Μια νέα Αριστερά, µετά τον Τρίτο Δρόµο

Του Νίκου Ξυδάκη

Η νίκη του Σοσιαλιστικού Κόµµατος στην Ισπανία, υπό την ηγεσία του τολµηρού µεταρρυθµιστή Πέδρο Σάντσεθ, και η ενδεχόµενη συγκρότηση κυβέρνησης Αριστεράς σχολιάστηκε ζωηρά και στη χώρα µας. Κατά τα συνήθη: µε ασυνάρτητες αντιπαραθέσεις, παρερµηνείες και προσαρµογή του ποικίλου εκεί στα µέτρα του αλλιώς ποικίλου εδώ.

Εγκαλείται ο Τσίπρας γιατί πλέει ανάµεσα στους Σοσιαλιστές και τους Ποδέµος, το ΚΙΝΑΛ ή υπόλοιπον ΠΑΣΟΚ διεκδικεί τους Σοσιαλιστές, οι Ποδέµος κατηγορούνται για την άνοδο της ακροδεξιάς (!), ολίγοι σηµειώνουν την καταφανή κατάρρευση του Λαϊκού Κόµµατος υπό το βάρος σκανδάλων (80 στελέχη του καταδικάστηκαν για διαφθορά). Ολίγοι επίσης παρατηρούν ότι σε τρεις χώρες του Νότου, Ισπανία, Ελλάδα, Πορτογαλία, που επλήγησαν βαριά από την κρίση, οι πολίτες αναζητούν βιώσιµες λύσεις διακυβέρνησης στην Αριστερά, η οποία τυχαίνει να έχει δυναµικούς ηγέτες. Κατά την εκτίµησή µας, και µε όσα διαδραµατίζονται στην Ευρώπη µετά τη µεγάλη κρίση του 2008, αυτή η µετρηµένη στροφή ορισµένων λαών, σε συνδυασµό µε την ανάδειξη νέων αριστερών ηγετών, συνιστά ελπίδα και προοπτική για την Ευρώπη, κυρίως αν το δούµε σαν απάντηση στην ταχεία άνοδο της ακροδεξιάς.

Δεν ισχυρίζοµαι ότι οι Σάντσεθ, Ιγκλέσιας, Τσίπρας, Κόστα, Κόρµπιν έχουν στο τσεπάκι τους τη λύση για τα µεγάλα προβλήµατα των χωρών τους, για την κρίση απονοµιµοποίησης στην ΕΕ και το σκοτεινό µείγµα ευρωσκεπτικισµού και εθνικισµών. Αυτά παραµένουν ανοιχτά και δυσεπίλυτα, µπροστά µας. Τολµώ να υποστηρίξω όµως ότι, από διαφορετικές αφετηρίες και µε διαφορετικούς τρόπους, τα αριστερά κόµµατα, είτε κυβερνούν είτε διεκδικούν την εξουσία, επαναδιατυπώνουν τα προγράµµατά τους και προσαρµόζουν τις φυσιογνωµίες τους: αφενός προσπαθούν να απαντήσουν στις προκλήσεις της δηµοσιονοµικής ευρω-λιτότητας και της παγκοσµιοποίησης, που βαθαίνουν τις ανισότητες και απειλούν την κοινωνική συνοχή, αφετέρου προσπαθούν να προβάλουν ένα πιο ξεκάθαρο αριστερό πρόσωπο, µε λόγο και πράξεις, ταυτοχρόνως πραγµατιστικό αλλά και εµπνευστικό.

Είναι πολύ νωπή η εµπειρία παρακµής και ήττας της Σοσιαλδηµοκρατίας που ακολούθησε τον Τρίτο ∆ρόµο, µε τη µετατόπισή της από τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώµατα προς τα life politics και τη µεταϋλική διαχείριση ταυτοτήτων, µε την εγκατάλειψη του κόσµου της εργασίας, µε την αδυναµία της να κατανοήσει τον αναδυόµενο κόσµο της επισφάλειας και των νέων ταξικοτήτων, µε τον συµβιβασµό της ως προς βασικές δοξασίες του νεοφιλελευθερισµού. Αυτά εκφράστηκαν από τον Μπλερ στη Βρετανία και τον Σρέντερ στη Γερµανία, µε καταστροφική κληρονοµιά για τα κόµµατά τους, αλλά και από το αµήχανο και ανέµπνευστο ∆ηµοκρατικό Κόµµα στην Ιταλία και το κουρασµένο PSOE των βαρόνων στην Ισπανία.

Αµηχανία, αδυναµία για νέες συνθέσεις, απροθυµία για τις αναγκαίες συγκρούσεις. Υπό µία έννοια αδικήθηκε και σπαταλήθηκε η τεράστια κληρονοµιά ιστορικών κοµµάτων, όπως το SPD, οι Labours, το PCI, το PS. Εκτιµώ ότι η ανάκαµψη των Σοσιαλιστών και η ορµητική εµφάνιση των ριζοσπαστών αριστερών, στον µεσογειακό Νότο, οφείλονται ακριβώς σε αντίστροφη κίνηση του εκκρεµούς, είναι µια αντίδραση στον Τρίτο ∆ρόµο του ’90 και του ’00, όταν παραµελήθηκαν ή και εγκαταλείφθηκαν τα κοινωνικά δικαιώµατα, το κράτος πρόνοιας, οι στρατηγικές αναδιανοµής, η διασφάλιση της εργασίας, και κυρίως η καταπολέµηση των ανισοτήτων εν τη γενέσει τους.

Η επανεύρεση και ανανέωση µιας µοντέρνας αριστερής πολιτικής, αποτελεσµατικής αλλά και ελπιδοφόρας, κατ’ ουσίαν µια επανεπινόηση του κοινωνικού συµβολαίου της µεταπολεµικής Ευρώπης στα νέα συµφραζόµενα του 21ου αιώνα, είναι η σοβαρότερη απάντηση στην ακροδεξιά του µίσους και της αποµόνωσης, αλλά και στα αδιέξοδα της µεταδηµοκρατίας, στην απονοµιµοποίηση της πολιτικής και την κρίση αντιπροσώπευσης. Αυτά είναι τα καυτά ζητήµατα των ευρωεκλογών: Τι κοινωνίες θέλουµε; Ποια Ευρώπη; ∆υστυχώς δεν τα συζητάµε.

Πηγή: Έθνος