Περί παρανόμων οργανώσεων και χαφιέδων

Του Γιώργου Πετρόπουλου

Ερευνώ και μελετάω χρόνια- δεκαετίες για την ακρίβεια- τις παράνομες πολιτικές οργανώσεις. Τη δράση τους στην παρανομία, τους κανόνες συνωμοτικότητάς και τον συνεχή τους πόλεμο με την Ασφάλεια και όλους τους διωκτικούς μηχανισμούς του κράτους.

Στο ΚΚΕ μεγάλωσα και ανδρώθηκα πολιτικά, κομμουνιστής είμαι κι αυτό το κεφάλαιο πολιτικής δράσης είναι αναπόσπαστο της πολιτικής διαπαιδαγώγησης των κομμουνιστών. Πόσω μάλλον της διαμόρφωσης της ιστορικής τους συνείδησης. Αν μιλάμε για παράνομη πολιτική δράση στην Ελλάδα από το ΚΚΕ ξεκινάμε. Ιστορικά εκεί βρίσκονται όλα τα σχολεία κι όλα τα πανεπιστήμια. Τίποτα που να σχετίζεται, διαχρονικά, με την πολιτική παρανομία δεν φτάνει τα επίπεδα στα οποία υποχρεώθηκε να αναδείξει αυτή τη δράση το ΚΚΕ.

Α. Ορισμένα συμπέρασμα από την παράνομη δράση:
1. Οι παράνομες οργανώσεις δεν είναι απόρθητες από τον εχθρό. Όσο στεγανοποιημένες κι αν είναι. Αργά ή γρήγορα εντοπίζονται. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, για να μην εξαρθρώνονται εντελώς, παρά τα χτυπήματα που δέχονται, οφείλουν να είναι πολύ ευέλικτες, να σβήνουν τα ίχνη τους κατά τακτά χρονικά διαστήματα και να διαθέτουν εφεδρικούς μηχανισμούς ικανούς μετά από κάθε χτύπημα να συνεχίσουν την δουλειά.

2. Οι παράνομες οργανώσεις οφείλουν να βρίσκουν τρόπους επαφής με τις πλατιές λαϊκές μάζες- και δραστηριοποίησης αυτών των μαζών στον πολιτικό στόχο- αλλά οι ίδιες δεν μπορούν να είναι μαζικές. Μαζικοποίηση παράνομης οργάνωσης σημαίνει ότι υπογράφεις της θανατική της καταδίκη.

3. Οι συνωμοτικοί κανόνες πρέπει να τηρούνται αυστηρά και το περιεχόμενό τους- συνθηματικά, κώδικες, γιάφκες κλπ- πρέπει να αλλάζει κατά τακτά χρονικά διαστήματα γιατί τίποτα δεν μένει κρυφό.

4. Μεγάλο διάστημα στην παρανομία ενός προσώπου- ηγετικού ειδικά- σημαίνει θανάσιμος κίνδυνος εντοπισμού του. Το ΚΚΕ μετά τον εμφύλιο, από τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, έστελνε στην Ελλάδα στελέχη του για να καθοδηγήσουν τις παράνομες οργανώσεις του. Ο κανόνας ήταν αυτή η αποστολή να μην υπερβαίνει τους 6 μήνες. Τόσος ήταν ο ικανός χρόνος εντοπισμού του που είχε υπολογιστεί.

Τα γράφω όλα αυτά- θα μπορούσα να γράψω πολύ περισσότερα- γιατί στη Δικτατορία ειδικά, εμφανίστηκαν παράνομες αντιδικτατορικές οργανώσεις, πέραν του ΚΚΕ, που δεν είχαν ιδέα από συνωμοτικότητα. Διέπρατταν απίστευτα λάθη. Τα μέλη τους μιλούσαν πολύ, πλησίαζαν ανθρώπους αμφίβολης εμπιστευτικότητας, στρατολογούσαν με ευκολία. Κατά συνέπεια εξαρθρώνονταν εύκολα από την Ασφάλεια. Και μετά έψαχναν τον χαφιέ!!! Μια τέτοια οργάνωση ήταν κι αυτή του Φοίβου Ιωαννίδη στην Κρήτη. Αγωνιστές μεν- που έχουν όλο το σεβασμό μας- αλλά επιπόλαιοι αγωνιστές που κάποιοι από αυτούς το πλήρωσαν ακριβά και με πολλούς τρόπους. Σημειώνω δε ότι πληρωμή δεν σημαίνει μόνο να πας φυλακή αλλά και να υποχρεωθείς να κάνεις μια δήλωση που δεν την πιστεύεις, να εξαναγκαστείς σε επώδυνο συμβιβασμό και να διακόψεις κάθε δράση. Την ηθική- ψυχολογική επίδραση μιας τέτοιας εξέλιξης πάνω στους ανθρώπους οφείλουμε να την λογαριάζουμε και να την σεβόμαστε.

Β. Ορισμένα συμπεράσματα από τη δράση της Ασφάλειας

1. Την εποχή της δίωξης του κομμουνισμού- και στη δικτατορία φυσικά- η Ασφάλεια δεν ήταν παίξε- γέλασε. Οι άνθρωποι ήταν επιστήμονες στη δίωξη παράνομων οργανώσεων. Δεν άφηναν τίποτα στην τύχη. Η μελέτη που έχω κάνει στα αρχεία της Ασφάλειας δεν μου αφήνει την παραμικρή αμφιβολία επ’ αυτού.

2. Τακτική της Ασφάλειας δεν ήταν η πλήρη εξάρθρωση οργανώσεων αλλά ο έλεγχός τους μέσω ανθρώπων που φύτευαν σε αυτές. Αυτό αφορούσε τις μεγάλες πανελλαδικές οργανώσεις που είχαν ισχυρές κοινωνικές ρίζες. Τις μικρές- συνήθως τοπικές οργανώσεις- τις εξάρθρωναν πλήρως για να μην πιάσουν επαφή με τις μεγάλες και αποτελέσουν τμήμα τους σε μια περιοχή. Το τι θα γινόταν με μια οργάνωση ήταν αντικείμενο σοβαρής μελέτης και σοβαρής απόφασης από τις αρχές Ασφαλείας.

3. Έλεγχος μιας οργάνωσης από την Ασφάλεια σήμαινε να φυτέψει ανθρώπους στις γραμμές της. Αυτονόητο το γιατί. Έλεγχος μιας οργάνωσης για την Ασφάλεια σήμαινε να την αφήνει να αναπτύσσει δράση και μετά, με ένα χτύπημα, να την γυρίζει πίσω. Να μην την αφήνεις δηλαδή να αναπτυχθεί πέραν ενός σημείου. Με αυτό τον τρόπο το καθεστώς δημιουργούσε κοινωνική συνείδηση ότι είναι απείρως ισχυρότερο από τους αντιπάλους του. Ταυτόχρονα η μη πλήρης και ολοκληρωτική εξάρθρωση μιας οργάνωσης διασφάλισε ότι ο έλεγχος της θα ήταν συνεχής. Αν για παράδειγμα διέλυες μια οργάνωση του ΚΚΕ, επειδή αυτό ήταν κόμμα με βαθιές κοινωνικές ρίζες μπορούσε να σου φτιάξει, σε σύντομο χρονικό διάστημα, μια νέα παράνομη οργάνωση την οποία θα χρειαζόσουν αρκετό χρόνο μέχρι να την εντοπίσεις.

