Οι δημοσκόποι και ο άξονας Αριστεράς -Δεξιάς

ΦΩΤΟ: ΑΠΕ-ΜΠΕ/ ΑNDREA BONETTI

Του Απ. Λουλουδάκη

Μια δημοσκοπική έρευνα που αποτυπώνει τον πολιτικό χάρτη της χώρας με πραγματικούς ιδεολογικούς και πολιτικούς όρους, αποδεικνύει μια ρεαλιστική  πλευρά του Ελληνικού πολιτικού προβλήματος .

Η έρευνα έχει γίνει από την Palmos analysis για λογαριασμό του tvxs.gr.

Είναι φανερό ότι η ψαλίδα ανάμεσα στα δυο κόμματα εξουσίας κλείνει υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ και ότι η μεγάλη δεξαμενή που θα κρίνει τελικά το αποτέλεσμα των εκλογών είναι ο πολιτικός χώρος της κεντροαριστεράς. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η έρευνα γύρω από τον άξονα αριστεράς -δεξιάς και τις δυναμικές που θα δημιουργηθούν το επόμενο διάστημα στον βαθμό που οι μεγάλες ροές και μετακινήσεις θα γίνουν από τον πολιτικο-ιδεολογικό χώρο της κεντροαριστεράς μια που το πείραμα του ΚΙΝΑΛ φαίνεται να έχει καταρρεύσει πριν ακόμη δημιουργηθεί.

Θα σταθώ σε ορισμένα κρίσιμα συμπεράσματα:

Η κεντροδεξιά και η δεξιά μαζί έχουν σταθεροποιηθεί σε ένα ποσοστό λίγο κάτω του 30%. Αυτό το μέγεθος διαχειρίζεται διαχρονικά μετά την μεταπολίτευση το κόμμα της ΝΔ . Μετατόπιση προς τον συντηρητισμό δεν φαίνεται να υπάρχει στο εκλογικό σώμα. Φαίνεται καθαρά ότι στην Ελληνική κοινωνία η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία οριοθετείται ιδεολογικά αριστερά της ΝΔ.

Ιστορικά κατάφερε να σπάσει αυτό το φράγμα όταν εξέφρασε κάτι πολύ ευρύτερο από τον στενό της ιδεολογικά χώρο, όπως στις πρώτες εκλογές μετά την μεταπολίτευση με το απίθανο ποσοστό που έλαβε ο Κ. Καραμανλής. Βλέπουμε να σπάει το φράγμα στις αλλεπάλληλες εκλογές του 1989 και 1990 από τον Κ. Μητσοτάκη. Όταν το θέμα της κάθαρσης από τα οικονομικά σκάνδαλα παράκαμψε τις ιδεολογικές αγκυλώσεις του εκλογικού σώματος.

Όταν όμως αποδείχτηκε ότι τα περισσότερα σκάνδαλα ήτανε κατασκεύασμα μιας τακτικής του Μητσοτάκη και διαπλεκόμενων συμφερόντων του παρασιτισμού που είχε δημιουργήσει τεράστιο οικονομικό χώρο, για άνοδο στην εξουσία, η ΝΔ μετά από ένα σύντομο σεργιάνισμα στην εξουσία και αφού σπατάλησε πολύτιμο χρόνο σε νεοφιλελεύθερα προγράμματα που εκτροχίασαν  την ελληνική  οικονομία επανήλθε  στην αντιπολίτευση, που παρέμεινε για 11 περίπου χρόνια .

Επανήλθε στην Κυβέρνηση μετά από μια μεγάλη περίοδο που σημαδεύεται από εσωστρέφεια, κλυδωνισμούς, διασπάσεις έχοντας στην ηγεσία της ένα νεώτερο Καραμανλή που προσπάθησε να αποσυνδέσει το κόμμα από την Ακροδεξιά, να μην αφήσει στο κόμμα να κυριαρχήσει ο νεοφιλελευθερισμός, υπερασπίστηκε τον κοινωνικό φιλελευθερισμό του ιδρυτή της ΝΔ και υποσχέθηκε την κάθαρση του δημοσίου βίου από την σήψη και την διαφθορά ενός κρατικίστικου καθεστωτισμού που είχε επιβάλει η σημιτική περίοδος, που είχε μετατρέψει την Ελλάδα σε εργοτάξιο μίζας και διασπάθισης του δημοσίου χρήματος. Όταν δε την περίοδο του Αντώνη Σαμαρά έγινε προσπάθεια μετατόπισης στην άκρα δεξιά η ΝΔ κατέγραψε το μικρότερο ιστορικά ποσοστό  της.

Φαίνεται επίσης καθαρά ότι η μετατόπιση του κέντρου προς μια αριστερά που διαθέτει ένα νέο ηγέτη απαλλαγμένο από τα μεταεμφυλιακά σύνδρομα της ηττοπάθειας και του συνδικαλισμού, των κινητοποιήσεων, της μόνιμης διαμαρτυρίας, των διασπάσεων, της εσωστρέφειας, της επίδειξης υψηλών στάνταρ αποτελεσματικής κυβερνησιμότητας μονιμοποιούν το φαινόμενο της ηγεμονικής έκφρασης του εταίρου πόλου, απέναντι στην νεοδεξιά.

