έχει κάποιος «ιδιώτης», όπως λέει ο αναλώσιμος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Κάποιος εκεί έξω έχει αρχεία για πολίτες και πολιτικούς, γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα και είναι άγνωστο για ποιον δουλεύει.
Οι απαντήσεις βρίσκονται στην υπόθεση Κουκάκη
Το ενδιαφέρον στην Υπόθεση Κουκάκη είναι πως όταν σταμάτησε η νόμιμη παρακολούθηση από την ΕΥΠ ανέλαβε ο ιδιώτης. Το έγκλημα είναι πως με απομακρύνσεις στελεχών, προσλήψεις με παράκαμψη του ΑΣΕΠ και συνδέσμους σε κάθε υπουργείο η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ετέθη στην υπηρεσία όχι της κυβέρνησης ή του κόμματος, αλλά προσωπικά του Μητσοτάκη.
Αφού η «επισύνδεση» ήταν νόμιμη και «τυπικά επαρκής», γιατί να είναι «πολιτικά μη αποδεκτή»; Ποιος δουλεύει ποιον σ’ αυτή την υπόθεση; Ποιος σκέφτηκε να διαρρεύσει ότι ζήτησαν την παρακολούθηση του Ανδρουλάκη οι …Αρμένιοι και οι Ουκρανοί -και διασύρουν με τις διαψεύσεις των πρεσβευτών του διεθνώς τη χώρα;
Tι θα πει «αν και αφορούσε προβεβλημένο πολιτικό πρόσωπο, ο χειρισμός της υπήρξε ελλιπής κι ακριβώς γι’ αυτό απομακρύνθηκε αμέσως ο Διοικητής της ΕΥΠ»;
Δεν τον παρακολουθούσε αρκετά δηλαδή η ΕΥΠ; Kι αφού ο διοικητής της ΕΥΠ απομακρύνθηκε -και δεν παραιτήθηκε τελικά(!)- γιατί «ο Γενικός Γραμματέας του Γραφείου του Πρωθυπουργού ανέλαβε την αντικειμενική πολιτική ευθύνη» και παραιτήθηκε δεν παραιτείται και ο Πρωθυπουργός που την έχει σε υπέρτατο βαθμό;
Αφού ήταν για λόγους εθνικής ασφαλείας -και νόμιμη- γιατί δεν θα το επέτρεπε; Ο “έμπειρος δικαστικός” -που συμβαίνει να επιβλήθηκε στη θέση αυτή- ήταν αυτός που εισηγήθηκε ή συμφώνησε γι’ αυτήν την «επισύνδεση» και ποιος -και με την υπογρα΄φή ποιου- την ζήτησε;
Γιατί ο Πρωθυπουργός βιάζεται να καλύψει την «έμπειρη» δικαστικό, ενώ έχει αδειάσει τον διοικητή της ΕΥΠ και τον ανηψιό- γενικό γραμματέα -που όμως για άλλη υπόθεση ήρθε στην δημοσιότητα: το Predator και επιχειρηματικη δραστηριότητα ενώ ήταν γενικός γραμματέας του Πρωθυπουργού;
Ήταν παράνομη η απόφαση του διοικητή της ΕΥΠ;
To καίριο ερώτημα έθεσε ο Ευάγγελος Βενιζέλος και απάντησε αρνητικά. “Μπορούν άραγε να παρακολουθούνται πολιτικά πρόσωπα, βουλευτές και αρχηγοί κομμάτων, για λόγους «εθνικής ασφάλειας» εάν το σταθμίσει ο εκάστοτε πρωθυπουργός και το εγκρίνει ένας εισαγγελέας εφετών”;
Ο ίδιος με ένα χθεσινό του άρθρο -αφού έχει ζητήσει να κινηθεί η Δικαιοσύνη ανεξάρτητα από τη Βουλή θέτει ένα καίριο ζήτημα:
«Αν ήταν νόμιμη η εντολή του Πρωθυπουργού να μη διενεργηθεί παρακολούθηση, είναι παράνομη η απόφαση του διοικητή της ΕΥΠ να τη διενεργήσει και η έγκριση της με εισαγγελική διάταξη».
“Συνεπώς ως προς το συγκεκριμένο και ομολογημένο συμβάν οφείλουν να κινηθούν αμέσως τα αρμόδια όργανα της ποινικής δικαιοσύνης που δεν έχουν να περιμένουν καμία κοινοβουλευτική διαδικασία ως προς την ποινική ευθύνη προσώπων που δεν εμπίπτουν στο άρθρο 86 Συντ.«
Σύμφωνα με αυτό άρθρο πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη.
Πριν από αυτό όμως η αντιπολίτευση θα πρέπει να ζητήσει τώρα να ανοίξουν τα αρχεία της ΕΥΠ στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας ή άλλη ειδική επιτροπή. Προτού η κυβέρνηση κάνει αυτό που ανακοίνωσε ως πρόθεση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και καταστρέψει τον φάκελο Ανδρουλάκη.
Αν ήδη στην ΕΥΠ μέσα στην ΕΥΠ δεν καταστρέφουν αρχεία όσο η κυβέρνηση προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και η Δικαιοσύνη καθυστερεί -όπως αναρωτιέται με ένα άρθρο του στην Καθημερινή ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος:
“Θέλω να πιστεύω ότι η σχετική έρευνα θα αποκαλύψει την αλήθεια και θα αποδώσει τις σχετικές ευθύνες” γράφει.
“Αλήθεια, γιατί καθυστερεί ο κ. Ντογιάκος΄΄;”