Όσο υπάρχουν άνθρωποι

ΦΩΤΟ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΕΧΡΑΚΗΣ

 

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Ότι  λάμπει δεν είναι χρυσός και ότι  είναι Πάσχα δεν είναι γιορτή. Τουλάχιστον για όλους. Πίσω από τη βιτρίνα  των ημερών, υπάρχει μια πραγματικότητα που  τρομάζει -όποιον έχει  το κουράγιο να την αντιμετωπίσει.

Η κοινωνία της κρίσης  είναι εδώ,  μπροστά  μας.  Όλο το χρόνο μπορεί να κρύβεται- αλλά  αυτή την εποχή  αποκαλύπτεται , όσο και αν κλείνουμε τα μάτια.

Αυτό το Πάσχα  δεν βγήκαν όλοι στα μαγαζιά για να ψωνίσουν. Δεν είχαν όλοι τη χαρά της γιορτή.  Πολλοί  -πάρα πολλοί- άνθρωποι δεν θα “κάνουν Πάσχα”. Πολλά  παιδιά δεν περιμένουν κανέναν να τους φέρει τίποτε.

Κανείς δεν  θα χτυπήσει την πόρτα πολλών ηλικιωμένων, για να ρωτήσει  πως θα περάσουν αυτές τις μέρες. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν θα καθίσουν σε πασχαλινό τραπέζι  με αυγά και οβελία. Δεν έχουν.

Κάποιοι άλλοι έχουν, αλλά  βρίσκονται χωρίς  συντροφιά. Δεν έχουν συγγενείς η φίλους, ή δεν τους θυμάται  κανείς. Η μοναξιά αυτές τις μέρες είναι αβάσταχτη.

Άλλοι θα προσπαθήσουν να ψευτοπεράσουν τη γιορτή. ΄Σε κάποια σπίτια  η οικογένεια θα κάνει Λαμπρή  με ένα κοτόπουλο. Ή ότι βρέθηκε στο κλείσιμο της αγοράς  φτηνό και δευτερότερο. Θα  ξεγελάσει την επιθυμία των παιδιών της με ένα παιχνίδι από τη λαϊκή αγορά. Μέχρι να καρφωθεί στην τηλεόραση  και να βουλιάξει στο κιτς και την υποκουλτούρα.

Εκτός από την  Ερμού, την Εγνατία, το  Κολωνάκι και την Κηφισιά, πέρα από τους στολισμένους δρόμους στις μεγάλες πόλεις,  υπάρχουν και οι άλλες αγορές. Για τους άλλους. 

Εκεί χιλιάδες άνθρωποι θα  ψάξουν κάτι που θα τους επιτρέψει να πάρουν μέρος στην ψευδαίσθηση των ημερών. Παπούτσια με πέντε  ευρώ, επικίνδυνα κατεψυγμένα τρόφιμα και ρούχα που θα ξεβάψουν το πρώτο πλύσιμο, δώρα ιμιτασιόν και αξεσουάρ “μαϊμούδες”.

Άλλοι δεν  έχουν τρόπο να ψωνίσουν ούτε από εκεί.

Στα ορεινά χωριά της Άρτας,  στα νησιά  της  άγονης γραμμής,  στις φτωχογειτονιές γειτονιές της Αθήνας, στα προάστια των πόλεων, διαμορφώνονται  νησίδες απόλυτης ανέχειας.

Στα γκέτο οι πληθυσμοί των προσφύγων και των μεταναστών, σέρνονται απελπισμένοι και προσπαθούν να δώσουν την εντύπωση ότι πίσω από τα θλιμμένα μάτια των παιδιών τους υπάρχουν ανθρώπινα πλάσματα.

Πασχαλινό  μελό;  Καθόλου. Υπενθύμιση ότι  ο άνθρωπος διπλανής πόρτας μπορεί να έχει την ανάγκη μας αυτές τις μέρες.

Να μην τον ξεχάσουμε.

Ένα μικρό παιχνίδι, για τα παιδιά του. Μια διακριτική οικονομική ενίσχυση για να  μπορέσει να  μπουν σε σούπερ –μάρκετ, έστω την τελευταία στιγμή.  Μια ελπίδα ότι  κάτι μπορεί να είναι καλύτερο  γι’ αυτόν  αυτές τις μέρες.

Ίσως αρκεί απλώς μια ευχή για τον καινούργιο χρόνο, ένα χτύπημα στη πόρτα . Ένα χαμόγελο στους δυστυχείς των φαναριών. Ένα απλό  βλέμμα  στον μετανάστη που  κυκλοφορεί σαν δαρμένο σκυλί, χωρίς ελπίδα.

Να μπει κανείς  για λίγο στη μοναξιά του γείτονα. Δεν κοστίζει να προσφερθεί κάποιος να κάνει τα ψώνια στην ηλικιωμένη κυρία του διπλανού διαμερίσματος.  Να βρει μια θέση στο πασχαλινό τραπέζι για τον υπερήλικα του ισογείου. Να επισκεφθεί έναν ξεχασμένο συγγενή στο γηροκομείο. Να προσφέρει  φιλοξενία και στοργή  στις οικογένειες των φίλων που δεν ζουν πλέον .

Δεν είναι ούτε φιλανθρωπία, ούτε έλεος. Είναι η στοιχειώδης ένδειξη ότι όσο υπάρχουν άνθρωποι υπάρχει ελπίδα.