Αιώνιοι φοιτητές, ένας ακόμα μύθος

Του Νίκου Σαραντάκου

Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες θριαμβολογούν ότι το νομοσχέδιο το οποίο, κατά παγκόσμια μάλλον πρωτοτυπία παρουσιάστηκε πρόσφατα από κοινού από τους υπουργούς Παιδείας, και Δημόσιας Τάξης (αναφέρω τον παλαιό τίτλο γιατί τον βρίσκω απείρως πιο ταιριαστό στον σημερινό υπουργό) πρόκειται επιτέλους να απαλλάξει την ανώτατη εκπαίδευση από τους «αιώνιους φοιτητές» -να τους «εκκαθαρίσει».

Κατά τη γνώμη μου, και όχι μόνο τη δική μου γνώμη, οι «αιώνιοι φοιτητές» είναι ένα σκιάχτρο, ένα ανύπαρκτο πρόβλημα, που ελάχιστα ή ίσως καθόλου δεν επιβαρύνουν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Ο μόνος λόγος που προστέθηκε η σχετική διάταξη στο νομοσχέδιο (ενώ τα ΑΕΙ δεν τη ζήτησαν), είναι για να δοθεί ανέξοδα μια εντύπωση πυγμής στην εκλογική βάση του κυβερνώντος κόμματος σε μια περίοδο που οι επιπτώσεις της πανδημίας φαίνεται πως θα είναι πολύ σοβαρότερες από τις προσδοκώμενες και ότι θα διαρκέσουν πολύ περισσότερο.

Mε τον ορο «αιώνιοι φοιτητές» εννοούνται οι φοιτητές που καθυστερούν να πάρουν πτυχίο επί πολλά χρόνια. Φυσικά ο όρος είναι -σκόπιμα- υπερβολικός. Πάντως, αν τελικά το νομοσχέδιο ψηφιστεί ως έχει, η αιωνιότητα δεν διαρκεί και τόσο πολύ, αφού για τις περισσότερες σχολές (τις σχολές τετραετούς φοίτησης) θα διαγράφονται στο εξής όποιοι φοιτητές ξεπεράσουν τα έξι έτη σπουδών. Άρα, η αιωνιότητα, στην προκειμένη περίπτωση αρχίζει μόλις από τα εφτά χρόνια -κάπως τσουρούτικη τη βρίσκω.

Πόσοι είναι οι «αιώνιοι» φοιτητές δεν το ξέρουμε. Με στοιχεια του Σεπτεμβρίου 2020 υπήρχαν 235.000 φοιτητές που είχαν ξεπεράσει την κανονική διάρκεια σπουδών της σχολής τους έναντι 190000 που είχαν έτη σπουδών λιγότερα από τα προβλεπόμενα, αλλά αυτό δεν μας λέει πολλά πράγματα διότι από τις 235.000 οι περισσότεροι κατά πάσα πιθανότητα είναι φοιτητές με 1-2 χρόνια καθυστέρησης. Επίσης, στον αριθμό αυτό θα περιλαμβάνονται ασφαλώς και πολλοί που έχουν οριστικά εγκαταλείψει τις σπουδές τους, ίσως και τον μάταιο τούτο κόσμο, διότι οι κατάλογοι των εγγεγραμμένων φοιτητών δεν εκκαθαρίζονται τακτικά (είχε γίνει νομίζω μια εκκαθάριση το 2007).

Ο φοιτητής που έχει καθυστερήσει 4 ή 5 ή 6 χρόνια να πάρει πτυχίο, και που εμπίπτει στις περί διαγραφής διατάξεις του νομοσχεδίου, μπορεί να έχει πολύ βάσιμους λόγους για την καθυστέρηση αυτή. Μπορεί να αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, οικονομικά προβλήματα που τον αναγκάζουν να εργαστεί, άλλα σοβαρά προσωπικά προβλήματα. Έχει αναφερθεί ότι το νομοσχέδιο θα έχει πρόβλεψη για τέτοιες περιπτώσεις, αλλά δεν μπόρεσα να βρω τις συγκεκριμένες προβλέψεις στα ρεπορτάζ του Τύπου.

