«Ρήτρα διαφυγής» από την πραγματικότητα;

Tου Γιάννη Μπράχου·

Η «ρήτρα διαφυγής» είναι η προσωρινή αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ το 2020, το 2021 και επεκτείνεται έως το 2022. Η ρήτρα διαφυγής της ΕΕ προσφέρει στην χώρα την απαιτούμενη ευελιξία των δημοσίων δαπανών στην αντιμετώπιση της πανδημίας.

Η ρήτρα διαφυγής αποσκοπεί στην αύξηση των δημοσίων δαπανών για την αντιμετώπιση της πανδημίας και την τόνωση της οικονομίας. Η αύξηση των δημοσίων δαπανών στην υγεία αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και η αύξηση των δαπανών στην οικονομία στοχεύει στην στήριξη της οικονομίας.

Στην Ελλάδα η κυβέρνηση αξιοποίησε την ρήτρα διαφυγής πρωτίστως για την στήριξη του πελατειακού συστήματος και δευτερευόντως για την υποστήριξη των δομών υγείας.

Ο κ. Σκυλακάκης προειδοποιεί συνεχώς για τα περιορισμένα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω του πελατειακού συστήματος της ΝΔ, το οποίο έχει αναλάβει την πολιτική διαχείριση της πανδημικής κρίσης.

Ο στόχος της πρώτης απαγόρευσης κυκλοφορίας ήταν να κερδηθεί χρόνος για την ενίσχυση της υγειονομικής δομής της χώρας και την προσαρμογή της οικονομίας στα νέα δεδομένα. Η κυβέρνηση απέτυχε να προετοιμάσει την χώρα για την πανδημία. Όταν τα επιδημιολογικά ευρήματα ήταν θετικά πανηγύριζε, ενώ όταν χειροτέρευαν έφταιγαν οι ανυπάκουοι πολίτες.

Το 2020 η κυβέρνηση δαπάνησε 18 δισ.€ σε έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας. Τα κεφάλαια αντλήθηκαν κυρίως μέσω δανεισμού με προνομιακό επιτόκιο, οφειλόμενο στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής επέκτασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των δανείων ευρωπαϊκών προγραμμάτων για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Το ποσό των 18 δισ.€ κατανεμήθηκε το 2020 σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας και στο σύστημα υγείας. Έμφαση δόθηκε σε επιχορηγήσεις με την αναβολή των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, επιχορηγήσεις των εργαζομένων σε αναστολή, κρατικές ενισχύσεις σε επιχειρήσεις, κρατικές εγγυήσεις επιχειρηματικών δανείων και ελάφρυνση τόκων σε επιχειρηματικά δάνεια.

Το σύνολο των μέτρων είχαν την λογική της επιχορήγησης χωρίς καμία αναπτυξιακή διάσταση επένδυσης και συνέχισης της λειτουργίας της αγοράς. Ως αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος ανήλθε στο 210% ως προς το ΑΕΠ, ενώ οι  χρηματοδοτικές ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους εκτοξεύθηκαν στο 15% του ΑΕΠ σε αντιδιαστολή με το 10% πριν από την πανδημία. Χρέος που θα κληθούμε να καταβάλλουμε.

Οι ειδικοί του χώρου της υγείας εντόπισαν ως κύρια προβλήματα στην διαχείριση της υγειονομικής κρίσης το αδύναμο δημόσιο σύστημα υγείας, τις μετακινήσεις των πολιτών, την λειτουργία των σχολείων και των καταστημάτων.

Η κυβέρνηση απέφυγε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις δέσμια πιέσεων και ισχυρών συμφερόντων. Για τον λόγο αυτό δεν προχώρησε με γνώμονα το άνοιγμα της αγοράς και τη διασφάλιση σταθερών υγειονομικών όρων, αλλά ακολούθησε την μέθοδο «ακορντεόν» απαγορεύσεων.

Εναλλακτικά θα μπορούσε να διαθέσει πόρους σε δράσεις όπως:

– Ενίσχυση του συστήματος υγείας το 2020 με έκτακτη δαπάνη 1 δισ.€ για προσλήψεις υγειονομικών, ενίσχυση πρωτοβάθμιων δομών υγείας, έγκαιρη διάγνωση και «ακριβές» θεραπείες. Υποχρεωτικά επιδοτούμενα τεστ PCR για τους τουρίστες που επισκέπτονται την χώρα.

