Ανέθεσε κανείς στον Αλέξη Τσίπρα να αλλάξει την Ευρώπη;

Του  Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣΣε λιγότερο από μια ώρα το Σαββάτο  ο Αλέξης  Τσίπρας ακύρωσε όσα κατάφερε το τελευταίο διάστημα στη σχέση του με τους  εταίρους. Η ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ  αναιρεί την αντίληψη με την οποία αντιμετώπιζε  ως τώρα τις ευθύνες του στη δύσκολη φάση που διέρχεται η προσπάθεια εξόδου της χώρας από την κρίση.

Ο Πρωθυπουργός επέστρεψε στη μεγαλομανιακή ρητορική του πρώτου εξαμήνου του 2015, υπονομεύοντας όσα έχει πετύχει τους τελευταίους μήνες  και  διακινδυνεύοντας την υποστήριξη των  Ευρωπαίων.  Όσα είπε στην ΚΕ  τον φέρνουν σε θέση ρήξης με την κοινοτική  Ευρώπη και δείχνουν  αστάθεια πολιτικής: μόλις βρήκε αναμπουμπούλα όρμησε  ασυλλόγιστα να επαναλάβει όσα έχει ξεπεράσει υποτίθεται. Σαν να  ξανασυναντήθηκε με τον Βαρουφάκη.

Στην ομιλία του έφτασε ακόμη και να λοιδορεί  τον Γιούνγκερ στον οποίο, μόλις προ τριών ημερών,  αναγνώριζε ότι οφείλει την υποστήριξη που παρέχει ως φίλος της Ελλάδας. Κάποια στιγμή θυμήθηκε μάλιστα  τη “διεθνιστική ταυτότητα” του κόμματός του, ως λόγο .. ανάληψης πρωτοβουλιών για να πάει η Ευρώπη …προς τα αριστερά, κρίνοντας ότι σ’ αυτό  θα τον ακολουθήσουν ακόμη και οι ευρωσοσιαλιστές.

Βρέθηκε ηγέτης για την επανάσταση. Άραγε σ’ αυτή την “προοδευτική αντεπίθεση” της Αριστεράς που ανήγγειλε θα πάρει μαζί του και τον Πάνο Καμμένο ;

Ακόμη και αν δεν τα πιστεύει – και απλώς ήθελε να καλοπιάσει τα  μέλη της Κεντρικής  Επιτροπής-  ο καταλογισμός ευθυνών για το Brexit στις “ευρωπαϊκές ηγεσίες”, όπως είπε, πέραν του ότι συνιστά προχειρότητα, λειτουργεί ως πρόκληση απέναντι σε αυτές τις ηγεσίες που στηρίζουν τη χώρα και τον ίδιο.  Αν σκοπεύει να ανοίξει –πάλι- πόλεμο , προφανώς τα περσινά δεν τον δίδαξαν τίποτε.

Η ανάλυση του Πρωθυπουργού για όσα συνέβησαν ως τώρα στην Ευρώπη, όσα προκάλεσαν το βρετανικό αποτέλεσμα και κυρίως για όσα  είναι ενδεχόμενο να συμβούν,  πάσχει. Πρόκειται για μια μονόπλευρη, ιδεοληπτική – και σε κάποια σημεία παιδαριώδη-  προσέγγιση που αγνοεί την πραγματικότητα και επαναλαμβάνει παλιά  κλισέ που δεν βγάζουν καν νόημα. Η ομιλία ήταν ξεπατικωμένη απο τον παλαιό ΣΥΡΙΖΑ και θα μπορούσε την προσυπογράψει ακόμη και ο Λαφαζάνης.

Η  διακήρυξη ότι “έλαχε” στην Ελλάδα  του ΣΥΡΙΖΑ να  αλλάξει την  Ευρωπαϊκή Ένωση προκαλεί μειδιάματα.  Διατυπώσεις  όπως  “είμαστε οι καταλληλότεροι στην Ευρώπη να αναλάβουμε πρωτοβουλίες αφύπνισης προς όλες τις κατευθύνσεις για να πάνε τα πράγματα αλλιώς”, δείχνουν ελλιπή γνώση της κοινοτικής διαδικασίας και παράκαμψη του συσχετισμού δυνάμεων.

Ποιες πρωτοβουλίες αφύπνισης ποιών, θα αναλάβει  μια κυβέρνηση που  έχασε ένα εξάμηνο μέχρι να αφυπνιστεί  η ίδια και που δεν ξέρει αν τον άλλο μήνα θα μπορεί να πληρώσει μισθούς και συντάξεις;

Από πού του προκύπτει ότι “δεν θα είμαστε μόνοι σε αυτή τη προσπάθεια, γιατί ήδη πληθαίνουν οι φωνές εντός της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που ευθυγραμμίζονται με τις επιδιώξεις της δικής μας πολιτικής οικογένειας – της ευρωπαϊκής αριστεράς”;

Αν πράγματι  είχε με τον Ολάντ τη συζήτηση που παρουσίασε στην ΚΕ  τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί βρίσκεται σε τέτοιο χάλι ο Γάλλος.

Αυτοϋπονόμευση

Η κυβέρνηση Τσίπρα πήρε την εντολή του  ελληνικού λαού τον περασμένο Σεπτέμβειο με ένα και μόνο σκοπό: να εφαρμόσει το Μνημόνιο το οποίο ο ίδιος διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε  ως μέσο αποφυγής της χρεωκοπίας και  δημιουργίας  προϋποθέσεων εξόδου από την κρίση. Τίποτε  περισσότερο.

