Του Γ. Λακόπουλου
Για περισσότερο από οκτώ -ένδοξες- δεκαετίες το «Συγκρότημα» ήταν ο ΔΟΛ. Μετα έγινε ΔΟΨ και παρήκμασε. Τώρα γίνεται ΔΟΜ. Λαμπράκης, Ψυχάρης, Μαρινάκης – σχεδόν ένας αιώνας.
Η τελευταία εξέλιξη για πολλούς είναι σοκ. Αλλά δεν είναι ούτε πρωτοφανής, ούτε απαραιτήτως κακή. Και το άλλο μεγάλο και ιστορικό δημοσιογραφικό συγκρότημα, πέρασε από τη Βλάχου στον Κοσκωτά και από εκεί στους Αλαφούζους.
Το κράτησαν στο ύψος του. Αναβάθμισαν μάλιστα την «Καθημερινή», διατηρώντας την πολιτική γραμμή της και το στρατηγικό ρόλο της στη συντηρητική παράταξη αλλά και διευρύνοντας τολμηρά την πολιτική γεωγραφία των συνεργατών της. Για πρώτη φορά τόσοι πολλοί αριστεροί έγραφαν, ελεύθερα, σε μια «Δεξιά» εφημερίδα. Αλλά «τα ιερά και τα όσια» του πολιτικού προσανατολισμού της παρέμειναν ανέγγιχτα.
Στον ΔΟΛ -ΔΟΜ πλέον- τα πράγματα εξελίχθηκαν ανάποδα και γι’ αυτό έγιναν περίπλοκα εσχάτως. χρόνια. Επί Ψυχάρη δηλαδή-, παρότι όσοι είναι στα πράγματα ξέρουν ότι στην τελευταία φάση, λόγω υγείας, διοικούσε μέσω τρίτων, που τον «κρέμασαν». Στα καλά του δεν θα ήταν εύκολο να τον βάλει κάτω κανείς.
Δεν ήταν ο δανεισμός που οδήγησε σε αδιέξοδο, όπως λανσάρουν κάποιοι. Η κρίση προϋπήρχε και ήταν δημοσιογραφική. Πρώτα χρεοκόπησε ενώπιον μιας μεγάλης μερίδας του κοινού του και μετά ενώπιον των τραπεζών.
Με άλλα λόγια έγιναν λάθη και άνοιξαν πληγές και αυτά παραλαμβάνει ο νέος αγοραστής των τίτλων. Για να έχει μέλλον το Συγκρότημα θα χρειαστεί αναστροφή. Παρέμβαση στις πηγές της κακοδαιμονίας και στα σημεία που γέννησαν το πρόβλημα. Εκδότική παρέμβαση- τα λεφτά δεν κάνουν απο μόνα τους εφημερίδες…
Για παράδειγμα η στελεχιακή διαχείριση τελευταίων χρόνων εκκένωσε το Συγκρότημα από όσους κρατούσαν στην πρώτη γραμμή τις εφημερίδες του. Από τους περισσότερους για την ακρίβεια,- γιατί και όσοι έμειναν έκαναν κάτι ηρωικότερο: δούλευαν με επάρκεια χωρίς λεφτά και τις κράτησαν ζωντανές.
Αλλά πρόσωπα που ανέλαβαν ρόλους -ή έπαιζαν ρόλους χωρίς να τους έχουν αναλάβει- έγιναν αφορμή να αποχωρήσουν κορυφαίοι «γραφιάδες» από τις δυο εφημερίδες.
Στον καιρό του ο Ψυχάρης, ως «εφημεριδάς» που ήταν, δεν θα έχανε εμβληματικές υπογραφές, όπως τον Νικολάου, τον Παπαχελά ,τον Ευθυμίου ή τον Χατζόπουλο. Έτσι στρώθηκε το χαλί στην αλαζονεία και τον όψιμο -πλην φαιδρό και μικρομεγαλίστικο- “πατερναλισμό”.
Το μεγαλύτερο λάθος ήταν η -ακήρυκτη- αλλαγή πολιτικής γραμμής που ισοδυναμούσαμε άτυπη προσχώρηση στο μηχανισμό των υποστηρικτών πρώτα του Σαμαρά και εν συνεχεία του Μητσοτάκη -κατά τρόπο ανιστόρητο και προκλητικό για το παραδοσιακό κοινό του ΔΟΛ, που ήταν στην πλειοψηφία του ενταγμένο στη Δημοκρατική Παράταξη, το χώρο που καλύπτει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Εφημερίδες που λοιδορούν το κοινό που τις στήριζε, ή τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ που στήριξαν οι ίδιες και σαλιαρίζουν με το Νεομητσοτακισμό και τη Δεξιά που πολεμούσαν, μοιραία χάνουν. Ειδικά αν η αλλαγή καταλήγει σε βάρος της εγκυρότητας, της αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας, της υποστήριξης της κοινωνίας από την πλευρά τους με την άκριτη υποστήριξη -όχι του Μνημονίου- των μνημονιακών καιροσκόπων…
Αρνητική – ψυχολογική- έξελιξη ηταν η διάψευση της προσδοκίας που είχαν πολλοί ότι ο «δημοσιογραφοπατέρας» Ψυχάρης, εκ χαρακτήρος και …εκ καταγωγής, αποχωρώντας θα έβρισκε τρόπο να ξοφλήσει, ακόμη απο τα ιδιωτικά…αμπάρια, τα δεδουλευμένα των ανθρώπων που εργάσθηκαν γι αυτόν τους τελευταίους μήνες. Δεν το έκανε και μέχρι στιγμής δεν υπάρχει εξήγηση. Αυτό απογοήτευσε και διευκόλυνε τη λεηλασία του ΔΟΛ σε προσωπικό.
