Η δική σου και η δική μου 

Του Ιωάννη Δαμίγου

Έφτασε πάλι το πάντα προγραμματισμένο Πάσχα των Ελλήνων Πάσχα, έτσι για να μη ξεχνιόμαστε απ’ τις χρηστές μας συνεχείς … υποχρεώσεις. Αρχή με την Μεγάλη εβδομάδα την συναισθηματικά φορτισμένη και καταναλωτικά εθισμένη, μεταξύ πάθους και Παθών.

Με τα δικά σου Πάθη, τα γνωστά και επαναλαμβανόμενα όμοια με της ζωής, μα σκηνοθετημένα από λαμπρούς και φωτισμένους καλλιτέχνες, οριοθετημένα επιμελώς. Με τους λίγους μα ισχυρούς κακούς καπιταλιστές, με τους προοδευτικούς να νίπτουν χείρας, με τους νοικοκύρηδες του όχλου να κάνουν την δουλειά τους και τέλος με τον χαρισματικό πολιτικό σε μια περίεργη συνδικαλιστική σχέση με τον αναρχικό αυτόχειρα. Ολοκληρώνοντας τη θεία μυθοπλασία, με την θρησκευτική και κοινωνική ελεγεία ψαλμών, περί ανάστασης, ελπίδας, μετάνοιας, συγχώρεσης και άλλων ποιητικών θεωριών πλείστων πνευματικών νοημάτων. Το τέλος υποσχόμενο και κατευναστικό για το φιλοθεάμων κοινό.

Του σκληρά εργαζόμενου και αμειβόμενου ως επαίτη όμως, οι Μεγάλες εβδομάδες είναι και συνεχείς και διαρκείς για χρόνια. Περίπατος ο Γολγοθάς φαντάζει, με τον Σταυρό στο λεωφορείο του τρόμου, στο Μετρό με ληγμένο εισιτήριο, στο μποτιλιαρισμένο τρόλεϊ  και όπου. Σε άγριο φευγιό για λίγες ώρες απ’ την δουλεία της κόλασης, της εργασίας δήθεν, σπαταλημένες στην κίνηση του διαβόλου της αναμονής δρομολογίου.

Με εκατόνταρχους Ρωμαίους, εφιάλτες ίδιους, να σε μαστιγώνουν στο κάθε διάβα, να σ’ απειλούν μέσω λογαριασμών, να σε χλευάζουν στο κολαστήριο των supermarket πουλώντας σου παράδεισο με ληγμένη ημερομηνία. Μεγάλες και μικρές εβδομάδες, χωρίς γιορτές, χωρίς ρεπό κλεμμένο, με άδειες σωρευμένες κι απλήρωτες στις καλένδες της οικονομικής ανάγκης. Να κάνουν πρωταθλητισμό ταχύτητας δρόμου οι αυξήσεις και τα χρέη να σπάνε ρεκόρ κι επιπλέον να ανέχεσαι και την αισχρή ειρωνεία των επίδοξων υποψηφίων τηλεοπτικών βολεμένων πολιτικάντηδων. Μάταια επιδεικνύεις τα αποδεικτικά στοιχεία εξόφλησης των προπατορικών αμαρτημάτων που άλλοι σε χρέωσαν, φορτώνοντας σου και προκαταβολικά των επομένων. Ο Πέτρος σου σ’ αρνήθηκε πριν τα πουλιά όλου του κόσμου να λαλήσουν, μια και ο πετεινός περίμενε το πρωινό και ως εκ τούτου απολύθηκε ως αργός. Κι από Ιούδες; Δεν προλαβαίνεις να επιλέξεις, καθώς από προδοτικό φιλί, σε βιασμό από πρόκληση περνάνε. Σε πλειστηριασμό σε βγάζουν ΜΚΟ και κόμματα “αριστερά” προς ανάληψη υποστήριξης. Και μένεις μόνος πιο μόνος κι απ’ τον εσταυρωμένο που είχε η μάνα σου καντήλι. Μα σου έμεινε πίσω απ’ την πόρτα το καρφί για το σακάκι του πατέρα ανάμνηση. Είχε βοηθήσει, λένε, κρατώντας κάποιου το Σταυρό για λίγο και τρέχεις τώρα μπορείς και δεν μπορείς, σε συλλαλητήρια για τους Παλαιστίνιους κολασμένους, αντίδωρο. Σαν Λάζαρο σε διατάζουν κάθε πρωί, “δεύρο έξω” φουκαρά και τράβα για δουλειά, που καμώνεσαι  τον πεθαμένο! Ε, πάρε και τον Σταυρό σου, για βοήθεια μην τάχα απεργήσεις. Μα πόσο μεγάλη μπορεί να είναι μια Μεγάλη εβδομάδα;

Η δική σου και η δική μου Μεγάλη εβδομάδα. Η δική μου, η χωρίς θαύματα χωρίς γαλήνη, χωρίς πνευματισμό και κήπους της Γεσθημανή, χωρίς ακολουθία καν συντρόφων διασπασμένων. Χωρίς “δεύτε” και “λάβετε”, μα  με οφείλεται και πληρώστε. νυχθημερόν. Με καρφιά να μπήγονται σε όλο το σώμα μα η ακίδα να τρυπά την ψυχή. Όμως και με προσμονή μιας ανεχτικής ορίων ημέρα, χωρίς να προσδοκώ  ανάσταση νεκρών και πρόσβαση χαμένων παραδείσων. Σαν άνθρωπος, μια κάποια παύση ανάσας και κουράγιου αναζητώ, μιας απλής εβδομάδας ζωή, χωρίς παραταγμένους Ρωμαίους εμπρός μου, χωρίς Άννες και Καϊάφες δημοσιογράφους, ούτε τηλεοπτικούς Πιλάτους, με δυο φίλους να καθίσω και να πιώ, που δεν θα με κεράσουν ξύδι και χολή.