4. Οι χαφιέδες που φύτευε η Ασφάλεια μέσα στις οργανώσεις ήταν οι πιο προφυλαγμένοι απ’ αυτήν. Ποτέ η Ασφάλεια δεν εξέθετε τους δικούς της ανθρώπους. Θα ήταν ηλίθια να το κάνει. Συνέβαινε δε συχνά σε μαζικές συλλήψεις, μαζί με τους άλλους, να πιάνει και τους πράκτορές της για να μην τους εκθέσει. Κι όταν δεν τους έπιανε φρόντιζε να έχουν ισχυρό άλλοθι ώστε να μην τους υποψιαστούν οι άλλοι. Κάποτε ένας αγωνιστής μου είχε πει τούτη το εξής: «Σ’ αυτούς που επιχειρούσε να στρατολογήσει η Ασφάλεια- και οι οποίοι αντέτασσαν ηθικά ζητήματα- έδινε μια υπόσχεση την οποία τηρούσε σαν κόρη οφθαλμού: Μη φοβάσαι. Θα δουλεύεις για μας και θα πεθάνεις με το φωτοστέφανο του αγωνιστή». Είναι δε γεγονός- αποδείξεις υπάρχουν πολλές και τρανταχτές- πως άνθρωποι της Ασφάλειας έζησαν όλες τις δοκιμασίες του αγωνιστή (Συλλήψεις, πολύχρονες φυλακίσεις, εξορίες κλπ). Ο χαφιές, ο επαγγελματίας χαφιές είναι μια δουλειά. Ένα επάγγελμα. Γι’ αυτό πρέπει να ξεχωρίσουμε τον χαφιέ από τον αγωνιστή που έσπασε στην ανάκριση ή που έκανε μια υποχώρηση, έναν συμβιβασμό και μπήκε στο περιθώριο μη αντέχοντας πλέον να επανέλθει στην ενεργό δράση.

5. Τακτική της Ασφάλειας ήταν να εκθέτει πραγματικούς αγωνιστές. Γι’ αυτό, με τα χτυπήματα που έκανε φρόντιζε- όπου μπορούσε- να στρέφει τις υποψίες σε τέτοιους ανθρώπους. Το ΚΚΕ και η Αριστερά έχουν πληρώσει ακριβά αυτή την τακτική της.

6. Ένα αγωνιστής που δεν συνελήφθη μετά από ένα χτύπημα δεν είναι χαφιές. Χρειάζονται πολύ περισσότερα στοιχεία και πολύ βαθύτερη μελέτη του θέματος για να καταλήξει κανείς στην απόδοση τέτοιας κατηγορίας: Μη σύλληψη= χαφιές. Συνήθως αυτή την εύκολη κατηγορία απέδιδαν στους μη συλληφθέντες εκείνοι που κάτι είχαν να κρύψουν. Και την καλλιεργούσε η Ασφάλεια για να συκοφαντήσει τίμιους ανθρώπους. Η μη σύλληψη κατά κανόνα οφειλόταν σε δύο αιτίες: α) Ο μη συλληφθείς είχε καταφέρει να ξεφύγει β) Ο μη συλληφθείς είχε μεν εντοπιστεί αλλά αφέθηκε από την Ασφάλεια να διαφύγει έτσι ώστε να παρακολουθηθεί και να οδηγήσει σε άλλους που δεν είχαν εντοπιστεί από τις διωκτικές αρχές

Τα γράφω αυτά- θα μπορούσα να γράψω πολύ περισσότερα- γιατί διαβάζω αυτές τις μέρες πλήθος ανοησιών από ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα του θέματος και που ποτέ τους δεν θα διακινδύνευαν, έστω μια ώρα παρανομίας.
Γ.Π.

Υ.Γ. Είναι αλήθεια ότι την παράνομη δουλειά, με τις σκληρές συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξαγόταν, δεν μπορούσαν να την σηκώσουν μέχρι τέλους όλοι όσοι είχαν εμπλακεί σε παράνομες οργανώσεις- σε όλες τις εποχές που αυτές υπήρχαν. Είναι επίσης αλήθεια ότι πολλοί, όταν συνελήφθησαν, έσπασαν στην ανάκριση ή όταν η οργάνωσή του διαλυόταν κυριεύονταν από το καθεστώς της απογοήτευσης, έκαναν μια δήλωση μετανοίας κι έμπαιναν στο περιθώριο. Αυτούς τους ανθρώπους τους σεβόμαστε. Πολλοί περισσότερο εμείς των νεότερων γενιών που δεν ζήσαμε ούτε ένα δευτερόλεπτο από τις δικές τους αγωνίες όταν ήταν στην παρανομία. Πάει πολύ να κουνάς το δάκτυλο για πράγματα που δεν έχεις ζήσει και δεν έχεις δοκιμαστεί σ’ εκείνον που τα πέρασε. Κι επαναλαμβάνω. Άλλο ο χαφιές κι άλλο ο σπασμένος. Τους σπασμένους ουδέποτε το καθεστώς τους θεώρησε δικούς του ανθρώπους. Κάτι ήξερε.

ΑΠΟ ΤΟ F/B