Γ. Δραγασάκης: “Δεν επενδύσαμε σε μπλόφα – Είναι μικρότητα η ιστορία περί «κωλοτούμπας»

Συνέντευξη στον Παύλο Τσίμα

Ζήσαμε μία χρεοκοπία ως χώρα και η χρεοκοπία έχει υπευθύνους. Η κοινωνία αντέδρασε σε αυτό απονομιμοποιώντας το σύστημα. Το αποτέλεσμα του 2012 ήταν προϊόν αυτής της κατάρρευσης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν η δημοκρατική επιλογή της κοινωνίας. Διαχειρίστηκε μία συνθήκη κατά την οποία την πρωτοβουλία είχε ο λαός. Ποτέ δεν ένιωσα ότι χάναμε τον έλεγχο της χώρας, ούτε μια στιγμή. Τα γεγονότα ήταν δραματικά αλλά ήταν εντός ενός πλαισίου. Όμως, αυτό που ζήσαμε ήταν πόλεμος. Και υπάρχει ένα θέμα εδώ, με το εγχώριο πολιτικό σύστημα, ότι αρνείται ακόμη και σήμερα ότι υπήρξε πόλεμος.

Ο Αλέξης Τσίπρας κι εμείς δεν θέσαμε ποτέ θέμα εξόδου από το ευρώ. Τέθηκε ως απειλή στον κ. Βενιζέλο, νομίζω και στον κ. Σαμαρά και τέθηκε σε εμάς τον Ιούλιο του 2015 όταν είπαν «είτε συμφωνείτε είτε έξοδος». Ενδιάμεσα ο κ. Σόιμπλε είχε διαμηνύσει την προσωπική του άποψη, αλλά η κυρία Μέρκελ διαφωνούσε.

Η συζήτηση γίνεται σε μία περίοδο, 2012-2014, όταν τα Μνημόνια καταδικάζονται ακόμη και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όταν αναγνωρίζεται η αποτυχία τους, όταν στην Ισπανία και στην Πορτογαλία κυοφορούνται αλλαγές. Όταν εμείς κάναμε το σχέδιό μας δεν ξέραμε αν θα ήμασταν η πρώτη χώρα που θα είχε την ευθύνη να πει ότι αυτή η πολιτική πρέπει να αλλάξει. Το σύνθημά μας ήταν «Ανατροπή στην Ελλάδα, αλλαγή στην Ευρώπη».

Δεν επενδύσαμε σε μπλόφα. Το θέμα της εξόδου από το ευρώ, τελικά, δε θεωρώ ότι ίσχυε ως πραγματικό διότι η πίεση που μας ασκούσε η αβεβαιότητα πετύχαινε το στόχο της. Είναι μικρότητα η ιστορία περί «κωλοτούμπας».

Η θέση ήταν ότι σε αυτήν την Ευρώπη πρέπει να γίνουν αλλαγές οι οποίες θα αφορούσαν και εμάς. Άρα η σύλληψη ήταν, επειδή αυτή η πολιτική έχει αποτύχει, επειδή έχει καταστρέψει την Ελλάδα και επειδή υπάρχουν δυνάμεις και φωνές που ζητούν να υπάρξει αλλαγή, εμείς προσφερόμαστε ως χώρα και ως κυβέρνηση να συζητήσουμε μια νέα συμφωνία εντός του ευρώ η οποία θα εξασφάλιζε την αξιοπρέπεια του λαού μας και την επιβίωση της κοινωνίας και αυτό θα αφορούσε την Ευρώπη.

 Ιστορικά θεωρώ ότι αυτή η πολιτική μας θα δικαιωθεί.
Το πρώτο Μνημόνιο απέτυχε και κατέρρευσε υπό δραματικές συνθήκες. Το δεύτερο Μνημόνιο έρχεται μαζί με το PSI. Είμαστε η μόνη χώρα από τις μνημονιακές που έζησε χρεοκοπία. Το δεύτερο Μνημόνιο κατέστρεψε τις τράπεζες και τις οδήγησε, στην ουσία, στη χρεοκοπία, η οποία ήταν τότε συγκαλυμμένη.

