Μεσανατολικό: Η Ευρώπη όχι απλώς “στη λάθος πλευρά της ιστορίας”, αλλά η ίδια η λάθος πλευρά της ιστορίας

Toυ Δημήτρη Χριστόπουλου

Η Ευρώπη δεν βρίσκεται στη “σωστή πλευρά της ιστορίας” στο Μεσανατολικό ζήτημα. Η στάση της συνεργεί στην κλιμάκωση της έντασης.

Προσπαθώ όλα αυτά τα χρόνια να καταλάβω για ποιον λόγο η Ευρώπη είναι τόσο ανύπαρκτητόσο τιποτένια απέναντι στο Ισραήλ. Προσπαθώ να καταλάβω αν αρκούν τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα της Δύσης στη Μέση Ανατολή ώστε να αιτιολογήσουν τη στάση που συνεργεί στην κλιμάκωση της έντασης καθώς το Ισραήλ θεωρεί –και ορθά – πως, ό,τι και να κάνει, η Δύση όχι απλώς θα το ανέχεται, αλλά θα το στηρίζει.  Προσπαθώ επίσης να αντιληφθώ αν αρκεί το ότι  πρωτίστως η Γερμανία αλλά και οι άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες στηρίζουν το Ισραήλ και θεωρούν αντισημιτισμό την κριτική του μόνο επειδή επιζητάνε την εξιλέωση για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων.

Είναι όλα αυτά μαζί προφανώς… 

Αν εξαιρέσει κανείς στιγμές εγκληματικής αφροσύνης  των ΗΠΑ, όπως την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τον Τραμπ, τελικά καταλήγω ότι οι Αμερικάνοι στη μέση διάρκεια είναι μάλλον σοβαρότεροι από τους Ευρωπαίους σε σχέση με το Ισραήλ. Και αυτοί έχουν – εννοείται– φοβερές ευθύνες διότι με τη συμπεριφορά τους ουσιαστικά τροφοδοτούν τη βουλιμία ενός αποικιοκρατικού, επιθετικού και ρατσιστικού κράτους που βγαίνει  εκτός ελέγχου – ωστόσο το κάνουν ειλικρινέστερα.

Οι Ευρωπαίοι όμως; Θα περίμενε κανείς ότι ως φρονιμότεροι μαθητές της ιστορίας τους στον 20ό αιώναθα είναι στοιχειωδώς πιο συνετοί από το να αφήνουν το Ισραήλ να συμπεριφέρεται ως ο πειρατής της Μέσης Ανατολής, ποτισμένο από μίσος απέναντι στους γείτονές του. Μα, θα μου πει η καλοπροαίρετος συνομιλητής, ότι και οι γείτονές του είναι ποτισμένοι από μίσος απέναντι στο Ισραήλ. Επομένως αν δεν κλιμακώσει εκείνο, τότε θα το καταπιούνε. Κι εδώ που φτάσαμε, δίκιο θα έχει…

Ωστόσο, εδώ δεν φτάσαμε λόγω φυσικών φαινομένων, αλλά εξαιτίας πολιτικών επιλογών και αποφάσεων σε μακρά διάρκεια, κι όχι συγκυριακά. Ό,τι λοιπόν συμβαίνει σήμερα –η απειλή μιας παγκόσμιας σύρραξης– δεν είναι αναπάντεχη αλλά υπήρξε απολύτως προβλέψιμη. Εκτός αν θεωρούμε ότι δεν είναι προβλέψιμο πως ένα κράτος θα απαντήσει στρατιωτικά όταν ένα άλλο σκοτώνει σε διπλωματική αρχή του πολιτειακούς αξιωματούχους. Αν περιμέναμε κάτι τέτοιο, τότε δεν είμαστε απλώς αφελείς, αλλά τραγικά ανεπαρκείς να διαβάσουμε διεθνείς σχέσεις.

Πάντως, επειδή στο Ισραήλ πολλά μπορεί να καταλογίσει κανείς, αφέλεια όμως όχι, το κράτος αυτό επιτέθηκε στο ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό όχι ποντάροντας στο ότι δεν θα απαντήσουν οι Ιρανοί, αλλά ακριβώς στο αντίθετο. Το Ισραήλ ρισκάρει να προκαλέσει αυτή την απάντηση ώστε να κλιμακωθεί ο πόλεμος που ξεκίνησε στη Γάζα και μέσω της σύρραξης να επέλθει μια καλύτερη κατάσταση για να βελτιώσει τη θέση του ή στον περιφερειακό συσχετισμό της Μέσης Ανατολής.

Αυτό είναι ο ορισμός της ακροσφαλούς διπλωματίας, “brinkmanship”, σύμφωνα με όρο που επινοήθηκε στη δεκαετία του 1950 για να αποδώσει τον ριψοκίνδυνο τρόπο με τον οποίο ο υπουργός Εξωτερικών του Αϊζενχάουερ, Τ.Φ. Ντάλλες, επιχειρούσε στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, να αποτρέψει την επιθετικότητα των σοβιετικών υπό την απειλή καταστροφικών αντιποίνων.

