Η μαφία της Novartis

Toυ Κώστα Βαξεβάνη

∆εν µιλάµε πλέον για το σκάνδαλο Novartis. Οσα έχουν προκύψει µετά τη µανιώδη προσπάθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη να συγκαλύψει το συγκεκριµένο σκάνδαλο και να εκδικηθεί όσους το αποκάλυψαν φανερώνουν κάτι ακόµη χειρότερο. Την επιβολή ενός κράτους τύπου Κολοµβίας, µε µαφιόζικες µεθόδους και πολιτικούς και δικαστές σε ρόλο νονού. Οι θεσµοί, µε πρώτο αυτόν της ∆ικαιοσύνης, έχουν παραδοθεί στους παραχαράκτες όχι των εγγράφων της Novartis αλλά της δηµοκρατίας. Σε µια παράλληλη πορεία, η ενηµέρωση και ο Τύπος τσιµεντάρουν την πληροφόρηση και την πετάνε για να πνιγεί στα βαθιά νερά του λιµανιού της διαπλοκής.

Οταν ξεκίνησε η έρευνα για το σκάνδαλο Novartis η κοινή γνώµη βρέθηκε µπροστά σε µια θύελλα πληροφοριών. Αλλες πληροφορίες αποκάλυπταν το σκάνδαλο και άλλες (οι περισσότερες) δηµιουργούσαν σύγχυση και συσκότιση. Ο στόχος ήταν να κουραστούν οι πολίτες και αφού δεν γνωρίζουν τι ακριβώς έχει συµβεί, να λειτουργήσουν ενστικτωδώς µε την αµφιβολία. Οπως συµβαίνει συχνά µε τους εγκληµατίες, δεν τους ενδιαφέρει απαραίτητα η αθώωσή τους, αλλά η δηµιουργία αµφιβολιών προς όφελός τους.

Εχουν περάσει πέντε χρόνια από τις πρώτες αποκαλύψεις για τη Novartis. Η βουή έχει υποχωρήσει και διακρίνονται τα γεγονότα. Τι βλέπουµε σήµερα ότι συνέβη όταν ξεκίνησε η έρευνα; Τα πολιτικά πρόσωπα που ήταν ελεγχόµενα, αντί να θέσουν τον εαυτό τους στη διάθεση της ∆ικαιοσύνης και να δώσουν εξηγήσεις στον κόσµο όπως ήταν υποχρεωµένα, προχώρησαν σε εξωθεσµική συµπεριφορά. Αρχισαν να απειλούν τους εισαγγελείς, να απαξιώνουν τους προστατευόµενους µάρτυρες ως κουκουλοφόρους και να επιδίδονται σε δολοφονία χαρακτήρα των δηµοσιογράφων που παρουσίαζαν στοιχεία και όχι θεωρίες.

Στη συνέχεια άλλαξαν το νοµικό καθεστώς για να καταργήσουν την Εισαγγελία ∆ιαφθοράς, η οποία διενεργούσε την έρευνα, και έστησαν προανακριτική επιτροπή για να µεθοδεύσει τη δίωξη των ατάκτων.

Από το 2018, όπως έχει αποκαλύψει ο ίδιος ο πρώην προστατευόµενος µάρτυρας Νίκος Μανιαδάκης σε καταγραµµένη συνοµιλία µαζί µου, απειλούσαν και εκβίαζαν τους µάρτυρες, ενώ διαβεβαίωναν για τις διώξεις των εισαγγελέων και την αλλαγή του νοµικού καθεστώτος, πράγµα που τελικώς επιβεβαιώθηκε.

Εστησαν κατηγορητήριο µέσω µιας ανακρίτριας η οποία επικαλέστηκε για τις διώξεις στοιχεία και µαρτυρίες που δεν υπήρχαν, ενώ ποινικοποίησε την ίδια τη δηµοσιογραφική έρευνα.

Η νέα εισαγγελία που δηµιουργήθηκε στη θέση της καταργηµένης Εισαγγελίας ∆ιαφθοράς αρχειοθέτησε τις δικογραφίες του Αδωνη Γεωργιάδη και του ∆ηµήτρη Αβραµόπουλου παρότι η έρευνα βρήκε αδικαιολόγητα εκατοµµύρια στον λογαριασµό τους, µε το πρωτοφανές επιχείρηµα ότι τα ποσά ήταν «αδιευκρίνιστα». ∆ηλαδή έναν ενοχοποιητικό προσδιορισµό –του αδικαιολόγητου εσόδου– τον µετέτρεψαν σε αθωωτική κρίση.

Εξαφάνισαν από την έρευνα έναν πράκτορα του FBI, βαθµοφόρο µάλιστα της πρεσβείας των ΗΠΑ, ο οποίος ήταν διατεθειµένος να δώσει πληροφορίες για το σκάνδαλο Novartis.

Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης η ανακρίτρια Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου αρνήθηκε την κατ’ αντιπαράσταση εξέταση του Μανιαδάκη µαζί µου, µε βάση τα ηχητικά που της είχα καταθέσει και αφορούσαν τους εκβιασµούς που έλεγε ότι δέχτηκε.

Αλλη ανακρίτρια, η Γλυκερία- Λουίζα Ιωαννίδου, επιχείρησε έπειτα από δύο χρόνια ανακριτικής απραξίας να αρχειοθετήσει τη δικογραφία για τον Ανδρέα Λοβέρδο µε το επιχείρηµα ότι τα αδικήµατα έχουν παραγραφεί, ενώ δεν είχε δικαίωµα να το κάνει αφού είχε ήδη αποφανθεί η Βουλή για τη δική της δικαιοδοσία.

AΠΟ ΤΟ DOCUMENTO