Ουδείς του ανέθεσε να σώσει την Ευρώπη ή κανέναν άλλον.  Κανείς  πουθενά δεν περιμένει την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ να υποδείξει λύσεις σε κανέναν στην Ευρώπη.

Δικαίωμα του πρωθυπουργού και των στελεχών του  να έχουν τη γνώμη τους και να τη λένε. Αλλά  αυτό δεν περιλαμβάνει και την υποχρέωση των άλλων να τους πάρουν στα σοβαρά. Το αντίθετο. Ειδικά όταν  με αυτή τη γνώμη ανατρέπουν τις προτεραιότητες της χώρας -αλλά και της Ευρώπης.  λίμονο αν στη σύνοδο Κορυφής – των 27 πλέον- επαναλάβει όσα είπε στους κεντροεπιτρόπους για  την “πυροδοτική δύναμη” του ιδίου και του Ιγκλέσιας εναντίον των Γερμανών και των λοιπών  Ευρωπαίων.

Η επιστροφή σ’ αυτές τις θεωρίες θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των σχέσεων της χώρας  με τους εταίρους. Η περίοδος που διανύουμε  είναι κρίσιμη για την Ευρώπη  και οι μικρομεγαλισμοί βλάπτουν. Κανείς δεν είναι διατιθέμενος να παρακολουθήσει από την  κυβέρνηση μιας χρεοκοπημένης χώρας αλλοπρόσαλλες θεωρίες και   προαναγγελίες “καταλυτικών παρεμβάσεων” για τις οποίες ουδείς τον έχει εξουσιοδοτήσει.

Απλή αναλογική ακυβερνησίας;

Αλλά και στα καθ’ ημάς η  ομιλία Τσίπρα στην Κεντρική Επιτροπή υπονομεύει την ομαλή εξέλιξη της συζήτησης για τις αναγκαίες  θεσμικές αλλαγές.

Πολύ ορθά ανακοινώνει την πρόταση του για τον εκλογικό νόμο τον πρώτο χρόνο της  κυβερνητικής θητείας και ακόμη ορθότερα προτείνει την απλή αναλογική  ως διαχρονική θέση της Αριστεράς. Θα  ήταν πράγματι ανακόλουθος αν δεν το έκανε τώρα που έχει την πλειοψηφία.  Υπάρχουν όμως δυο σημεία που δημιουργούν υπόνοιες για τις προθέσεις του.

Το πρώτο είναι ότι το συνδέει με τις θέσεις των άλλων  κομμάτων και  θέλει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία που απαιτείται για να ισχύσει από τις  επόμενες εκλογές.  Που κολλάει αυτό ; Εφόσον έχει την  πλειοψηφία να επιβάλει την απλή αναλογική  πρέπει να το κάνει και οι υπόλοιποι ας κάνουν ότι νομίζουν.

Τι θα κάνει αν δεν συμφωνήσουν τα άλλα κόμματα; Θα ακυρώσει την πρωτοβουλία του και δεν θα ψηφίσει τον νόμο για την απλή αναλογική; Ή θα στηριχθεί στη  Χρυσή Αυγή για να βρει τα δυο τρίτα της Βουλής;

Το δεύτερο σημείο αφορά  τη διαπίστωση ότι η πρόταση του παραβλέπει την ανάγκη να  κυβερνηθεί η  χώρα, χωρίς να νοθεύεται η λαϊκή βούληση. Μπορεί να ισχύσει η απλή  αναλογική, σε συνδυασμό με  δικλείδες αποτροπής της ακυβερνησίας. Π.χ. ο  Μιλτ. Παπαϊωάννου  πρότεινε  να  ισχύει  το μπόνους εδρών για το κόμμα που θα εξασφαλίσει πάνω από το 42%  των ψήφων. Θα τα αγνοήσει αυτά;

Σε ότι αφορά την τροποποίηση του Συντάγματος η κυβέρνηση την αντιμετωπίζει μάλλον ιδεοληπτικά, παραγνωρίζοντας δυο στοιχεία. Πρώτον υπάρχουν διατάξεις που δεν μπορούν να αναθεωρηθούν και δεύτερον ότι οι διατάξεις που θα αναθεωρηθούν θέλουν δυο Βουλές, με 180 ψήφους τουλάχιστον στη μια. Άρα πρέπει να δει τι  λένε και τα άλλα κόμματα.

Υπάρχουν ήδη προτάσεις που μπορούν να καλύψουν πολλές ανάγκες της αναθεώρησης σε πολλά θέματα. Όπως π.χ. πρόταση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη για την εκλογή πρόεδρου της Δημοκρατίας χωρίς διάλυση της  Βουλή: πρώτα απόπειρα εκλογής από τους  βουλευτές και, αν αποτύχει, να αποφασίσει ο λαός με τους ίδιους υποψηφίους.

Το θέμα είναι να θέλει η κυβέρνηση πραγματικά την θεσμική αναβάθμιση της χώρας και να μην σχεδιάζει απλώς πολιτικά κόλπα κομματικής χρήσης.

Με την ομιλία του στο  κομματικό ακροατήριο ο Πρωθυπουργός έδειξε  τάση να επιστρέψει στις επικίνδυνες συμπεριφορές του 2015.  Αν το κάνει θα είναι  ολέθριο,  στη σημερινή συγκυρία.   Το λόγο τον  ανέφερε ο ίδιος σε μια αποστροφή του, όταν είπε ότι ” ξεδιπλώσουν την επικίνδυνη ρητορική τους, οι κάθε λογής δημαγωγοί και μισαλλόδοξοι, που από κομπάρσοι της ιστορίας γίνονται ξαφνικά πρωταγωνιστές”.