Το πανεπιστήμιο, η πανδημία και μια εν εξελίξει πολιτική εκτροπή

Του Βασίλη Ιωακειμίδη

Η κυβέρνηση επιλέγει τον δρόμο της επιθετικότητας και πολιτικής ραδιουργίας

Η μορφή, η λειτουργία και το μέλλον της Ανώτατης Εκπαίδευσης αποτελούν ορθώς αντικείμενο μιας συνθέτης ιδεολογικής και επιστημολογικής συζήτησης. Δεν θα μπορούσε φυσικά να αναμένει, ίσως ούτε καν να επιθυμεί, κανείς ομοφωνία και η βάσανος της κριτικής αποτελεί καθοριστικό και δημιουργικό στάδιο στη διαδικασία λήψης σύνθετων αποφάσεων. Η φιλελεύθερη δημοκρατία επιτρέπει και προασπίζει τη δυνατότητα αφενός της κυβέρνησης να προωθεί το νομοθετικό της έργο και αφετέρου των κοινωνικών και θεσμικών φορέων να αντιπαραθέτουν επιχειρήματα και, ενίοτε, να διαδηλώνουν την αντίθεσή τους. Αυτή η ιδεολογική και πολιτική σύμβαση αποτελεί και τη βάση του λεγόμενου «κοινωνικού συμβολαίου». Όταν αυτό το «συμβόλαιο» σπάει, είτε από τη μία μεριά είτε από την άλλη, τότε προφανώς βρισκόμαστε εκτός των ορίων της φιλελεύθερης δημοκρατίας και αντιμέτωποι με τις απαρχές πολιτικής εκτροπής ή στάσης.

Ώριμοι οι πολίτες

Θα μπορούσε κανείς να δεχτεί ότι εν μέσω πανδημίας, μιας κατάστασης κρίσιμης για τη δημόσια υγεία, η κυβέρνηση διαθέτει οριακά την ηθική νομιμοποίηση να ζητήσει προσωρινή ανοχή στη λελογισμένη περιστολή κάποιων κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών (όπως αυτό του συνέρχεσθαι) με την προϋπόθεση πως δεν διαρρηγνύεται το «κοινωνικό συμβόλαιο». Αυτό θα συνέβαινε αν η κυβέρνηση, σεβόμενη τις ειδικές συνθήκες και την ανοχή της κοινωνίας, περιόριζε το εκτελεστικό και νομοθετικό έργο αποκλειστικά στα ζητήματα αντιμετώπισης της πανδημίας και βασικής λειτουργίας του κράτους. Στην ουσία, λοιπόν, η εκτελεστική εξουσία θα διαμήνυε στην κοινωνία και στους θεσμούς πως «λόγω την ειδικών συνθηκών που σχετίζονται με την πανδημία, αναστέλλω την εφαρμογή της συνολικής προγραμματικής και ιδεολογικής ατζέντας μου εστιάζοντας στα ζητήματα αντιμετώπισης της πανδημίας και αναμένοντας από εσάς την προσωρινή ανοχή σας στην αναστολή κάποιων ελευθεριών».

Κάτι τέτοιο ναι μεν θα ήταν οδυνηρό, αγγίζοντας τα όρια των πολιτικών αντοχών της κοινωνίας, αλλά θα έδειχνε θεσμική εντιμότητα και σεβασμό προς την αρχή της αναλογικότητας.  Άλλωστε, οι πολίτες έχουν επιδείξει μέχρι τώρα μεγάλη ωριμότητα και υπομονή απέναντι στα ομολογουμένως αυστηρά μέτρα διαχείρισης της πανδημίας.

Κυβερνητική επιθετικότητα

Όμως η κυβέρνηση επιλέγει τον δρόμο της επιθετικότητας και πολιτικής ραδιουργίας. Σε συνθήκες περιστολής του δικαιώματος του συνέρχεσθαι όχι μόνο επιθυμεί να προωθήσει την ευρύτερη πολιτική ατζέντα της, αλλά εστιάζει κατά προτεραιότητα στα πιο ιδεολογικά φορτισμένα και αμφιλεγόμενα τμήματα του πολιτικού της σχεδιασμού. Η πρόταση για σύσταση αστυνομικού σώματος φύλαξης των πανεπιστημίων, αν μη τι άλλο, αποτελεί μια θεσμικά συνταρακτική και κοινωνικά αμφιλεγόμενη αλλαγή. Τα μέλη τής πανεπιστημιακής κοινότητας, από τη -εκ θέσεως συντηρητική- Σύνοδο των Πρυτάνεων μέχρι τους -εκ φύσεως ζωηρούς- φοιτητικούς συλλόγους, οδηγούνται σε μια μάλλον σπάνια συνθήκη ομοφωνίας. Σύσσωμη η πανεπιστημιακή κοινότητα έχει εκφράσει την ανησυχία της και την αντίθεσή της απέναντι στη συγκεκριμένη πρόταση. Εύλογα διερωτώνται οι καλόπιστοι παρατηρητές γιατί μια τόσο αμφιλεγόμενη πρόταση προωθείται σε μια περίοδο που τα πανεπιστήμια είναι κλειστά και οι ιδιαίτερες συνθήκες τις πανδημίας δεν επιτρέπουν την ομαλή διεξαγωγή του απαραίτητου διαλόγου, συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας συλλογικής διαμαρτυρίας και διαδήλωσης.

Ασέβεια και περιφρόνηση

Η επιλογή λοιπόν της κυβέρνησης να απαιτήσει περιστολή των δημοκρατικών ελευθεριών για τους πολίτες, ενώ παράλληλα η ίδια προωθεί με ενεργητικό τρόπο το αμφιλεγόμενο και μη επείγον νομοθετικό της έργο, καταργεί το «κοινωνικό συμβόλαιο» στην πράξη. Την ίδια στιγμή, η εκτελεστική εξουσία δείχνει ασέβεια και περιφρόνηση τόσο προς στους θεσμικούς συνομιλητές της όσο και προς τις θεμελιώδης αρχές και συμβάσεις της φιλελεύθερης δημοκρατίας, την οποία το συντηρητικό κόμμα υποκρίνεται πως προασπίζει ως θεματοφύλακας. Αυτή η επιλογή είναι βέβαιο ότι θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, τραυματίζοντας τις αστικές ελευθερίες, υπονομεύοντας το κύρος του πανεπιστημίου αλλά και συμπαρασύροντας την προσπάθεια διαχείρισης της πανδημίας.

Ο Βασίλης Ιωακειμίδης είναι καθηγητής Ιστορικής και Συγκριτικής Κοινωνικής Εργασίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και στο Πανεπιστήμιο του  Έσσεξ.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΓΗ