ΗΠΑ εναντίον Βόρειας Κορέας: H κλιμάκωση της κόλασης

Του Αρνό Βολερέν*

Σπρωγμένοι σε μία ρητορική κλιμάκωση εδώ και πολλούς μήνες, Ουάσινγκτον και Πιονγκγιάνγκ έφθασαν σε νέο οριακό σημείο προκλήσεων. Επειτα από μία πολλοστή απειλή εκτόξευσης πυραύλου, ο Τραμπ απάντησε υποσχόμενος «πυρ και οργή» στον αντίπαλό του.

Η κλιμάκωση είναι εδώ. Ξεκινώντας από τη ρητορική. Σε ένα χρονολόγιο πολεμικής αποκάλυψης από το οποίο δεν απέχει η Πιονγκγιάνγκ, ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε «πυρ και οργή» , το βράδυ της Τρίτης, στο καθεστώς του Κιμ Γιονκ-ουν. Και η μηχανή των προκλήσεων και της έντασης ξεκίνησε και πάλι ενισχυμένη ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Πιονγκγιάνγκ. Ο φόβος έκρηξης πολεμικής βίας στην χερσόνησο επανέρχεται. Λόγω της πρωτοφανούς βιαιότητας, η εμπρηστική αντίδραση του Τραμπ προκαλεί έκπληξη για τον πρόεδρο της πρώτης στρατιωτικής δύναμης του πλανήτη.

«Η Βόρεια Κορέα καλά θα έκανε να μην διατυπώνει απειλές κατά των Ηνωμένων Πολιτειών», γρύλισε ο αμερικανός πρόεδρος από το γκολφ κλαμπ του στο Μπεντμίνστερ του Νιού Τζέρσεϊ, όπου περνά τις διακοπές του. Εάν συνεχισθούν, οι απειλές «θα συγκρουσθούν με το πυρ και την οργή, όπως ο κόσμος δεν έχει ξαναδεί μέχρι σήμερα». Ακάματη στην πολεμική ρητορική, η Πιονγκγιάνγκ απάντησε απειλώντας να πλήξει τη νήσο Γκουάμ στον Ειρηνικό, όπου σταθμεύουν περί τους 6.000 αμερικανοί στρατιώτες. Στη συνέχεια, με ένα tweet επ΄ώμου ο στρατιώτης Τραμπ ξαναπέρασε στην επίθεση χθες για να επισείσει την απειλή του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου:

«Σήμερα είναι πιο ισχυρό από ποτέ. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειασθεί ποτέ να χρησιμοποιήσουμε αυτήν την ισχύ, αλλά δεν θα υπάρξει ποτέ μία στιγμή όπου δεν θα είμαστε η ισχυρότερη χώρα στον κόσμο !». Ο υπουργός του της Αμυνας, ο Τζέιμς Μάτις, έβαλε την πινελιά του χθες το βράδυ, ζητώντας από την Βόρεια Κορέα «να σταματήσει την απομόνωση και την κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών, που θα φέρει το τέλος του καθεστώτος του και τον αφανισμό του λαού του».

Από την αρχή του έτους και την εγκατάσταση του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η κρίση σοβεί και κλιμακώνεται στην ανατολική Ασία, δημιουργώντας φόβους για την επιστροφή της πολεμικής σύρραξης στην χερσόνησο, εξήντα τέσσερα χρόνια με το τέλος του Πολέμου της Κορέας. Δεν πρόκειται για κάτι πρωτοφανές σε μία περιοχή όπου ο ήχος των άρβυλων και των ελίκων είναι συνηθισμένος. Το 1994, έπειτα από πολλές εβδομάδες κρίσης, ο Μπιλ Κλίντον βρέθηκε στα πρόθυρα του βομβαρδισμού της πυρηνικής εγκατάστασης του Γιονγκμπιόν. Πριν από επτά χρόνια, η χερσόνησος λίγο έλειψε να βυθισθεί στο χάος, όταν η Πιονγκγιάνγκ βύθισε μία νοτιοκορεατική κορβέτα, σκοτώνοντας 46 ναυτικούς. Πριν εκτοξεύσει, λίγους μήνες μετά, βροχή ρουκετών κατά του νοτιοκορεατικού νησιού Γιουνπγιόνγκ.

Ταπείνωση

Αυτή τη φορά, ξεπεράστηκε ένα νέο όριο. Τα πάντα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Ντόναλντ Τραμπ προσέφυγε «στην θεωρία του τρελού» των αμερικανικών εγχειριδίων στρατηγικής. Οπως όταν στη δεκαετία του ’70 η κυβέρνηση Νίξον θέλησε να κάνει τους ηγέτες του κομμουνιστικού μπλοκ να πιστέψουν ότι ο πρόεδρος ήταν παράλογος, απρόβλεπτος και ικανός να εξαπολύσει μία φοβερή αιφνιδιαστική επίθεση.

«Η κίνηση του Ντόναλντ Τραμπ είναι κάτι πολύ περισσότερο από μία ρητορική έκρηξη, σύμφωνα με τον Φρανσουά Γκοντμάν, ειδικό σε θέματα ανατολικής Ασίας και διευθυντή στρατηγικής του Asia Centre. «Είναι πιθανόν ότι και αυτός χρησιμοποιεί αυτήν την θεωρία του τρελού. Η Κίνα και η Ρωσία φοβήθηκαν και ψήφισαν κυρώσεις που είναι σκληρές και πιστεύω ότι η Βόρεια Κορέα θα οπισθοχωρήσει. Στόχος του Ντόναλντ Τραμπ είναι να ασκήσει πίεση επί των στηριγμάτων της Βόρειας Κορέας».

Τα πάντα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Ντόναλντ Τραμπ προσέφυγε «στην θεωρία του τρελού» των αμερικανικών εγχειριδίων στρατηγικής. Οπως όταν στη δεκαετία του ’70 η κυβέρνηση Νίξον θέλησε να κάνει τους ηγέτες του κομμουνιστικού μπλοκ να πιστέψουν ότι ο πρόεδρος ήταν παράλογος, απρόβλεπτος και ικανός να εξαπολύσει μία φοβερή αιφνιδιαστική επίθεση.

Ο αμερικανός πρόεδρος έχει επισείσει την απειλή των επιπλέον κυρώσεων κατά της Κίνας εάν τυχοδιωκτικά δεν συνεργασθεί. Μετά την ψηφοφορία, το Σάββατο στον ΟΗΕ, της απόφασης 2371, η Ουάσινγκτον ελπίζει ότι Μόσχα και Πεκίνο θα ασκήσουν πιέσεις επί του Κιμ Γιονγκ-ουν. Διότι εδώ και έναν χρόνο, ο τελευταίος της σταλινικής δυναστείας έχει εκτοξεύσει καμιά τριανταριά πυραύλους, έχει προχωρήσει σε δύο πυρηνικές δοκιμές. Τον τελευταίο μήνα, σε διάστημα 24 ημερών, εκτόξευσε δύο βαλλιστικούς διηπειρωτικούς πυραύλους. Σε μία ταπεινωτική κίνηση για τον Τραμπ που διαβεβαίωνε τον Ιανουάριο ότι αυτό δεν θα συμβεί ποτέ.

Σύμφωνα με πολλούς εμπειρογνώμονες, ο πρώτος πύραυλος που εκτοξεύθηκε στις 4 Ιουλίου, στην επέτειο της αμερικανικής ανεξαρτησίας, είχε την ικανότητα να πλήξει την Αλάσκα. Ο δεύτερος θα μπορούσε να πλήξει τη Νέα Υόρκη.

«Κακό παιδί»

Την Τρίτη, νέα πηγή ανησυχίας. Η εφημερίδα Washington Post αναφέρει πως το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ είναι σε θέση να εξοπλίσει τους πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές. «Οι βαλλιστικές δυνατότητες βελτιώθηκαν, αλλά αμφιβάλλω ότι η Βόρεια Κορέα μπορεί πολύ βραχυπρόθεσμα να αποκτήσει τις τεχνικές καθοδήγησης και πυροδότησης των πυρηνικών κεφαλών της», συνεχίζει ο Φρανσουά Γκοντμάν.

Απόστρατος στρατηγός και διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Διεθνών και Στρατηγικών Σχέσεων, ο Ζαν-Βενσάν Μπρισέ επιβεβαιώνει πως «η κατάσταση της απειλής είναι σχετικά περιορισμένη και δεν πιστεύω πως οι Βορειοκορεάτες έχουν καταφέρει να σμικρύνουν τον πυρηνικό μηχανισμό τους. Αντίθετα μπορεί να δελεαστούν να εκτοξεύσουν χημικά ή ραδιενεργά όπλα που θα έκαναν ζημιές. Όμως θα ξεκινούσαν άραγε μια τέτοια επιχείρηση και θα έδιναν ένα πρόσχημα στους Αμερικανούς για να χτυπήσουν;» Η Ουάσινγκτον θα επιτεθεί στη Βόρεια Κορέα; «Το κακό παιδί είναι ο Κιμ, όχι ο Τραμπ», λέει ο Μπρισέ. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν την ικανότητα και όλες τις τεχνικές για να στοχοθετήσουν μια εξέδρα εκτόξευσης, μια πυρηνική μηχανολογική ή κατασκευαστική εγκατάσταση».

Όμως η Πιονγκγιάνγκ ασφαλώς δεν θα μείνει με το όπλο παρά πόδας σε περίπτωση επίθεσης. Η μεγάλη Σεούλ με τα 25 εκατομμύρια των κατοίκων της απέχει μια σαρανταριά χιλιόμετρα από το πυροβολικό της Πιονγκγιάνγκ, εναντίον του οποίου δεν μπορεί να κάνει τίποτε η αμερικανική αντιπυραυλική ασπίδα Thaad. «Το χτύπημα που θα κατέφερε ο Βορράς στο Νότο θα ήταν τρομερό», σημειώνει ο Φρανσουά Γκοντμάν. Η υπόλοιπη νοτιοκορεατική επικράτεια και το ιαπωνικό αρχιπέλαγος βρίσκονται εντός του βεληνεκούς των πυραύλων που το καθεστώς των Κιμ διαθέτει από το 1984. Και προς το παρόν ούτε η Σεούλ ούτε το Τόκιο –όπου κυβερνά ωστόσο το «γεράκι» Σίνζο Άμπε– δεν θέλουν να ακούσουν ούτε λόγο για στοχευμένο ή προληπτικό πλήγμα. «Αυτό είναι το δίλημμα στην περιοχή», σημειώνει ο Φρανσουά Γκοντμάν.

«Οι Ιάπωνες και οι Νοτιοκορεάτες παραπονούνται όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες δίνουν την εντύπωση ότι παίρνουν τις αποστάσεις τους σε σχέση με τη χερσόνησο και φοβούνται όταν περνούν στην επίθεση». Σαν να έχουν πάρει απόφαση ότι θα ζουν με μια Βόρεια Κορέα πυρηνικοποιημένη και εφοδιασμένη με μια όλο και πιο απειλητική δυνατότητα πλήγματος.

 Πηγή: Liberation -ΑΠΕ ΜΠΕ