Αντώνης Σαμαράς: Το άδοξο τέλος μιας μετεμψύχωσης  

 

Του Γιώργου Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΑυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα είναι η προέκταση μιας πολιτικής που ονομάσθηκε Αντιμνημόνιο. Από  τις χώρες που μπήκαν σε Μνημόνιο  και σήμερα έχουν βγει μόνο σε μία υπήρξε πολιτική πλατφόρμα εναντίον του Μνημονίου: αυτή έφερε τον Αλέξη Τσίπρα στην εξουσία και τον διατηρεί κυρίαρχο. Ο πρώτος διδάξας του αντι-Μνημονίου είναι  Αντώνης Σαμαράς.

Αλλά η ιστορία εκδικείται. Πρώτα τον ανάγκασε να καταπιεί τα Ζάππεια και να εφαρμόσει αυτά που κατήγγειλε- για να ξαναγίνει αντιμνημονιακός στο τέλος της πρωθυπουργίας του, συνεπικουρούμενος με τον έτερο Καππαδόκη, που έκανε το ΠΑΣΟΚ παράρτημα της ευρύτερης Δεξιάς.

Τώρα τον ξηλώνει με ταπεινωτικό τρόπο από την ηγεσία της ΝΔ  , έστω και αν μέσα του αυτό έχει και κάτι που τον ευχαριστεί: δεν είναι υποχρεωμένος να  καθίσει στο ίδιο τραπέζι «με τον Τσίπρα».

Κάπως έτσι ο άνθρωπος που έδειχνε να  πολιτεύεται ως μετεμψύχωση του Παύλου Μελά και του Μεγάλου Αλεξάνδρου Ταυτόχρονα, ξαναβγαίνει στο περιθώριο. Εκεί που είχε καταδικάσει ο ίδιος τον εαυτό του, τον έβγαλε ο Καραμανλής και μάλλον το μετάνιωσε. Τώρα επιστρέφει στα φαντάσματά του , αφήνοντας ο ίδιος πίσω του μια χώρα φάντασμα και μια παράταξη που θα δυσκολευτεί να συνέλθει .

Νόμιζε ότι «γράφει ιστορία».

Το  1993, ο Αντώνης Σαμαράς έριξε την κυβέρνηση Μητσοτάκη προβάλλοντας  δύο λόγους.  Ο ένας ήταν η άρνηση οιουδήποτε συμβιβασμού για το όνομα του νεοσύστατου κράτους των Σκοπίων. «Ούτε καν παράγωγο του όρου Μακεδονία»  ήταν η  γραμμή  του, στην οποία κατά κάποιο τρόπο ρυμούλκησε  και το  ΠΑΣΟΚ  της εποχής. Ο  εγγονός της Πηνελόπης Δέλτα  νόμιζε ότι   γράφει  Ιστορία.

Πολύ σύντομα τον κατάπιε το ίδιο το  εγχείρημά του. Ο Ανδρέας Παπανδρέου   που επέστρεψε χάρη σ’ αυτόν  ως πρωθυπουργόςι χειρίσθηκε την καυτή πατάτα που παρέλαβε με εξαιρετική ευελιξία. Οπότε η «Πολιτική Άνοιξη», το κόμμα που εγκαταστάθηκε  στο μαλακό υπογάστριο της ΝΔ για να  υπερασπιστεί το «όνομα της  ελληνικής  Μακεδονίας», δεν είχε πλέον  λόγο  να υπάρχει .

Το 2004 σε μια   επίδειξη  γενναιοδωρίας  και παραταξιακής ευρύτητας ο Κώστας Καραμανλής -με ανοχή από την οικογένεια Μητσοτάκη-  επανέφερε τον Σαμαρά  και τον έστειλε ως ευρωβουλευτή της ΝΔ στο Στρασβούργο. Από εκεί  επέστρεψε στην Ελληνική Βουλή, όπου είχε εισέλθει στα 26 του ως πολιτικό τέκνο του Ευάγγελου Αβέρωφ.

 

Ο «Βρούτος» του Μητσοτάκη

Ο Αντώνης Σαμαράς, πολιτικός με ρίζες σε  δυο αστικές οικογένειες, υπήρξε για  ένα διάστημα «χρυσή ελπίδα» της συντηρητικής παράταξης. Ο Μητσοτάκης που έψαχνε για αντι-Έβερτ,  επένδυσε στο προφίλ του : τον έβαλε υπουργό Οικονομικών στη συγκυβέρνηση του 1989 και υπουργό Εξωτερικών το 1990. Προφανώς δεν φανταζόταν ότι ανέτρεφε έναν «Βρούτο». Κατά το ανέκδοτο με το σκορπιό και τον βάτραχο, το φθινόπωρο του 2003  δεν ήταν  καν πρωθυπουργός και ο  Σαμαράς ήταν στη Βουλή με το δικό του κόμμα. 

Αρχηγός κόμματος,  μόλις 42 ετών. Ένας πρώιμος Τσίπρας. Τον ένα «δεινόσαυρο» τον  έβγαλε από την πρίζα, με τον άλλον συνεργάσθηκε κι έβγαλαν πρόεδρο Δημοκρατίας.  Αλλά το κόμμα, που  χαιρέτησε ο Οδυσσέας Ελύτης και είχε βουλευτή τον Ανδρέα Λεντάκη,  δεν ξαναμπήκε στη Βουλή.  

