Ζωή Κωνσταντοπούλου: η πρόεδρος με το σαρδόνιο χαμόγελο

Του Γιώργου Λακόπουλου

 

ΓΛ  Bρήκε και τα κάνει; Θα τολμούσε να  επιστρέψει ως απαράδεκτη έκθεση του  Γιώργου Προβόπουλου; Ή, για να πάμε σε  παλαιότερα ιερά τέρατα της Τράπεζας της  Ελλάδος, πόσες ώρες θα έμενε στη θέση του  πρόεδρος της Βουλής που θα απέρριπτε   έκθεση του Ξενοφώντα Ζολώτα ή του Κυριάκου Βαρβαρέσου;

Πόσες φορές ο Τίμος Χριστοδούλου, ο Λουκάς Απόδημος, ο Γιάννης Μπούτος επέκριναν την κυβερνητική πολιτική και δεν διανοήθηκε κανένα κόμμα να τους καταγγείλει- ποσο μάλλον ο τυπικός αποδέκτης των εκθέσεών τους στο Κοινοβούλιο;

Με άλλα λόγια, ο σκαιός τρόπος της Ζωής Κωνσταντοπούλου απέναντι στον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας και η υπέρβαση του ρόλου της  με την έκθεσή του, προέκυψε επειδή έχει απέναντί της τον Γιάννη Στουρνάρα. .

Ίσως η κυρία περίμενε να της υποβάλει ο διοικητής προσωπικά και με υπόκλιση την έκθεσή του. Μπορεί να τον θεωρεί εύκολο στόχο μετά τα σλάλομ του παρελθόντος του. Ίσως και να είναι η κλιμάκωση της επιδίωξης του ΣΥΡΙΖΑ να τον οδηγήσει σε παραίτηση αφού δεν μπορεί να τον ξηλώσει.

Σε κάθε περίπτωση, το μόνο που πέτυχε η Ζωή ήταν να κάνει συμπαθή τον Στουρνάρα, που υπήρξε άψογος στην προκειμένη περίπτωση και έχει τους πάντες με το μέρος του – εκτός από τους άτακτους του Συριζαίικου.

Αντίθετα, η πρόεδρος της Βουλής προσέθεσε και άλλα ερεθίσματα αντιπάθειας για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το ρόλο της.

Οι αντιθεσμικές πλευρές της απίστευτης πρωτοβουλίας της είναι πολλές .

Πριν από όλα υπερέβη το ρόλο της που αρχίζει και τελειώνει στην παραλαβή έκθεσης και την αποστολή της στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας ελέγχεται θεσμικά, αλλά δεν εξαρτάται από την κυβέρνηση ή τη Βουλή. Ο ρόλος του είναι να συμβουλεύει την κυβέρνηση για την οικονομική της πολιτική κατά την κρίση του. Αυτό έκαναν οι δυο δεκάδες διοικητές της κεντρικής τράπεζας από την ίδρυσή της. Κανείς δεν δέχθηκε επίθεση γι’ αυτό.

Δεύτερο. Η έκθεση αποστέλλεται στη Βουλή για ενημέρωση, όχι για έγκριση. Ο καθένας μπορεί να την κρίνει, αλλά με κανένα τρόπο η πρόεδρος της Βουλής δε νομιμοποιείται να αντιμετωπίζει τον συντάκτη της με διοικητικό τρόπο και την έκθεσή του με ελεγκτική διάθεση. Ο διοικητής ελέγχει την κυβέρνηση, όχι το αντίθετο.

Όλοι μπορούν να έχουν τη γνώμη τους για τις τεχνοκρατικές απόψεις του Στουρνάρα, αλλά δεν μπορούν να αλλάξουν την έκθεσή του. Ούτε να τον οδηγήσουν σιδηροδέσμιο ενώπιον της πρόεδρου, για να απολογηθεί ως εχθρός του λαού. Ακόμη και αν είναι εχθρικός προς την κυβέρνηση, γούστο του και καπέλο του. Διαφορετικά δεν θα είχε ανεξαρτησία.

Τρίτο. Το πρόβλημα θα περιοριζόταν στα καθ’ ημάς, αν η Κωνσταντόπουλου δεν φρόντιζε απερίσκεπτα να κάνει εξαγωγή του. Η αναφορά της στις τοποθετήσεις Στουρνάρα στις συνεδριάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η αξίωσή της να ενημερωθεί -προφανώς για να τις αξιολογήσει- θυμίζουν κάτι ανάμεσα σε Ανατολική Γερμανία και Τρίτο Κόσμο.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος δεν υπάγεται στην Αθήνα αλλά στη Φρανκφούρτη. Με άλλα λόγια, ο Στουρνάρας δεν εκπροσωπεί τη χώρα, αλλά την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κατά τον τρόπο που ο εκάστοτε Έλληνας Κομισάριος δεν εκπροσωπεί την Ελλάδα, αλλά την Κομισιόν.

Θα πέσει πολύ γέλιο αν πάρει καμία μέρα ο Ντράγκι επιστολή της Ζωής με την οποία θα του ζητάει τα πρακτικά για να τσεκάρει αν τα λέει καλά ο Στουρνάρας. Ή αν παρεκτρέπεται σε αντιλαϊκές τοποθετήσεις. Και θα κόψει τις φλέβες του ο Γιούνγκερ αν τον ρωτήσει για τις τοποθετήσεις του Αβραμόπουλου στο Κολέγιο, ως υπόπτου εχθρού του λαού.

Ο τρόπος που αντιμετώπισε η Ζωή Κωνσταντόπουλου την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος και η σύνδεση που επιχείρησε με κριτήριο την ενδεχόμενη σκοπιμότητά της, κινείται ανάμεσα στο γελοίο και το ολοκληρωτικό.

Δεν είναι δουλειά της προέδρου να κρίνει αν η Τράπεζα της Ελλάδος χρησιμοποιεί χαρτί ή ψηφιακά μέσα. Μπορεί κάλλιστα να τυπώσει από το στικάκι αν δεν τη βολεύει. Ούτε αν ο διοικητής πετάει τη σκούφια του για την κυβερνητική πολιτική ή την επικρίνει.

Η Βουλή δεν είναι  εμπροσθοφυλακή της κυβέρνησης, αλλά ανεξάρτητος θεσμός και οφείλει να σέβεται την ανεξαρτησία των άλλων. Η Ζωή το πάει ακόμη περαπέρα: επιβάλει το προσωπικό της “κράτος και βασίλειο”.

Ζητάει απο δημοσιογράφους να “λογοδοτήσουν” …αναδρομικά γιατί έγραψαν τη γνώμη τους, ή γιατί δεν έγραψαν όσα κρίνει η ίδια,  απειλεί να καλέσει για “απολογία”  κρατικούς αξιωματούχους ή και διεθνείς παράγοντες,  αποφαίνεται τι είναι  ορθό, φιλολαικό, μνημονιακό , επιτρεπτό και νόμιμο. Κατασκευάζει ΙΧ επιτροπές , αποφαίνεται για θέματα κυβερνητικής πολιτικής όπως είναι η διαχείριση του χρέους και θεωρεί ιεροσυλία την κριτική στο προσωπό της.

Θα ήταν αστείο αν δεν επρόκειτο για  πολιτειακό παράγοντα της Γ Ελληνικής  Δημοκρατίας.  Ποτέ άλλοτε  δημόσιο πρόσωπο δεν θεωρούσε οτι έχει δικαίωμα ελέγχου του φρονήματος των άλλων. Και ποτέ επικεφαλής της νομοθετικής εξουσίας  δεν μιλούσε ως εκπρόσωπος μιας άλλης εξουσίας, όπως είναι η Εκτελεστική και η κυβέρνηση.

Το  συνηθισμένο σαρδόνιο μειδίαμα, συνδυασμένο με έναν ιδιότυπο κυνισμό κάθε φορά που  παρεμβαίνει  – και παρεμβαίνει κάθε φορά- είναι το σήμα κατατεθέν μιας προσωπικής λειτουργίας, τα συμφραζόμενα της οποίας  λίγη σχέση έχουν με τον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατική τάξη. Αλλά και η αισθητική του ύφους της δημόσιας παρουσίας της θυμίζει μια ατάκα του Μιτεράν για την Θάτσερ : “Η Μάγκυ δεν μου αρέσει- ούτε σαν γυναίκα, ούτε σαν άνδρας”.