Τα τελευταία χρόνια διεράγη ο ιστός που συνέδεε εσωτερικά τους ανθρώπους που εργάζονταν το Συγκρότημα. Όποιος περνούσε τις πόρτες του και έμενε, είχε συναίσθηση του κοινωνικου αντίκτυπου της δουλειάς τους και τη βεβαιότητα ότι είναι καλυμένος από έξωθεν παρεμβάσεις. Λογοδοτούσε στη συνείδησή του και στον διευθυντή του – σε κανέναν άλλον.
Αν ένας Πρωθυπουργός ζητούσε να απολυθεί ένας κλητήρας, ο Λαμπράκης και ο πρώιμος Ψυχάρης θα απέλυσαν τον… Πρωθυπουργό. Αλλά τα τελευταία χρόνια οι Σαμαράς – Μητσοτάκης πλήρωναν τα μαλλιά της κεφαλής τους στην …τηλεφωνία. Η αόρατη προστασία της δημοσιογραφικής εργασίας κατέρρευσε και η αίσθηση της ιδιαιτερότητας του Συγκροτήματος,που ήταν η δύναμή του, χάθηκε.
Και τώρα τι;
Είναι προφανές οτι η εποχή Μαρινάκη δεν αρχίζει με καλές προϋποθέσεις. Υπάρχουν όμως ακόμη προοπτικές, λόγω εναπομείνασας κεκτημένης ταχύτητας και της επιμονής μιας μερίδας του προσωπικού να δεθεί στο κατάρτι. Πρωτίστως όσοι έμειναν και χρειάζονται τη δουλειά τους και την ξέρουν – οι μεγαλοστομίες είναι για τους δήθεν.
Αλλά παρότι η κατάσταση που δημιοουργήθηκε έδωσε ευκαιρίες να αναδειχθούν ως ευχάριστες εκπλησεις νέες ” υπογραφές” – τα κένά παραμένουν και η απόσταση απο παλαιότερες εποχές είναι ολοφάνερη. Στα ΜΜΕ δεν αρκεί να ειναι το μοναστήρι να είναι καλά. Χρειάζονται και καλόγεροι…
Δεν ξέρουμε τι σχεδιασμούς έχει ο νέος ιδιοκτήτης- ούτε καν για ποιο λόγο έγινε ιδιοκτήτης. Αλλά για το Συγκρότημα οι προοπτικές θα εξασθενίσουν αν πιστέψει -όπως ο Ψυχάρης- ότι μπορεί να αντικαταστήσει τον Χρήστο Λαμπράκη ως ενεργός παράγων στη Δημοκρατική παράταξη. Ή αν κάνει το αντίθετο και εντάξει τις εφημερίδες επισήμως στην υπηρεσία του μάρκετινγκ ανάδειξης του Κυριάκου στην πρωθυπουργία.
Υπάρχει και κάτι ακόμη που ψιθυρίζεται: να γίνουν μοχλός εκκαθάρισης λογαριασμών ανάμεσα στον πρόεδρο της ΝΔ και τη Ντόρα Μπακογιάννη. Η μεταφορά του βρετανικού δράματος «Μίλιμπαντ εναντίον Μίλιμπαντ» -με τον ΔΟΛ από τη μια και το συγκρότημα Αλαφούζου από την άλλη- θα είναι άχαρη για εφημερίδες σαν το ΒΗΜΑ και τα ΝΕΑ.
Από τα λάθη του ΔΟΛ πάντως υπάρχει ένα κέρδος για όσους θα αναλάβουν επιτελικά την ανόρθωσή του: το συμπέρασμα ότι αναγνώστες δεν χειραγωγούνται πολιτικά, με δημοσιεύματα. Γιατί απλούστατα η επιλογή κόμματος προηγείται της επιλογής εφημερίδας.
Ο Μαρινάκης αγόρασε τους τίτλους. Δεν αγόρασε και τους αναγνώστες. Για να τους κρατήσει και να τους αυξήσει πρέπει οι εφημερίδες να σεβαστούν την ιστορία του φυσικού χώρου τους, τα βιώματα , τις ευαισθησ’ιες, τη δημοκρατική κουλτούρα, ακόμη και την αισθητική και τις προσλαμβάνουσες του παραδοσιακου κοινού τους.
Αυτό σημαίνει ότι ο ΔΟΛ -ΔΟΜ πλέον- θα αναστηθεί εκδοτικά μόνο αν επιστρέψει στο παρελθόν του, ήτοι αν εξελιχθεί σε πραγματική επένδυση στο μιντιακό χώρο. Παράγοντας ένα ελκυστικό ενημερωτικό προϊόν. Κινούμενος στις φυσικές ράγες του – αντί να εκληφθεί ως σκεύος πολιτικής ηδονής.
Με απλά λόγια «Συγκρότημα» υπέρ της Δεξιάς και κόντρα στη Δημοκρατική παράταξη -και τα ιστορικά της συμφραζόμενα- δεν υπάρχει.