Η  πολιτική  όμως είναι σαν τον έρωτα: τα πάντα μπορούν να συμβούν. Ότι είναι νόμιμο σήμερα, γίνεται παράνομο αύριο και ξαναποκτά νομιμοποίηση μεθαύριο.

Π.χ. στα 26 σου μπορείς να βγεις βουλευτής ενός κόμματος, στα 38  να μπεις στην κυβέρνησή του, στα 41 να φύγεις, στα 43  να ρίξεις την κυβέρνηση  και  να ιδρύσεις δικό σου κόμμα, στα 53 να  επιστρέψεις ως  ευρωβουλευτής, στα 56  να βγεις πάλι βουλευτής,  στα 58 να γίνεις υπουργός , στα 60 να γίνεις αρχηγός  κόμματος, στα 62 Πρωθυπουργός και στα 65 να μην θέλουν ούτε να σε βλέπουν στο κόμμα. 

Το δεύτερο τέλος

Αυτός είναι ο Αντώνης Σαμαράς.  Οι συμφοιτητές του στο κολλέγιο Αμέρ στη Μασσαχουσέτη, στις αρχές του 1970,  τον θυμούνται να προσπαθεί να  βελτιώσει τη ρητορική του, υποδηλώνοντας ότι η πολιτική είναι το πεπρωμένο του.  Έκανε  παρέα  με τον Γιώργο Παπανδρέου και για ένα διάστημα συγκατοικούσαν στη φοιτητική εστία. Στο  διπλανό  Κολλέγιο Θηλέων  φοιτούσε η Λούκα Κατσέλη.

Στο γενεαλογικό του δέντρο  του Σαμαρά  βρίσκουμε τον  αφρό της ελληνικής αστικής τάξης του προηγούμενου αιώνα. Τα ονόματα  των  Δέλτα, Δραγούμη, Ζήνα, Μπενάκη -και τόποι όπως το Φανάρι και η Αλεξάνδρεια- έχουν αφήσει ίχνη στο DNA  του.

Το σλάλομ της διαδρομής του θα τον έβγαζε εκτός πολιτικής, αφού βγήκε εκτός της ΝΔ. Αλλά συνέβη το αντίθετο το 2012. Σ’ ένα  κόμμα με καραμανλικό  DNA το τι έγινε πριν από  χρόνια με τον Μητσοτάκη δεν είχε πότε πολύ μεγάλη αξία.

Το  δεύτερο τέλος του μάλλον δεν το είχε προβλέψει και προσπάθησε να το αποφύγει με κάθε τρόπο.

Αλλά στην πολιτική όσο αργούν αυτά τα πράγματα, τόσο κακοφορμίζουν. Η ΝΔ χρειάζεται καινούργια πρόσωπα, λίφτινγκ  στην πολιτική της,  ιδεολογική αναπτέρωση,  οργανωτική ανασυγκρότηση, ανάγκη να φύγει προς το  καραμανλικό μέλλον της.  Αλλά  πρωί και βράδυ στα κανάλια ηχεί η ρητορική  της παρακμής από τα ίδια πρόσωπα, ο ρηχός λόγος του Σαμαρά, το μαγκίτικο ύφος του και οι υπερδεξιές επιλογές του.

Ήταν εμπόδιο ακόμη και όταν κατείχε την εξουσία. Πήρε το χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία της τον Μάιο του 2012, αλλά η συγκυρία τον έκανε πρωθυπουργό  τον Ιούνιο και η υποταγή του Βενιζέλου στην ατζέντα του, τον διατήρησε. Μέχρι που πήραν την άγουσα και οι δύο μαζί. Κυβέρνησε αυταρχικά, διχαστικά, χωρίς αποτέλεσμα.Και ηττήθηκε σαν αυτό που ήταν πάντα: ένας υπερόπτης.

Η Ντόρα Μπακογιάννη, όμως, παρ’ ότι δικαιώθηκε στο θέμα το Μνημονίου, έμεινε εκτός της κυβέρνησης του. Και η θεσμική του υποχρέωση να συνομιλεί  με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Ήταν ο «φρουρός του έθνους». Δεν θα έδινε το χέρι του σε κομμουνιστές και άλλους εχθρούς της πατρίδος.

Το ότι ο Βενιζέλος εξοβελίστηκε από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ήταν ένα κακό προμήνυμα και για τον Σαμαρά. Χρειαζόταν ένα γεγονός για να επαληθευτεί. Ήταν το δημοψήφισμα. Αντί να γίνει ο Τσίπρας «παρένθεση»  έγινε αυτός. Η ρεβάνς επιδίωξε έγινε λαιμητόμος.  Το κύκνειο άσμα του ήταν στο βράδυ της 5ης Ιουλίου.

 Ο Σαμαράς θα μείνει στην ιστορία σαν πολιτικός που έκανε ζημιά όπου έβαλε το χέρι του. Η τελευταία ζημιά ήταν όταν αρνήθηκε να παραιτηθεί μετά την ήττα του και άφησε τον Αλέξη Τσίπρα χωρίς αντίπαλο  δέος για έξι  κρίσιμους  μήνες.