Όμως, το να φλερτάρεις διαρκώς με τον κίνδυνο δεν είναι ίδιον συνετών κρατών. Η πρακτική του να επιχειρείς να κερδίσεις πλεονεκτήματα με το να ωθείς τα πράγματα στα άκρα –η πεμπτουσία της ισραηλινής πολιτικής διαχρονικά– οδηγεί στον πόλεμο. Διότι, τις περισσότερες φορές ο αντίπαλος θα το σταθμίσει και θα υποχωρήσει φοβούμενος την κλιμάκωση, αλλά μια φορά δεν θα υποχωρήσει και θα πει «πόλεμος λοιπόν».  Κυρίως, αν νιώθει ικανός για κάτι τέτοιο.

Αυτό, νομίζω, συμβαίνει σήμερα και είτε η Ευρώπη προσποιείται ότι δεν το αντιλαμβάνεται, είτε απλώς το επιδοκιμάζει. Όπως ακριβώς οι νεοφώτιστοι δεξιοί «ευρωπαϊστές», είτε προέρχονται από την Αριστερά είτε από την Άκρα Δεξιά. Με την ευκαιρία να πω ότι κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι ο φιλο-ισραηλινός οπαδισμός την τελευταία δεκαετία περίπου σε όλη την Ευρώπη βρίσκει γόνιμο έδαφος στους κύκλους του παραδοσιακού ακροδεξιού αντισημιτισμού. Βορίδης και ο Γεωργιάδης δεν είναι δηλαδή μόνοι τους, αλλά ανήκουν σε ένα ολόκληρο πολιτικό ρεύμα στη Γηραιά Ήπειρο: ένα ρεύμα θαυμασμού στο πολεμοχαρές κράτος που αφενός ταιριάζει σαν πρότυπο στους ακροδεξιούς και αφετέρου υπηρετεί και την ανάγκη της εξιλέωσης, επειδή  όλοι ξέρουν ότι υπήρξαν αντισημίτες.

Όμως πάλι δεν υπάρχει καμία πρωτοτυπία.

Όπως αποστρέφονταν οι ποτισμένοι με αντισημιτισμό Ευρωπαίοι αποικιοκράτες μέχρι τις αρχές του 20ού, τα εκατομμύρια των Εβραίων που ζούσαν στην Γηραιά Ήπειρο, έτσι οι πολιτικοί τους γόνοι τους σήμερα αποστρέφονται τους Μουσουλμάνους Άραβες. Να μην ξεχνάμε διόλου –κάτι το οποίο σήμερα η Ευρώπη και το Ισραήλ προτιμά να ξεχνάει – ότι πριν την ανάδυση του Σιωνισμού, του μετασχηματισμού δηλαδή της εβραϊκής ταυτότητας σε εθνική και εδαφική που αξιώνει κράτος,  η λεγόμενη «επιστροφή» των Εβραίων στην ιστορική Παλαιστίνη ήταν πρώτα ένα αντισημιτικό ευρωπαϊκό σχέδιο χριστιανικής εμπνεύσεως.

Έχουμε επιμελώς κρύψει δηλαδή ότι το σιωνιστικό σχέδιο της «επιστροφής» στα εδάφη που οι Εβραίοι είχαν εγκαταλείψει πριν 2000 χρόνια, προτού γίνει εθνικό κίνημα ήταν ένα εποικιστικό σχέδιο ρατσιστικής φύσης προκειμένου οι Εβραίοι να αδειάσουν τη γωνιά των χριστιανών Ευρωπαίων, ύστερα από αιώνες διώξεων και διακρίσεων. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο ότι αφενός μεν ο Αμερικάνος πρόεδρος Άνταμς εύχεται ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα να δει τους Εβραίους στην Ιουδαία ως «ανεξάρτητο έθνος» ενώ εκατό χρόνια αργότερα η πρώτη θεσμική αποτύπωση αυτής της ιδέας βρίσκεται στη Διακήρυξη του βρετανού Υπουργού Εξωτερικών Μπαλφούρ του 1917.

Η ιδέα του «φυτέματος» των Εβραίων στην Παλαιστίνη λοιπόν δεν είναι κυρίως έμπνευση των δεξιών σιωνιστών, αλλά των χριστιανών ευρωπαίων –και δη των Βρετανών– αποικιοκρατών που αντιλαμβάνονται ότι διά του εποικισμού αυτού και από τους Εβραίους γλιτώνουν στο έδαφός τους, και στη φωλιά των Αράβων κουρνιάζουν μια νέα οντότητα που υπηρετεί το divide and rule.

Αν οι μοιραίοι της ιστορίας πριν από 100 χρόνια ήταν οι Βρετανοί  –ως ισχυρότερη ευρωπαϊκή δύναμη– σήμερα οι μοιραίοι της ιστορίας είναι οι Γερμανοί, η ισχυρότερη ευρωπαϊκή δύναμη των δικών μας ημερών. Γι’ αυτούς μάλιστα, η ανάγκη εξιλέωσης κατόπιν της εβραϊκής γενοκτονίας είναι ακόμη ισχυρότερη.  Τόσο που αποτρέψαν την είσοδο στον Βαρουφάκη εξαιτίας των θέσεων του για το παλαιστινιακό! Αδιανόητο…

Κατόπιν αυτών, δικαιούμαι να πω ότι είναι πολύ δύσκολο το 2024 η Ευρώπη να μπει στη «σωστή πλευρά της ιστορίας» στην υπόθεση της παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης. Ακριβώς επειδή ιστορικά η ίδια η Ευρώπη είναι η «λάθος», η απάνθρωπη, η άδικη πλευρά της ιστορίας.

ΑΠΟ ΤΟ NEWS 24 7