– Πρόγραμμα κοινωνικού τουρισμού 600 εκατ.€ αμβλύνοντας τις επιπτώσεις της πανδημίας σε τοπικές κοινωνίες, εξαρτώμενες από τον τουρισμό.

– Ενίσχυση στόλου αστικών συγκοινωνιών 150 εκατ.€ με 300 ηλεκτρικά λεωφορεία. Μέχρι την παράδοση της παραγγελίας με επιπρόσθετα 50 εκατ.€ ενοικίαση τουριστικών λεωφορείων με πύκνωση δρομολογίων σε γραμμές υψηλής ζήτησης. Αύξηση του προσωπικού στο μετρό για πύκνωση τα δρομολογίων.

– Πρόγραμμα ενοικίασης κτιρίων και μετασκευής για εκπαιδευτική διαδικασία 200 εκατ.€ στη διάρκεια του καλοκαιριού για τη λειτουργία όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων σε μικρές τάξεις από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Δωρεάν μεταφορά των μαθητών με ενοικιαζόμενα λεωφορεία. 

– Πρόγραμμα φιλοξενίας νοσούντων σε ειδικά διαμορφωμένα ξενοδοχεία με αυστηρές υγειονομικές συνθήκες 150 εκατ.€ κατά την καραντίνα, ώστε να διασφαλίζεται η έγκαιρη εισαγωγή σε νοσοκομεία σε περίπτωση επιπλοκών υγείας, περιορίζοντας την πίεση στις ΜΕΘ.

– Πρόγραμμα ψηφιακού εκσυγχρονισμού δημοσίου και ιδιωτικού τομέα 500 εκατ.€ για ενίσχυση της τηλεργασίας και της τηλεκπαίδευσης.

Τα ενδεικτικά προαναφερθέντα μέτρα δεν υπερβαίνουν σε κόστος τα 2.5-3 δισ.€, η υιοθέτηση τους θα υποστήριζε τις δομές υγείας διατηρώντας υψηλότερο το επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας. Οι δαπάνες για έγκαιρη διάγνωση της νόσου και οι ακριβές πειραματικές θεραπείες είναι φθηνότερη λύση για την οικονομία από το «ακορντεόν» απαγορεύσεων. Η συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας θα εξοικονομούσε σημαντικούς πόρους και θα αύξανε τα φορολογικά έσοδα.

Η κυβέρνηση επέλεξε το μοντέλο των διαλλειματικών απαγορεύσεων με την πρόσληψη περισσότερων αστυνομικών, διαχειριζόμενη επικοινωνιακά τον φόβο της πανδημίας για πολιτικό όφελος, καταστρέφοντας τελικά την πραγματική οικονομία.

Η κυβέρνηση αξιοποίησε την πανδημία ως ευκαιρία για την αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ ισχυρών συμφερόντων. Η προτεραιότητα της ήταν οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, στο πανεπιστήμιο, οι νομοθετικές ρυθμίσεις υπέρ συγκεκριμένων συμφερόντων και η διασφάλιση ασυλίας τραπεζικών στελεχών για τα κόκκινα δάνεια.

Οι κυβερνητικές επιλογές δικαιολογούνται από την προσήλωση στον μύθο της αγοράς. Η ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας προσκρούει σε πελατειακές σχέσεις στον χώρο της υγείας. Η ενίσχυση των δημοσίων συγκοινωνιών αντιτίθεται σε σχεδιασμούς ιδιωτικοποίησης μεταφορών, ενώ η ενίσχυση της δημόσια παιδείας συγκρούεται με συμφέροντα στην ιδιωτική παιδεία. Η λειτουργία των μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων αντιβαίνει στη συγκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας (πρόταση σχεδίου Πισσαρίδη).

Οι σημαντικές εξοικονομήσεις τουλάχιστον 5 δισ.€ από τα 18 δισ.€ που τελικά δαπανήθηκαν από τον κρατικό προϋπολογισμό θα είχαν την ευκαιρία να επενδυθούν σε αναπτυξιακά έργα πράσινης και ψηφιακής μετάβασης κοινής ωφέλειας. Με εναλλακτική πολιτική η ρήτρα διαφυγής θα είχε αξιοποιηθεί για την ευημερία των πολιτών, αντ΄ αυτού η κυβέρνηση επέλεξε την επικοινωνιακή διαφυγή από την πραγματικότητα.


· Οικονομολόγος (Msc, PhD Econ)-πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών. Οι απόψεις είναι αυστηρά προσωπικές.