Σήμα κινδύνου: Η κυβέρνηση ομολογεί ότι επιχορηγεί τα ΜΜΕ κατόπιν λογοκρισίας, αλλά οι Ενώσεις δημοσιογράφων και εκδοτών σιωπούν

Του Γ. Λακόπουλου

 Η γνωστή ερώτηση των 77 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ για τον αποκλεισμό του Documento από την καμπάνια «Μένουμε Σπίτι» – γνωστή γιατί προκάλεσε εσωκομματική κρίση λόγω… άρνησης του Π. Σκουρλέτη να την υπογράψει- απαντήθηκε στη Βουλή από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα.

 Η απάντηση πέρασε ασχολίαστη. Πρόκειται όμως για ντοκουμέντο που θα έπρεπε να  οδηγήσει σε συναγερμό τους δημοσιογράφους, αλλά και τους εκδότες και ιδιοκτήτες ΜΜΕ, γιατί θέτει σε κίνδυνο την ελευθεροτυπία και την ανεμπόδιστη λειτουργία της ενημέρωσης.

Η κυβέρνηση δια του Στ. Πέτσα ομολογεί ότι σε ό,τι αφορά τη διαχείριση  κρατικών  πόρων για διαφημιστική προβολή, δεν μένει σε εύλογα κριτήρια για τα ΜΜΕ, -όπως π.χ. η αναλογική κατανομή με βάση την κυκλοφορία- αλλά… ελέγχει το περιεχόμενο τους.

Ο υπουργός Επικρατείας μιλάει αποκάλυπτα: «Η καμπάνια αυτή ξεδιπλώθηκε στο σύνολο των κατηγοριών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης με σκοπό η διάχυση και διείσδυση των μηνυμάτων της εκστρατείας να είναι η κατά το δυνατόν ευρύτερη και αποτελεσματικότερη, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέσα αυτά λειτουργούν πληρώντας κριτήρια αντικειμενικότητας και αμεροληψίας και τηρώντας τις αρχές της ηθικής και δεοντολογίας, συνεκτιμημένης της αξιοπιστίας των μέσων αναφορικά με τη μη αναπαραγωγή ψευδών ειδήσεων (Faκe news) και τη μη πρόκληση σύγχυσης στο κοινό». (Η υπογράμμιση από το ΑΠ)

Με απλά λόγια η κυβέρνηση έχει δώσει στον εαυτό της το δικαίωμα να  αποφασίζει για θέματα στα οποία οποιαδήποτε απόφαση της εκτελεστικής εξουσίας είναι καταχρηστική και αδιανόητη σε δημοκρατική χώρα.

 Για την ακρίβεια υιοθετεί μεθόδους αυταρχικών και δικτατορικών καθεστώτων: ελέγχει το περιεχόμενο και αποκλείει ότι δεν της είναι αρεστό.

 Πέρα από την « αντικειμενικότητα» και την «αμεροληψία» που είναι απολύτως σχετικές έννοιες, καμία κυβέρνηση  δεν επιτρέπεται να  βαθμολογεί ΜΜΕ με βάση τις «αρχές της ηθικής», της «δεοντολογίας» και «αξιοπιστία τους».

Γι’ αυτά αρμόδια είναι τα όργανα των δημοσιογραφικών ενώσεων και  κυρίως οι αναγνώστες, ακροατές και χρήστες των ΜΜΕ. Με την αυτονόητη εφαρμογή του ποινικού νόμου -όπου παραβιάζεται.

Πάντως δεν μπορεί να το χρησιμοποιεί μια κυβέρνηση για άσκηση διοίκησης. Αν διαπιστώνει «ψευδείς ειδήσεις» και «σύγχυση στο κοινό» , – κάτι που μπορεί να προέρχεται από την ίδια κατά περίπτωση –μπορεί να  ανταπαντήσει, να διαψεύσει ή να καταγγείλει να διαψεύσει. Αλλά δεν μπορεί να το καθιστά κριτήριο της Πολιτείας, όπως θα το διαμορφώνει η ίδια κατά την κρίση της.

Γι’ αυτό άλλωστε δεν νοείται δημοκρατική Βουλή, να νομοθετήσει επ’ αυτών των θεμάτων και τα δημοκρατικά  Συντάγματα ορίζουν ότι η ενημέρωση είναι ανεμπόδιστη. 

Παραδόξως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μετά από αυτή την δήλωση-σοκ, επιμένει ότι «ουδέποτε τέθηκε ως κριτήριο αποκλεισμού από την εκστρατεία η πολιτική τοποθέτηση ενός Μέσου». Και προβάλλει ότι «συμμετείχαν μέσα ενημέρωσης που δεν είναι φίλα προσκείμενα στην Κυβέρνηση ασκώντας συνεχώς έντονη κριτική στο έργο της».

Επ’ αυτού αναφέρει  ΜΜΕ που πρόσκεινται, κατά την κρίση του στην αντιπολίτευση και -σαν να της κάνει παραχώρηση -αναφέρει και ΜΜΕ με περιορισμένη απήχηση, επειδή τα θεωρεί… προσκείμενα σε κόμματά της.

Ωστόσο επιμένει να αποκλείσει ένα συγκεκριμένο μέσο –το Documento– που διαθέτει στο πολλαπλάσιο τα κριτήρια άλλων μέσων, στα οποία αναφέρεται ο Στ. Πέτσας. 

Έτσι εμμέσως παραδέχεται ότι η συγκεκριμένη εφημερίδα υπόκειται σε καθεστώς ειδικής απαγόρευσης για λόγους που όλοι γνωρίζουν. Απαράδεκτο για κοινοβουλευτική Δημοκρατία.

Η τοποθέτηση Πέτσα, συνιστά κυβερνητική ομολογία καθεστωτικής λειτουργίας και θα έπρεπε να  κινητοποιήσει τα ΜΜΕ. Αλλιώς κινδυνεύουν να βρεθούν στην κατάσταση που έλεγε ο Γερμανός θεολόγος και λουθηρανός πάστορας Friedrich Gustav Emil Martin Niemöller:

Όταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν τσιγγάνος. Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν κομμουνιστής. Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν να πάρουν εμένα, Δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει….».