Πολλοί από τους «αιώνιους» φοιτητές είναι εργαζόμενοι, συχνά στο δεύτερο πτυχίο τους και έχουν επιλέξει να παρακολουθούν και να δίνουν 3 ή 4 μαθήματα τον χρόνο, διότι δεν έχουν ελεύθερο χρόνο για περισσότερα. Ωστόσο, αγαπούν τις σπουδές τους, ίσως περισσότερο και από το πρώτο τους πτυχίο, και συνήθως καταφέρνουν να αποφοιτήσουν, έστω και σε διπλάσιο χρόνο από τον προβλεπόμενο. Μια καλή φίλη, που ζει στο Λουξεμβούργο, πήρε πρόσφατα το πτυχίο της, ύστερα από 8 ή 9 χρόνια. Κι εγώ ο ίδιος φλερτάρισα με την (φοιτητική) αιωνιότητα στο δεύτερο πτυχίο μου, αφού το πήρα, αν θυμάμαι καλά, σε 6 χρόνια -αλλά με άριστα.

Θα ήταν σκληρό και άδικο φοιτητές της κατηγορίας αυτής να οδηγηθούν σε διαγραφή. Mάλιστα, ένα τέτοιο μέτρο έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα ολοένα και μεγαλύτερης ευελιξίας που χαρακτηρίζει τις ανώτατες σπουδές στον σημερινό κόσμο, κόσμο της τηλεργασίας και τηλεκπαίδευσης και της χαλάρωσης των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα σε σπουδές και εργασία.

Επιπλέον, οι «αιώνιοι» φοιτητες, δεν επιβαρύνουν σχεδόν σε τίποτα τα πανεπιστήμια: μετά τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων ετών, χάνεται το δικαίωμα σε δωρεάν συγγράμματα, σε σίτιση, σε στέγαση, σε μειωμένο εισιτήριο (πάσο). Κι αν πείτε ότι υπάρχει ένα διοικητικό κόστος, θα μπορούσαν να θεσπιστούν μετά τα 6-8 χρόνια σπουδών, αντί της διαγραφής, συμβολικά δίδακτρα, της τάξεως των 100 ευρώ ετησίως, που αφενός θα (υπερ)κάλυπταν αυτό το διοικητικό κόστος και αφετέρου θα πιστοποιούσαν το ενδιαφέρον του φοιτητή να συνεχίσει.

Ούτε είναι ακριβές το λεγόμενο ότι οι «αιώνιοι» φοιτητές είναι, τάχα, ελληνική ιδιαιτερότητα. Σε πολλές χώρες, ανάμεσα στις οποίες στις ΗΠΑ, δεν υπάρχει ανώτατο όριο στη διάρκεια των σπουδών. Μάλιστα, στις ΗΠΑ μικρό ποσοστό φοιτητών παίρνουν πτυχίο στην ώρα τους -στην Πενσιλβανία, ας πούμε, μόνο το 25%. (Το στοιχείο αυτό, μαζί με άλλα, από κείμενο του πανεπιστημιακού Περικλή Γκόγκα για τον «μύθο των αιώνιων φοιτητών», που σας συνιστώ να διαβάσετε). Σε σχετική μελέτη για τις ΗΠΑ (όπου βέβαια οι ανώτατες σπουδές δεν είναι συνήθως δωρεάν) βρίσκω ότι το 14,2% των σπουδαστών σε ιδρύματα 4χρονης εκπαίδευσης παίρνει πτυχίο σε περισσότερα από 8 χρόνια (ο πίνακας R2 εδώ).

Επειδή όμως εδώ λεξιλογούμε, αναρωτήθηκα πότε άρχισε να εμφανίζεται ο όρος «αιώνιοι φοιτητές». Σε μελέτη του Απ Σαχίνη για την πεζογραφία του μεσοπολέμου επικρίνονται οι συγγραφείς της σχολής του Δ. Βουτυρά, ότι διαλέγουν κυρίως μικρόχαρα θέματα και ήρωες, όπως «αιώνιοι φοιτητές που περιπλανιούνται άσκοπα στους δρόμους κάτω από βορεινή ομίχλη και αδιάκοπη βροχή και που κρύβουνε μέσα τους ακαθόριστες καλλιτεχνικές ικανότητες». Είμαι όμως βέβαιος πως θα βρείτε και πιο πρώιμες εμφανίσεις.

Για να γυρίσω στο θέμα του νομοσχεδίου, δεν είναι τυχαίο, πιστεύω, ότι οι περισσότεροι πανεπιστημιακοί αντιτίθενται στη διάταξη για διαγραφή των «αιώνιων φοιτητών». Και όχι μόνο οι αριστεροί. Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, σε ανύποπτο μάλιστα χρόνο, στο σχετικά πρόσφατο (2017) βιβλίο του «Οι πικρές αλήθειες της γλώσσας μου», που είναι μια συνομιλία με τον Γιάννη Ν. Μπασκόζο, ακριβώς στο ερώτημα για τους «αιώνιους φοιτητές» απαντάει ως εξής.

