Ουδετερότητα και όχι ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ

Του Πέτρου Μηλιαράκη

Η ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων επουδενί επιτρέπει να γίνει δεκτό αίτημα έναρξης των όποιων ενταξιακών διαδικασιών της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όταν η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που αφορά αναμφισβήτητα πόλεμο, βρίσκεται σε εξέλιξη και οι ειδήσεις (άλλες έγκυρες και άλλες προπαγάνδα-fake news) διαδέχονται η μία την άλλη, δεν μπορεί ένα κείμενο να είναι σαφές ως προς τις εκτιμήσεις του, στο χρόνο που μπορεί να αναγνωστεί. Άλλωστε στον πόλεμο «μπαίνεις όταν το αποφασίσεις», αλλά είναι άγνωστο το «πότε θα απεμπλακείς». Συνεπώς, το παρόν κείμενο επιδιώκει την ανάλυση «σταθερών».

Η «ΕΝΤΑΞΗ» ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΕ

Με βάση τα προαναφερόμενα, πρώτη διαπίστωση είναι ότι η παγκόσμια τάξη πραγμάτων περνά σε νέα ιστορική φάση και ότι ο «Β’ Ψυχρός Πόλεμος» είναι ενεστώς. Υπό την έννοια αυτή άξια να επισημειωθούν, για την παρούσα φάση -σε σχέση με το αίτημα της Ουκρανίας να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση- είναι τα εξής:

Είναι ήδη δεδομένο ότι ο Πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι απηύθυνε το «πρωτότυπο» αίτημα ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση με fast-track διαδικασία. Η ενέργεια αυτή κάθε άλλο παρά προάγει την ειρηνική διευθέτηση του όλου ζητήματος. Αντί να είχε απευθύνει την πρόθεσή του για ουδετερότητα της χώρας του και πρόθεση συνταγματικής αναθεώρησης ως προς το ότι το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να αποτελεί αμυντικό πυλώνα για την Ουκρανία, δήλωσε πρόθεση ένταξης σε μία διαδικασία, η επίσπευση της οποίας είναι προδήλως ιστορικά απαράδεκτη για τις μέχρι σήμερα διαδικασίες προσχώρησης κρατών-μελών στο οικοδόμημα της ενωσιακής τάξης πραγμάτων.

Μία τέτοια δε εξέλιξη -δηλαδή ενταξιακών διαδικασιών της Ουκρανίας- εξ αντικειμένου εμπλέκει και την Ευρωπαϊκή Ένωση ως εν δυνάμει εταίρο, αλλά και εν δυνάμει σύμμαχο της Ουκρανίας στο «θέατρο» του «συγκεκριμένου πολέμου». Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι παραγνωρίζει ότι η ένταξη στα Ενωσιακά Όργανα απαιτεί ομόφωνη και με καλή πίστη διαδικασία των κρατών-μελών και πως δεν νοείται ένταξη ως προϊόν εκβιαστικής διαδικασίας. Άλλωστε, ο ίδιος ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ στο αίτημα αυτό αναφέρθηκε, με διπλωματική γλώσσα, στις «διαφορετικές θέσεις και ευαισθησίες των εταίρων», επικαλούμενος την «εν γένει διεύρυνση».

Επειδή δε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τάχθηκε υπέρ της ένταξης της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δίδοντας -κατ’ ερμηνεία των δηλώσεών της- προοπτική στο άμεσο μέλλον, χαρακτηρίζοντας την Ουκρανία ως «χώρα που ανήκει ανάμεσά μας και θέλουμε να ενταχθεί», επισημειώνεται ότι η δήλωση αυτή αφορά στάση επιπόλαιας αντιμετώπισης υπό τις παρούσες συνθήκες. Η Ουκρανία έχει όλες τις προϋποθέσεις να ευημερήσει ως κοινωνία και ως οικονομία στο πλαίσιο του Δικαίου της Ουδετερότητας.

Ας μη λησμονείται δε, ότι η διεύρυνση που επιχειρήθηκε με χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης, που κατ’ ουσίαν αφορούσε προαγωγή των προϊόντων της Γερμανίας, ήταν σε βάρος της εμβάθυνσης.

Ως εκ τούτου, η έλλειψη εμβάθυνσης και δημιουργίας περαιτέρω ομοσπονδιακών στοιχείων στο όλο οικοδόμημα της ενωσιακής τάξης πραγμάτων έχουν οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση ουραγό των εξελίξεων… Η διεύρυνση απέβη σε βάρος της εμβάθυνσης για μία Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία.

ΛΙΑΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΕ

Σώφρων αντιμετώπιση της παρούσας κρίσης είναι η διακήρυξη τροποποίησης του συντάγματος της Ουκρανίας και δήλωση ουδετερότητάς της στην παγκόσμια σκηνή. Είναι δε απαράδεκτο ότι σε συνταγματικό κείμενο ορίστηκε ως αμυντικός πυλώνας της χώρας το ΝΑΤΟ, χωρίς προηγουμένως να έχει ερωτηθεί το εκλογικό σώμα. Συνεπώς, επιβάλλεται να υπάρξει μία διαδικασία, προκειμένου με συνταγματικούς κανόνες να διακηρύσσεται η ουδετερότητα της χώρας αυτής. Τυχόν ένταξη της Ουκρανίας στο νομικό πρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης οδηγεί σε εκ πλαγίου διαδικασίες «εισχώρησης του ΝΑΤΟ» στην Ουκρανία.

Υπ’ όψιν δε ότι παρά τις αντιφάσεις του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου ως προς την κοινή εξωτερική πολιτική, ασφάλεια και άμυνα, εντούτοις με αξιοποίηση του άρθρου 42 παράγραφος 7, β’ εδάφιο ΣΣΕ, που αφορά στην «κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας», «ο Οργανισμός του Βορειοατλαντικού Συμφώνου στα κράτη που είναι μέλη του» ορίζεται ως«το θεμέλιο της συλλογικής τους άμυνας και το όργανο της εφαρμογής της».

Δηλαδή το ΝΑΤΟ καθορίζει την ευρωπαϊκή πολιτική ως προς την ασφάλεια, παρά το ότι η ασφάλεια εκ προοιμίου θεσμοθετείται ότι ανήκει σε κάθε κράτος μεμονωμένα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 ΣΕΕ.

Ουδείς αποκλείει, παρά τις αντιφάσεις, ότι η διάταξη του άρθρου 42 παράγραφος 7 ΣΕΕ παρέχει τη δυνατότητα σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης κατά κράτους-μέλους, τα άλλα κράτη-μέλη να του παράσχουν βοήθεια, ανεξαρτήτως εάν ανήκει ή όχι στο ΝΑΤΟ, αρκεί να γίνει επίκληση του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που αφορά στο φυσικό δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής νόμιμης άμυνας, σε περίπτωση κατά την οποία μέλος των Ηνωμένων Εθνών υποστεί ένοπλη επίθεση. Δηλαδή, η ένταξη της Ουκρανίας στην ενωσιακή τάξη πραγμάτων πράγματι φέρνει το ΝΑΤΟ εκ πλαγίου μεν, αλλά με βεβαιότητα δε στα σύνορα της Ρωσίας, ακόμα και αν δεν είναι τύποις ενταγμένο στο ΝΑΤΟ, αλλά είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Περαιτέρω, άξιο ρητής επισημείωσης είναι ότι προνοείται και η ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ κρατών-μελών. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 329 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, τα κράτη-μέλη, μπορούν «να καθιερώσουν μεταξύ τους ενισχυμένη συνεργασία στο πλαίσιο της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας». Δηλαδή, εάν η Ουκρανία καταστεί κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς να είναι μέλος του ΝΑΤΟ, μπορεί να καθιερώσει ενισχυμένη συνεργασία με άλλο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συνεπώς, η ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων επουδενί επιτρέπει να γίνει δεκτό αίτημα έναρξης των όποιων ενταξιακών διαδικασιών της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ως κατακλείδα είναι άκρως επικίνδυνη η ήδη εμπλοκή της Ελλάδας με στρατιωτική βοήθεια στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας. Φυσικά, η ανθρωπιστική βοήθεια πρέπει να είναι πάντα παρούσα, η στρατιωτική βοήθεια, όμως, είναι άκρως επικίνδυνη εμπλοκή, με απροσδιόριστες επί του παρόντος συνέπειες.

* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR