Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Αυτό που συμβαίνει στον ΣΥΡΙΖΑ είναι η τελευταία πράξη στο «χρονικό ενός προαναγγελθέντος πολιτικού θανάτου». Του ανθρώπου που θα γινόταν βασιλιάς.
Ωστόσο μην πυροβολείτε τον πιανίστα: δεν ευθύνεται, γι’ αυτό καθ’ εαυτό το χρονικό.
Η ορμητική εισβολή του Στέφανου Κασσελάκη στην ελληνική πολιτική σκηνή, είχε στοιχεία που μόνο στον πλανήτη ΣΥΡΙΖΑ δεν θα κινούσαν υπόνοιες
Τους συστήθηκε ως «Στέφανος» και αράδιασε μια σειρά από βιογραφικά στοιχεία, για τα οποία δεν υπήρχε καμία άλλη μαρτυρία, εκτός από τη δική του.
Δεν ανησύχησαν όταν οι οικείοι του μιλούσαν για ένα παιδί που έγραφε έξω από το δωμάτιό του: «Μην ενοχλείτε τον πρωθυπουργό» .
Τον δέχθηκαν ως «σταρ» που «μαθαίνει εύκολα». Στου κασίδη το κεφάλι.
Η παραζάλη από την ήττα και η απόγνωση μετά την αποχώρηση του Τσίπρα από την ηγεσία – παρότι για την περιοχή του κόμματος που κάλυπτε η φράξια «Ομπρέλα», αυτή ακριβώς ήταν η επιδίωξη: «να χάσει και να φύγει”- επέφερε συλλογική τύφλωση.
Εξελίχθηκε σε μαζική πολιτική υποστήριξη- και αποδοκιμασία όσων αποσύρθηκαν αξιοπρεπώς, με πρώτον τον καθηγητή Γεροτζιάφα.
Ωστόσο ο Κασσελάκης δεν θα ήταν καν υποψήφιος, αν όσοι τον απέπεμψαν τώρα, δεν είχαν εγκρίνει την υποψηφιότητα του, ως ασύμβατη με την Αριστερά.
Δεν θα μπορούσε να εκλεγεί αν δεν βρισκόταν στο πλευρό του η «προεδρική» φράξια «Κίνηση μελών » και επώνυμα κομματικά στελέχη- ένα τμήμα των οποίων ήταν γνωστοί ως υποστηρικτές του απελθόντος προέδρου.
Ούτε αν ο ανθυποψήφιός του Νίκος Παππάς -στον οποίο αποδίδεται η ίντριγκα της αποπομπής του -δεν τον στήριζε στο δεύτερο γύρο.
Παρότι στην κοινωνία, η αρχική περιέργεια για το «φαινόμενο Κασσελάκη» είχε στοιχεία χλεύης, οι Συριζαίοι τον έβγαλαν πρόεδρο με 56%. Καμάρι και κορώνα στο κεφάλι τους.
Θα νικούσε τον Μητσοτάκη, επειδή μιλάει καλύτερα αγγλικά, οικονομία και μετακινήθηκε στην Αριστερά, όταν απηύδησε από το καπιταλισμό που τον έκανε πλούσιο. Κάτι σαν μακρινός απόγονος του Ενγκελς .
Δεν είχε σχέση με την πολιτική, αλλά του εκχώρησαν το προνόμιο να συμπεριφέρεται όπως αισθανόταν κάθε φορά – και σ’ αυτό ήταν ειλικρινής μαζί τους.
Σύντομα δεν ήταν επικεφαλής κόμματος, αλλά αρχηγός αίρεσης. Άνδρες και γυναίκες τον ακολούθησαν ως τον Νυμφίο της πολιτικής που εμφανίσθηκε εν τω μέσω τη νυκτός- τους- μακάριοι που τους βρήκε γρηγορούντες. Ποιος την έπιανε τη Τζάκρη…
Απολάμβαναν ότι μετέτρεπε εαυτό του σε πολιτική πρόταση- επειδή δεν είχε τι άλλο να πει.
Δεν ενοχλήθηκαν όταν ανέδειξε ως σύμβολο της κυριαρχίας του τον ιδιωτικό βίο του-τον σύζυγο του, το σκύλο του, τα πολυτελή σπίτια του-και τις θεοπάλαβες θεωρίες του.
Τον απολάμβαναν όταν έδινε κουφές συνεντεύξεις σε απίθανες περσόνες των ΜΜΕ, τους παρατούσε σύξυλους για τις υπερατλαντικές υποθέσεις του, ή τους κουβάλησε με τα σακ βουαγιάζ τους στις Σπέτσες, για να του κάνουν φροντιστήριο.
Για 11 μήνες κυκλοφορούσε ντυμένος με το τέταρτο πολιτειακό αξίωμα στη χώρα, ενώ δεν ήταν βουλευτής.
Κόμπαζε για τη ρήξη με το παρελθόν, δείχνοντας τον Τσίπρα. Χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι το παρελθόν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ -μαζί με τον Πολάκη και τον επικεφαλής της πιο οργανωμένης ομάδας του κόμματος που τον στήριζαν.
Όπως όσοι τον έριξαν τελικά- με προνουτσιαμέντο καταστατικής νομιμοφάνειας- δεν αντιλαμβάνονται ότι δημιούργησαν προηγούμενο για κάθε επόμενο πρόεδρο.
Αλλά ας μην κρυβόμαστε. Ο Κασσελάκης δεν ήταν ατύχημα, που διόρθωσε η κομματική γραφειοκρατία. Ήταν το τρόπαιό της -που κατέληξε θύμα της.