Στον βαθμό δε που ο κορμός της κυβέρνησης έχει να επιδείξει κυβερνητικό έργο, ισχυρή ικανότητα να συνθέτει, που κινείται με αρκετή άνεση στον πολύπλοκο διεθνή χώρο, που διαθέτει τόλμη και τσαγανό να κλείνει πληγές που είχαν τεράστιο κόστος στα εθνικά μας θέματα, είναι το πιο πιθανό σενάριο σε μια εξελισσόμενη διαδικασία πόλωσης, η δυναμική συσπείρωση γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα του μεγαλύτερου μέρους των κεντροαριστερών ψηφοφόρων. Ακόμα η μετακίνηση προς τον Τσίπρα θα γίνεται περισσότερο ελκυστική όσο ο νεομητσοτακισμός και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα που τον στηρίζουν θα γίνεται περισσότερο επιθετικός στον κόσμο της εργασίας και στο κοινωνικό κράτος.

Όσον αφορά δε τον αυτόνομο πόλο της κεντροαριστεράς και την απήχηση του στην κοινωνία, θα παραμείνει περιθωριακός όσο διάστημα θα ηγεμονεύεται από τους κλώνους και στην αυλή της θα περιφέρονται άτομα, με ρόλους σκοτεινούς τόσο την περίοδο της καταλήστευσης της Ελλάδας όσο και τα χρόνια των μνημονίων. Στις σημερινές συνθήκες αυτός ο χώρος το μόνο που εξυπηρετεί, είναι εάν θα μπορέσει να αποτελέσει πριν την οριστική του εξαφάνιση, ένα πολύτιμο συνεταίρο του νεομητσοτακισμού και της βάρβαρης μετάβασης σε ένα πείραμα βίαιου μετασχηματισμού της Ελληνικής οικονομίας σε ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο.

Αλλά είναι επίσης ενδιαφέρον να δούμε πώς σχεδιάζει ο ΤΣΙΠΡΑΣ την μονιμοποίηση της πολιτικής σχέσης του κόμματος που ηγείται, με την κεντροαριστερά. Πάντως θα είναι πολύ επικίνδυνο για την ίδια την Δημοκρατία και το μέλλον της χώρας εάν αυτή η προσέγγιση γίνει με όρους συγκόλλησης πελατειακών συστημάτων που δομήθηκαν, από τις καλές πρακτικές στους κανόνες του παλαιοκομματισμού και της διάχυσης της διαφθοράς στην Ελληνική κοινωνία.

Υπάρχει ένα κρίσιμο τμήμα του εκλογικού σώματος που κυμαίνεται ανάμεσα στο 15%  και 20% που σκέπτεται με τον δικό του τρόπο, δεν εκφράζεται αισθητικά από το κλίμα της πόλωσης, είναι ιδιαίτερα ανήσυχο και αναζητά την  αντικειμενική ενημέρωση, δεν επηρεάζεται από τα fake news, ως επί το πλείστον διαθέτει μόρφωση, απεχθάνεται ότι έχει σχέση με την ιδεολογία της άκρας δεξιάς και τα καθεστώτα της βίας και του αυταρχισμού, αναζητά την κοινωνική ειρήνη, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο σε θέματα ισονομίας, χρηστής διαχείρισης του δημοσίου χρήματος, Δημοκρατίας και Ελευθερίας και είναι αυτό που διαμορφώνει μεταπολιτευτικά τα πλειοψηφικά ρεύματα στις εκλογές.

Αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος έχει επιλέξει να παραμένει ορφανό, δεν ακολουθεί στερεότυπα, δεν ανήκει σε αυτούς που οι δημοσκόποι ανιχνεύουν στις συσπειρώσεις, λειτουργεί αυτόνομα από τις κομματικές δομές, αποφασίζει συνήθως τις τελευταίες ημέρες αφού ακούσει και σκεφτεί πολύ, αλλά κυρίως επειδή έχει υψηλό κριτήριο πρόβλεψης της επόμενης μέρας, δεν χαρίζει την ψήφο του σε σχήματα που ερωτοτροπούν με την βία, τον αυταρχισμό, την απανθρωπιά, την κοινωνική εξαθλίωση, έξω από ηθικούς κανόνες και αξίες.

Άρα σε ένα πεδίο που πρέπει να σταθούμε και είναι ίσως το καθοριστικό, είναι ποιος από τους συντελεστές ενός πολιτικού σκηνικού που διαφαίνεται ότι προσπαθούν να διαμορφώσουν οι δημοσκόποι με τους επικοινωνιολόγους φοβίζει λιγότερο η περισσότερο την φτωχοποιημένη κοινωνία.

Εδώ είναι που η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά, διότι όσο και να προσπαθήσει η άμοιρη, ο μπαμπούλας δεν μπορεί να κρυφτεί. Είναι σα να βρίσκεσαι σε ένα αποκριάτικο πάρτι με βρικόλακες που προσπαθούν να ρουφήξουν το αίμα των ζωντανών και δεν μπορούνε οι μάσκες να κρύψουν τα πρόσωπα τους και είσαι αδύναμος να τιθασεύσεις  τα ένστικτα τους.