Επειδή έχω ασχοληθεί με το θέμα ως Πρύτανης επί έξι χρόνια στο πανεπιστήμιο, στο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο, το Καποδιστριακό, έχω καταλήξει στο εξής: Ένα όριο βεβαίως πρέπει να υπάρχει. Αλλά το λεγόμενο θέμα των αιώνιων φοιτητών είναι πρακτικά για τα πανεπιστήμια στην Ελλάδα ένα ψευδοπρόβλημα.
Υπό ποιαν έννοια ψευδοπρόβλημα; Ο δημόσιος υπάλληλος που έχει γραφτεί σε ένα Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ή στο Πάντειο ή σε κάποια σχολή της Νομικής ή άλλοι άλλων επαγγελμάτων συνήθως δεν παρακολουθούν και φυσικά δεν επιβαρύνουν την εκπαιδευτική διαδικασία. …

Στις θεωρητικές σχολές, στις οποίες δεν υπάρχουν παρουσίες, ο μακροχρόνιος φοιτητής εγγράφεται και πάει και δίνει εξετάσεις όποτε θέλει κι όποτε μπορεί. Αυτός δεν επιβαρύνει το πανεπιστήμιο. Δηλαδή είτε τελειώσει στα τέσσερα χρόνια είτε τελειώσει στα δέκα, δεν επιβαρύνει το πανεπιστήμιο. Και επίσης δεν έχει τα προνόμια του κανονικού, του τακτικού φοιτητή. Μόλις περάσουν τα τέσσερα χρόνια, δεν έχει ούτε εισιτήριο δωρεάν, ούτε εστία, ούτε βιβλία. Αρα δεν επιβαρύνει το πανεπιστήμιο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καλό να υπάρχουν εγγεγραμμένοι φοιτητές που δεν είναι ενεργοί. Αυτό το θέμα πρέπει να ρυθμισθεί ως θέμα αρχής για τα πανεπιστήμια. Αυτό που ισχυρίζομαι είναι ότι οι «αιώνιοι φοιτητές» δεν είναι πρακτικά το πρόβλημα των πανεπιστημίων, όπως συνήθως προβάλλεται, δημοσιογραφικά ιδίως. Άλλα είναι τα πραγματικά προβλήματα των πανεπιστημίων: η υποχρηματοδότηση, η υποστελέχωση, η αδυναμία διαχείρισης της περιουσίας τους έξω από ιη γραφειοκρατία του δημόσιου λογιστικού, η έλλειψη δυνατότητας πρωτοβουλιών (ξενόγλωσσων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών μαθημάτων λ.χ.) κ.ά.

Προσέξτε ότι ο κ. Μπαμπινιώτης μιλάει για «μακροχρόνιους» (αλλά ενεργούς) φοιτητές τους οποίους διακρίνει από τους «μη ενεργούς». Είναι χρήσιμη η διάκριση.

Θα έρθει το νομοσχέδιο στη Βουλή και θα δούμε αν θα αλλάξει κάτι στις επίμαχες διατάξεις. Αναρωτιέμαι πάντως με ποιο ηθικό δικαίωμα θα υπερψηφίσει το νομοσχέδιο ας πούμε ο κ. Άδωνης Γεωργιάδης, ο οποίος έκανε 10 (κατ’ άλλους 12) χρόνια για να πάρει πτυχίο από τη Φιλοσοφική, βέβαια για σοβαρούς λόγους (αφού έχασε τους γονείς του και ανέλαβε τη διεύθυνση της οικογενειακής επιχείρησης). Πώς θα στερήσει από τους μελλοντικούς φοιτητές ένα δικαίωμα που ο ίδιος αξιοποίησε;

Θα μου πείτε, δεν θα έχει ηθικό πρόβλημα. Όπως δεν είχε πρόβλημα ο Μητσοτάκης πατήρ, ο οποίος το 1977 μπήκε στη Βουλή με το Κόμμα Νεοφιλελευθέρων που πήρε 1,5% πανελλαδικά (αλλά είχε ισχυρή παρουσία στους ν. Χανίων και Ρεθύμνου όπου εξέλεξε βουλευτή από την α’ κατανομή) και το 1990 έβαλε πλαφόν 3% καταργώντας την α’ κατανομή!

Πηγή: sarantakos.wordpress.com