 Το 2014 η χώρα δεν έχει ουσιαστικά Πρόγραμμα, το Μνημόνιο δεν έχει υλοποιηθεί, η πέμπτη αξιολόγηση δεν έχει ολοκληρωθεί ποτέ, δεν έχουμε πρόγραμμα χρηματοδότησης, γίνεται μία συμφωνία από εγχώριες δυνάμεις και ξένες για να παγιδευθεί η νέα κυβέρνηση σύμφωνα με την οποία γίνεται μία τεχνική παράταση της συμφωνίας ως 28 Φεβρουαρίου. Άρα η νέα κυβέρνηση που ορκίζεται 26 Ιανουαρίου θα πρέπει μέσα σε δύο εβδομάδες είτε να συμφωνήσει είτε να καταρρεύσει, αυτό ήταν το σχέδιο της «αριστερής παρένθεσης».

Ποιος λέει ότι θα έκλεινε το Μνημόνιο ο κ. Σαμαράς; Ποιος λέει ότι θα υπήρχε μία ευνοϊκή διευθέτηση των πραγμάτων; Όλα αυτά είναι υποθέσεις. Η πραγματικότητα είναι, μία χώρα αναξιόπιστη στην Ευρώπη, με αμφιβολίες αν θα πρέπει να μείνει ή όχι στο ευρώ, μια κοινωνία σε κατάσταση αποσύνθεσης, χωρίς Πρόγραμμα, χωρίς τίποτα.

Το 2015 είναι ένα ιστορικό γεγονός. Η άποψή μου είναι ότι δεν μπορούσε τότε ο ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβει την ευθύνη για να υπάρξει η συνέχιση της κυβέρνησης Σαμαρά όταν είχε απονομιμοποιηθεί στην κοινωνία, θα ήταν μία «προδοσία» απέναντι στο λαϊκό κίνημα. Μιλώντας περί ετοιμότητας, πάντως, βλέποντας και τώρα τα πράγματα, τον κ. Μητσοτάκη να έρχεται  και να μην ξέρει καλά τι γίνεται στο Ελληνικό και πού οφείλονται οι καθυστερήσεις, όταν έρχεται ο κ. Μητσοτάκης και δεν είναι ενήμερος για το τι γίνεται στο προσφυγικό τολμώ να σας πω ότι η προετοιμασία που κάναμε εμείς τότε ήταν μίλια μπροστά.

 Τέτοια προετοιμασία αμφιβάλλω αν είχε γίνει από άλλο κόμμα. Ήταν όμως τόσο ρευστά τα δεδομένα που δεν μπορούσες να είχες προετοιμαστεί για όλα τα ενδεχόμενα. Καταλήξαμε ότι τα σενάρια είναι άπειρα και το μόνο που μπορούσαμε να πούμε ήταν να κυβερνήσουμε με τρόπο που να δείξουμε ότι κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας. Και το κάναμε και το δείξαμε και πέντε χρόνια μετά εγώ ακόμα περιμένω να ακούσω σαφή εναλλακτική που να μπορούσε να αποδώσει.

Αυτό που με εξέπληξε δυσάρεστα για τον Γιάνη Βαρουφάκη ήταν το «μετά», όταν διάβασα ότι από τον Ιούνιο του 2015 έγραφε σενάρια για να γυριστεί ταινία. Είχε επιβληθεί καραντίνα σε βάρος της Ελλάδας το 2015.

 Το καλοκαίρι του 2014 πήρε την πρωτοβουλία ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης τότε υπουργός Εργασίας Άσμουσεν και οργάνωσε μία συνάντηση αρχίζοντας έναν διάλογο, κόπηκε από υψηλά κλιμάκια. Άρα ο πόλεμος είχε προετοιμαστεί απ’ έξω, όχι γιατί μας μισούσαν αλλά γιατί φοβούνταν το ντόμινο, υπό το σκεπτικό «αν δώσουμε κάτι στην Ελλάδα αυτό θα ενθαρρύνει προοδευτικά κινήματα σε άλλες χώρες».

Ως τον Μάιο του 2015 σημειώθηκε ένα παιχνίδι κόπωσης. Είχαν στρατηγική, σε συνεργασία και με εγχώριες δυνάμεις, είτε να πέσει η κυβέρνηση από δημοσιονομική ασφυξία είτε να υποχρεωθεί σε πλήρη παράδοση.

Στις κρίσιμες στιγμές η ΕΚΤ και ο κ. Ντράγκι μας βοήθησαν. Πήραμε το μήνυμα ότι αν μία μη ευρωπαϊκή χώρα αγοράσει ελληνικά ομόλογα, θα σας δώσουμε κι εμείς. Χωρίς να έχουμε αυταπάτες θέλαμε να εξαντλήσουμε τα περιθώρια.

Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, με συνέδριό του τάχθηκε κατά της εξόδου από το ευρώ, άρα είχαμε μία εντολή τόσο από το κόμμα όσο και από το λαό. Είχαμε στο κόμμα μία πλειοψηφία που ήταν πιο «θορυβώδης» και ήθελε έξοδο από το ευρώ. Από την αρχή θέλαμε συμφωνία, από τον Απρίλιο και μετά ο στόχος ήταν μια καλή συμφωνία που να μπορέσουμε είτε να την υλοποιήσουμε είτε αν βλέπαμε ότι χρειαζόμασταν περαιτέρω πολιτική νομιμοποίηση να απευθυνθούμε στο λαό. Πήραμε μία συμφωνία που ήταν τόσο κακή που δεν μπορούσαμε να υλοποιήσουμε.

Κερδίσαμε 20 δισεκατομμύρια. Η συμφωνία που μπήκε στο δημοψήφισμα προέβλεπε περισσότερη λιτότητα από αυτή που υλοποιήσαμε. Δεύτερον, η συμφωνία που τέθηκε στο δημοψήφισμα δεν είχε χρηματοδότηση, ήταν μία κατάσταση μη διαχειρίσιμη. Θα μπορούσε να είναι και πιο σοβαρός σχετικά με το «κόστος της διαπραγμάτευσης» ο κ. Ρέγκλινγκ. Όλο αυτό το έβγαλε ο κ. Στουρνάρας, είναι αυθαίρετο.

Αυτό που έγινε το 2015 ήταν ότι μια μικρή χώρα, μια Ελλάδα-Δαυίδ, διαλυμένη οικονομικά, με μια κυβέρνηση που εξέλεξε ο λαός, προσπαθεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της και την αξιοπρέπειά της. Απέναντί της είναι ένας Γολιάθ, ο οποίος για δικούς του λόγους, πολιτικούς, οικονομικούς λέει «όχι» και ότι «θα πρέπει κι εσύ να υπακούσεις τη γραμμή της ενιαίας λιτότητας». Και στο μέλλον δεν αποκλείω η Ελλάδα να παλεύει απέναντι σε έναν νέο Γολιάθ.

Εγώ προσωπικά δεν δέχομαι τη λέξη «αυταπάτη» για το 2015, δεν το βίωσα έτσι. Είχαμε ένα σχέδιο, ξέραμε ότι τα όρια της πολιτικής μας ήταν δύο: Το εσωτερικό και το εξωτερικό.

 Ξεκινήσαμε ένα εγχείρημα το οποίο απαιτούσε αλλαγές στην Ευρώπη, άρα συμμαχίες και άλλα παράλληλα αντίστοιχα εγχειρήματα, κάτι που δεν υπήρξε. Πρέπει να ενισχύεις τις προσδοκίες του κόσμου, αλλά να δείχνεις τις προϋποθέσεις υλοποίησής τους. Οι προσδοκίες αναπτύχθηκαν από τον ίδιο τον κόσμο, εμείς τις υιοθετήσαμε και τις ενισχύαμε, ίσως θα έπρεπε να ήταν πιο ευκρινείς οι προϋποθέσεις που χρειάζονταν.

Δεν επενδύσαμε σε μπλόφα. Όλα αυτά αν ίσχυαν θα ίσχυαν πριν από το «ό,τι χρειαστεί» του Ντράγκι το 2012. Τότε πάρθηκαν κάποια μέτρα που αφόπλιζαν όποιον θα προσπαθούσε να παίξει αυτό το παιχνίδι. Το θέμα της εξόδου από το ευρώ, τελικά, δε θεωρώ ότι ίσχυε ως πραγματικό διότι η πίεση που μας ασκούσε η αβεβαιότητα πετύχαινε το στόχο της. Εκτός κι αν είχαν άλλους λόγους, π.χ. να δομηθεί μία μικρότερη Ευρώπη κ.λπ. Είναι μικρότητα η ιστορία περί «κωλοτούμπας».

 Ο Αλέξης Τσίπρας από την αρχή ήθελε μία συμφωνία μέσα στο ευρώ, στο δημοψήφισμα δεν έθεσε δίλημμα μέσα ή έξω από το ευρώ ήταν αν δέχεστε ή όχι αυτή τη συμφωνία. Πριν πάρουμε τη διακυβέρνηση είχαμε Επιτροπή Προγράμματος, είχαμε μιλήσει με όλους τους ξένους που ήταν υπέρ της εξόδου από το ευρώ. Κανείς δε μου έδωσε πειστική εναλλακτική απάντηση. Στον ιστορικό χρόνο της περιόδου που συζητάμε δεν υπήρχε θέμα εξόδου από το ευρώ, ούτε ως θετική διέξοδος ούτε ως εκβιασμός ούτε ως απειλή. Η απειλή ήταν από τον κ. Σόιμπλε.

Όταν αναλάβαμε είχαμε ένα όραμα για τη χώρα: Να βγει από τα μνημόνια, να μην έχει επιτροπεία, να αρχίσουμε παραγωγική ανασυγκρότηση και να κάνουμε μία βιώσιμη Ελλάδα. Τον πυρήνα των στόχων αυτών, με τον τρόπο αυτόν, όχι με τον ευθύ που θα θέλαμε, τον πετύχαμε. Παραδώσαμε μία Ελλάδα πολύ καλύτερη απ’ ότι την βρήκαμε. Βγήκαμε από τα μνημόνια χωρίς πιστοληπτική γραμμή, χωρίς «ουρές», χωρίς άδεια ταμεία αλλά με ένα ισχυρό απόθεμα και μια χώρα-παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή, όπως λένε οι ξένοι ηγέτες.

Το Πρόγραμμα που εφαρμόσαμε εμείς ήταν πολύ ηπιότερο και είχε και έντονη αναπτυξιακή διάσταση και γι’ αυτό μπήκαμε σε ανοδική τροχιά. Πολλά, όμως, από τα μέτρα που πήραμε δημιούργησαν ρήγματα στο κοινωνικό μπλοκ που μας έφερε στην εξουσία.

Υπήρξαν αδυναμίες και λάθη, δεν είχαμε τη δυνατότητα να ανοίξουμε πολλά μέτωπα, διαμορφώθηκε ένα αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Το υπόβαθρο της ήττας μας ήταν ότι η κοινωνική συμμαχία που μας έφερε στην κυβέρνηση κλονίστηκε. Με ψυχραιμία και ηρεμία, συνομιλώντας με τον κόσμο, εμείς θα χτίσουμε μια ακόμη πιο ευρεία κοινωνική πλειοψηφία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παραμένει ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, έχοντας αναλάβει μία νέα «υποχρέωση», να εκφράζει μια ευρύτερη προοδευτική παράταξη. Το μέλλον μας είναι ένα κόμμα αριστερό, πιο δυνατό, πιο ισχυρό και ποιοτικά καλύτερο, το οποίο θα έχει συμμάχους, συνεργασίες και πρωτοβουλίες.

Ο κόσμος που έρχεται τώρα στον ΣΥΡΙΖΑ ψάχνει την Αριστερά, δε θέλει ένα νέο ΠΑΣΟΚ. Ζούμε μια ανασυγκρότηση της κοινωνικής μας βάσης. Το επιχειρούμε αυτό σε μια συνθήκη με κρίση των κομμάτων, με κρίση της συλλογικότητας. Αυτό που πάμε να κάνουμε είναι το άνοιγμα ενός νέου δρόμου για τη Δημοκρατία.

Είναι λογικό να υπάρχει σκεπτικισμός για τα ελληνοτουρκικά γιατί ζούμε σε μία περιοχή εντάσεων, έχουμε έναν ιστορικό με τον γείτονά μας.

 Όμως πρέπει να υπάρξει αυτοσυγκράτηση και από τους διαμορφωτές κοινής γνώμης ώστε να μην υπάρξει κάποιος πανικός. Υπάρχουν και θετικά στα εξωτερικά θέματα, όπως το ότι δεν έχουμε πρόβλημα με τα βόρεια σύνορά μας. Παρά την κρίση που περάσαμε η Ελλάδα απέκτησε κύρος και έγινε παράγοντας σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή. Είναι κάτι που πιστώνεται στην προηγούμενη κυβέρνηση και στον Αλέξη Τσίπρα, ελπίζω αυτό να μη διαταραχθεί.

Ζούμε μία ιστορική στιγμή μεγάλων ανακατατάξεων διεθνώς -δεν είναι μόνο η Τουρκία-, ζούμε σε μία περιοχή όπου αυτές οι ανακατατάξεις παίρνουν τη μορφή γεωπολιτικών εντάσεων και συγκρούσεων, άρα χρειάζεται σταθερή στρατηγική, ψύχραιμη αντιμετώπιση και να μην είμαστε δεδομένοι από πριν για κανέναν.

Από τη  συνέντευξή, στην εκπομπή του ΣΚΑΙ “Αποτύπωμα”