Ο αληθής ευρωπαϊσμός και τα κοινοτικά κονδύλια ανάκαμψης – Κατεστημένα συμφέροντα και πελατειακό σύστημα εχθροί της απορρόφησης

Του Γιάννη Μπράχου

Μετά από 40 χρόνια στην ΕΕ, η Ελλάδα εξαρτάται από τα δάνεια και τις μεταβιβάσεις πληρωμών της ΕΕ. Η δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα συνεχίζει όλα αυτά τα χρόνια για τα κονδύλια της ΕΕ και όχι για τον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό της χώρας. Όλα τα κονδύλια της ΕΕ από τα ΜΟΠ έως τα ΕΣΠΑ είχαν ως στόχο την σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Το πελατειακό πολιτικό σύστημα κατένειμε τα ευρωπαϊκά κονδύλια σε ισχυρές ομάδες συμφερόντων, που διασφάλιζαν πολιτική κυριαρχία και ψήφους στην εκάστοτε κυβέρνηση. Η Ελλάδα στην ΕΕ ακολούθησε την πεπατημένη, όπως πράττει από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους. Το 2021 εορτάζονται τα 200 χρόνια από την Επανάσταση και τα 40 από την ένταξη μας ως πλήρες μέλος της τότε ΕΟΚ.

Μετά από 40 χρόνια στην ΕΕ, η Ελλάδα συνεχίζει να μην είναι πραγματικά «πλήρες» μέλος, με την έννοια της προσαρμογής στους ευρωπαϊκούς κανόνες. Πάντοτε η Ελλάδα ζητούσε εξαίρεση ως ειδική περίπτωση από τους ευρωπαϊκούς κανόνες, ώστε να ικανοποιείται το πελατειακό σύστημα των ισχυρών συμφερόντων, που μετασχηματίστηκε σε φιλο-ευρωπαϊκό όταν οσμίσθηκε το ευρωπαϊκό χρήμα.

Ο Γιώργος Δερτιλής στο βιβλίο του, Επτά Πόλεμοι, Τέσσερις Εμφύλιοι, Επτά Πτωχεύσεις 1821-2016 γράφει: «Αν οι Έλληνες πολίτες γνώριζαν τα σφάλματα που οδήγησαν στις έξι πρώτες πτωχεύσεις της Ιστορίας μας, θα είχαμε αποφύγει την έβδομη. Αν οι Έλληνες πολιτικοί γνώριζαν τα σφάλματα που οδήγησαν στους εμφυλίους πολέμους της Ιστορίας μας, θα είχαν αποκηρύξει τις εμφυλιο-πολεμικές τους δημαγωγίες. Η εμφυλιοπολεμική δημαγωγία οδηγεί σε δικτατορία με κουρελιασμένο μανδύα ψευδοκοινοβουλευτισμού. Υπάρχουν και οι παρενθέσεις της αισιοδοξίας που χρειαζόμαστε για να παίρνουμε κουράγιο ενάντια στην παραίτηση.»

Υπό το πρίσμα αυτό θα εξετάσουμε τη νέα πρόταση της Ευρ. Επιτροπής που προβλέπει συνολικά μεταβιβάσεις 51 δισ.€ την επταετία 2021-2027. Το ποσό των 32 δισ.€ από το Εργαλείο Ανάκαμψης έγινε ευνοϊκά δεκτό από όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Το ποσό είναι πραγματικά υψηλό σε σχέση με άλλες χώρες, απόδειξη της ευάλωτης δομής της ελληνικής οικονομίας σε εξωγενές γεγονός. Μεγαλύτερα ποσά που διακινούνται δεν συνυπολογίζουν την συμβολή της χώρας στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.

Η αδυναμία της πολιτικής και οικονομικής ελίτ να εκσυγχρονίσει την οικονομία τα 40 χρόνια της συμμετοχής της χώρας στην ΕΕ, εκφράστηκε στον υπερδανεισμό και στην χρεωκοπία. Η αδυναμία αυτή αποτυπώνεται ευκρινέστερα στην πορεία των καθαρών παγίων επενδύσεων όλη την τελευταία δεκαετία. Στην πραγματικότητα η Ελλάδα συντηρείται μόνο από τα δάνεια, τα κονδύλια της ΕΕ και τον τουρισμό.

Η πορεία αυτή σύνδεσε πολιτικά τον ευρωπαϊσμό στην Ελλάδα με τις μεταβιβάσεις από την ΕΕ και το φαινόμενο συνοδεύτηκε με το επιχείρημα της μικρής χώρας η οποία δεν μπορεί να παρέμβει στα ευρωπαϊκά δρώμενα. Ελάχιστες ήταν οι εξαιρέσεις πολιτικών με ευρωπαϊκή ταυτότητα, οι οποίοι συμμετείχαν ενεργά στις ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις, επιβεβαιώνοντας τον κανόνα της αντιμετώπισης της ΕΕ ως γαλακτοφόρου αγελάδας.

Η δεκαετία των προγραμμάτων προσαρμογής αποσκοπούσε στην δημοσιονομική πειθαρχία, στην μείωση των μισθών των εργαζομένων και την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Οι συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις οδήγησαν σε «μεταρρυθμιστική κόπωση» τους πολίτες. Όμως, οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις για την πραγματική απελευθέρωση της οικονομίας από κατεστημένα συμφέροντα (vested interests), με διαφορετικές προφάσεις μετατίθεντο. 

Στην απουσία των ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων στη δομή της οικονομίας και στα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα οφείλεται η περιορισμένη ανάκαμψη την περίοδο μετά τα μνημόνια. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη του «ελατηρίου», η ελληνική οικονομία καθώς λειτουργούσε κάτω από την παραγωγική της ικανότητα, μόλις η χώρα θα έβγαινε από το πρόγραμμα προσαρμογής θα ακολουθούσε αναπτυξιακή έκρηξη. Από τον Αύγουστο 2018-Ιούλιο 2019 η ελληνική οικονομία είχε αξιοπρεπείς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά δεν συνιστούσαν έκρηξη ανάπτυξης.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη με φιλο-επιχειρηματικό χαρακτήρα υποσχόταν με την ίδια προσέγγιση την εκρηκτική ανάπτυξη, αλλά τα στοιχεία δεν επιβεβαίωσαν την υπόσχεση. Η έλευση του κορωνοϊού έδωσε καλή επικοινωνιακή ευκαιρία να φορτωθούν όλοι οι σκελετοί της ελληνικής οικονομίας στην υγειονομική κρίση και στο lockdown.

Η κυβερνητική δημόσια διαχείριση της πρότασης της Ευρ. Επιτροπής, ανεξαρτήτως των τελικών ποσών και των προϋποθέσεων απορρόφησης, σηματοδοτεί την διάψευση των κυβερνητικών προσδοκιών περί αλλοδαπών επενδυτών που περίμεναν στα σύνορα της χώρας να εισέλθουν.

Ο αλλοδαπός επενδυτής δεν θα επενδύσει, όταν ο Έλληνας επενδυτής προτιμά τα κεφάλαια του να είναι σε off shore και σε όρη με υγιεινό αέρα. Οι μόνες «επενδύσεις» είναι η εξαγορά δημόσιων υποδομών όπως λιμάνια, αεροδρόμια, δρόμοι, ενεργειακά δίκτυα και λίαν συντόμως υποδομών υγείας και ύδατος. Οι άμεσες παραγωγικές επενδύσεις απουσιάζουν, ο σχηματισμός παγίου κεφαλαίου μειώθηκε σε ένα χρόνο 6.4%, τόσο σε όγκο όσο και σε αξία.

Είναι τεχνικά ορθό ότι η ΕΕ δεν έχει επιλογή μνημονίου για την Ελλάδα, καθώς η ΕΕ παρουσίασε ως “success story” την επάνοδο της χώρας στις αγορές με την Ελλάδα να μην αποτελεί πλέον συστημικό κίνδυνο για την ευρωζώνη. Η χώρα καλείται να απαντήσει τις οικονομικές προκλήσεις με την ευρωπαϊκή βοήθεια και τις δικές της δυνάμεις.

Τα 51 δισ.€ που θα εισρεύσουν στη χώρα την περίοδο 2021-2027, ως καθαρές μεταβιβάσεις  είναι σημαντικά, αλλά δεν επαρκούν για την ουσιαστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας,  χωρίς σημαντικές ιδιωτικές επενδύσεις. Το τελικό ποσό έστω και ενδεικτικά υποδεικνύει το εύθραυστο της ελληνικής οικονομίας. Το υψηλό ποσό δεν είναι σημάδι κυβερνητικής επιτυχίας, αλλά σημάδι μεγάλης ύφεσης.

Συνοψίζοντας τους αριθμούς, η Ελλάδα θα λάβει 22.5 δισ.€ ως επιχορηγήσεις, 9.5 δισ.€ ως δάνειο από το Εργαλείο Ανάκαμψης και καθαρή μεταβίβαση 19 δισ.€ από τον επταετή προϋπολογισμό της ΕΕ. Ο αριθμός των 64 δισ.€ που διακινείται από κυβερνητικούς κύκλους, δεν υπολογίζει την συμβολή της Ελλάδας στα δάνεια και την συνεισφορά της στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

Από την προσεκτική ανάγνωση των κανονισμών της Επιτροπής προκύπτει ότι τα ποσά αυτά θα δοθούν σταδιακά στην Ελλάδα, μετά την έγκριση του εθνικού σχεδίου από τα Κράτη-Μέλη της ΕΕ και αφού θα έχει καταρτισθεί από κοινού το εθνικό σχέδιο με την Ευρ. Επιτροπή.

Το εθνικό σχέδιο πρέπει να είναι συμβατό με την ενισχυμένη επιτήρηση του προγράμματος προσαρμογής και των συστάσεων του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Ο κίνδυνος βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους ελλοχεύει με την εκτόξευση άνω του 200%. Η απορρόφηση των κονδυλίων θα απαιτήσει σημαντική αύξηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Η Ελλάδα θα υποχρεωθεί σε αυτεπιστασία μνημονίου, προκειμένου να απορροφήσει τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν είναι ανοικτή επιταγή στην Ελλάδα, αλλά παρέχονται με όρους.

Τα έργα του εθνικού σχεδίου για την πράσινη ανάπτυξη, την ψηφιακή οικονομία και την υγεία θα εγκρίνονται, θα χρηματοδοτούνται και θα ελέγχονται από την Ευρ. Επιτροπή. Τα κονδύλια αποτελούν ευκαιρία για την τόνωση της παραγωγής με εξαγωγικό χαρακτήρα, την ένταξη της στις νέες διαμορφούμενες αλυσίδες αξίας και στην αύξηση της απασχόλησης.

Ως παράδειγμα, αναφέρεται η ηλεκτροκίνηση, η οποία αποτελεί ευρωπαϊκό στόχο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Η κυβέρνηση οφείλει να εκπονήσει κίνητρα ώστε ελληνικές επιχειρήσεις να ενταχθούν στην αλυσίδα αξίας με προστιθέμενη αξία στην προωθούμενη ηλεκτροκίνηση. Σε περίπτωση που η κυβερνητική παρέμβαση περιοριστεί στην παροχή κινήτρων για την αγορά ηλεκτροκίνητων οχημάτων, τότε το μόνο αποτέλεσμα θα είναι η επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου.

Τα κατεστημένα συμφέροντα έχουν συμφέρον στη συνέχιση του status quo και στην προκαθορισμένη ροή των ευρωπαϊκών κονδυλίων, με την κυβέρνηση σε ρόλο επιδιαιτητή κατανομής των πόρων.

Η ενίσχυση του πελατειακού συστήματος θα καταστήσει μη ρεαλιστική την έγκαιρη απορρόφηση των κονδυλίων με συνέπια την υστέρηση ανάκαμψης της οικονομίας. Υστέρηση, η οποία θα εντείνει τις πολιτικές λιτότητας.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο διανύεται εποχή εκπληκτικής ανισότητας, με ασταθή και ολιγαρχική πολιτική. Η ευρωπαϊκή συζήτηση έχει στην ατζέντα της τα θέματα ανισότητας και κάλυψης των βασικών κοινωνικών αναγκών. Στην Ελλάδα η συζήτηση περιορίζεται στο μέγεθος των κονδυλίων, ενώ η όποια κριτική επισήμανση σε συντηρητικές επιλογές της ΕΕ συνιστά αντι-ευρωπαϊσμό. Ο ευρωπαϊσμός στη χώρα μας φορά επώνυμα προϊόντα, οδηγεί γερμανικά αυτοκίνητα και φέρει βαλκανικά γυαλιά.

Ο ευρωπαϊσμός στο κοινό αίσθημα έχει ταυτιστεί με τα χρήματα. Οι ίδιοι άνθρωποι που φώναζαν ρυθμικά «Όλι Ρεν, Όλι Ρεν δεν θα μας πάρεις τα πούρα και τα Καγιέν» εν μέσω αστακοπολέμου στο νησί των ανέμων, είναι οι ίδιοι που φώναζαν  «Βάστα Γερούν» και είναι οι ίδιοι που αναμένουν ως γνήσιοι ευρωπαϊστές να «απορροφήσουν τα κονδύλια».

* Οικονομολόγος (Msc, PhD Econ)-πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών.