Brexit και backstop

Tου Πέτρου Μηλιαράκη*

Το παρόν κείμενο γράφεται λόγω των άμεσων εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα  και των  δημοσιογραφικών πληροφοριών  που προέρχονται από το Λονδίνο και τις ΒρυξέλλεςΣτα πρόθυρα μιας συμφωνίας για το  Brexit εκτιμάται ότι βρίσκεται η Βρετανία, καθώς  σύμφωνα με τον Guardian , ο Boris Johnson έκανε υποχωρήσεις σχετικά με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για τα Ιρλανδικά σύνορα.

Ο έγκυρος  Guardian επικαλείται υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΕ και της Βρετανίας,  και αναφέρεται σε ένα προσχέδιο της συμφωνίας το οποίο  ενδέχεται να δοθεί στη δημοσιότητα την Τετάρτη (σήμερα που ξημερώματα γράφονται αυτές οι γραμμές)  υπό την προϋπόθεση ότι η Downing Street θα δώσει το “πράσινο φως”. Εκτιμάται ότι οι διαπραγματευτικές ομάδες συμφώνησαν σε «πρώτη φάση»  στην ύπαρξη τελωνειακών συνόρων στην Ιρλανδική θάλασσα. Να σημειωθεί ότι παρόμοια ρύθμιση είχε απορριφθεί  καθώς η λύση αυτή δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από κανένα Βρετανό πρωθυπουργό.

ΟBoris Johnson πάντως θα πρέπει κερδίσει και  στο  Βρετανικό Κοινοβούλιο, με τη συγκατάθεση του Βορειοϊρλανδικού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP) και των σκληροπυρηνικών οπαδών του Brexit του Συντηρητικού κόμματος, με βάση, ότι στο πλαίσιο της συμφωνίας, η Βόρεια Ιρλανδία θα συνεχίσει να είναι νόμιμα εντός του τελωνειακού εδάφους υου Ηνωμένου Βασιλείου.

Μια σύντομη εκτίμηση-αναφορά

Όταν ο τέως Βρετανός Πρωθυπουργός David Cameron σε μια λιτή, αλλά σκηνοθετημένη εμφάνιση έξω από την «10 Downing Street», επεσήμανε ότι «θα κληθούν οι Βρετανοί να λάβουν μια από τις πιο σημαντικές αποφάσεις για τη χώρα και το μέλλον», τονίζοντας όμως ότι «είναι προς το συμφέρον της Βρετανίας να παραμείνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης», οι πολιτικοί παρατηρητές είχαν ήδη αντιληφθεί ότι τούτο συνεπαγόταν λιγότερη Ευρώπη(!) και πολυνομισματική εσωτερική αγορά, ακόμη και εάν από το εξαγγελθέν δημοψήφισμα δεν ήθελε προκύψει Brexit.

O  τότε Βρετανός Πρωθυπουργός στο διάγγελμά του αυτό δεν άφηνε περιθώρια αισθημάτων, δηλώνοντας ότι: «δεν αγαπώ τις Βρυξέλες, αγαπώ τη Βρετανία. Είμαι ο πρώτος που ισχυρίζεται ότι πρέπει να βελτιωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση με πολλούς τρόπους …»

Με τούτο το δεδομένο ας επιχειρήσουμε προσέγγιση των εξελίξεων με τα παρακάτω

Η διελκυστίνδα και η ολιγότερη Ευρώπη

Εμφανής είναι η διελκυστίνδα συμφερόντων ή άλλως η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της Βρετανίας και της «γερμανοκρατούμενης Ευρώπης».

Σε κάθε περίπτωση δε (ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της συμφωνίας ή μη συμφωνίας για το Brexit), ορθό είναι να εκτιμηθεί ότι συνέπειες θα υπάρχουν οπωσδήποτε, ακόμη δηλαδή και εάν παραμείνει η Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση με «ειδική σχέση». Και τούτο γιατί είτε η Βρετανία παραμείνει στην ΕΕ με «ειδική σχέση» είτε αποχωρήσει -αποσπαστεί από τη νομική προσωπικότητα της Ένωσης,  η εξέλιξη αυτή θα αφορά ρωγμή στο διοικητικό και οργανωτικό εποικοδόμημα, καθόσον θα αναιρεί σε μεγάλο βαθμό συντεταγμένες σε μια Συμπολιτεία που επιδιώκει την περαιτέρω ομοσπονδοποίησή της. Ως εκ τούτου η όποια εξέλιξη θα αφορά οπωσδήποτε ολιγότερη Ευρώπη.

Ταυτοχρόνως όμως (υπό οιαδήποτε εκδοχή) και το ευρώ ως νόμισμα θα υποστεί μείωση του κύρους του, καθόσον παραμονή της Βρετανίας με «ειδική σχέση» συνεπάγεται αυτοδικαίως, με βάση τα ήδη συμφωνηθέντα, μια πολυνομισματική Ένωση κρατών-μελών και μια ενιαία ή άλλως εσωτερική αγορά πολλαπλών ταχυτήτων ή άλλως πολλαπλών επιπέδων.

Συνεπώς το ζήτημα δεν είναι εάν θα υπάρχει αναδιοργάνωση ή όχι. Το ζήτημα είναι ότι επικυρώνεται μια αποδιοργάνωση του όλου οικοδομήματος. Είναι πρόδηλο δε, ότι  η Ευρωπαϊκή Ένωση εισέρχεται σε μια εποχή περαιτέρω ευρωσκεπτικισμού και λόγω του επιδεινούμενου μεταναστευτικού προβλήματος εισέρχεται σε εποχή έντονων αναταράξεωνΚοντολογίς, η ΕΕ υπεισέρχεται, σε μια ιστορική φάση ουσιαστικής διοικητικής και λειτουργικής διχοτόμησης που θα αφορά αφενός τα κράτη-μέλη με παρέκκλιση και αφετέρου τα κράτη-μέλη του πυρήνα, που και αυτά υποδιαιρούνται σε εσωτερικές σφαίρες επιρροής.

Υπ όψιν δε ότι για πρώτη φορά από τότε που η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα μετασχηματίστηκε σε Κοινότητα και στη συνέχεια σε Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη Συνθήκη της Λισαβόνας έχει θεσπισθεί η πρόνοια εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου «κάθε κράτος-μέλος μπορεί να αποφασίσει να αποχωρήσει από την Ένωση σύμφωνα με τους εσωτερικούς συνταγματικούς του κανόνες». Συνεπώς επειδή υφίσταται και η θεσμική πρόβλεψη της αποχώρησης, διόλου απίθανο είναι  με σημείο αναφοράς την Ιταλία να διαπιστωθούν έντονες φυγόκεντρες τάσεις κυρίως ως προς την ευρωζώνη , τάσεις που θα επιδεινώνουν τη λειτουργικότητα του όλου συστήματος. Ωστόσο:

 Tο πρόβλημα του backstop

Ένα από τα κύρια σημεία που δυσκολεύουν την τελική λύση για τον τρόπο  αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ  είναι το περίφημο backstop. Περί  το backstop μπορεί να υπάρξει ευρύτατη αναφορά και για το πολιτικό σκέλος  του και για το οικονομικό σκέλος του. Ωστόσο, εν συντομία μπορούν να  καταγραφούν τα εξής:

α) Το κυρίαρχο στοιχείο ειρήνευσης των εντάσεων στην Ιρλανδία ήταν η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998. Αφαιρούσε στους ελέγχους  ασφαλείας από τα ιρλανδικά σύνορα. Πριν τη συμφωνία αυτή υπήρξε μακρά  περίοδος συγκρούσεων, γνωστή ως «The Troubles». Αφορούσε περίοδο βίας ανάμεσα στους Ρεπουμπλικάνους που επεδίωκαν η Βόρεια Ιρλανδία να ενσωματωθεί στην Ιρλανδία και στους «Πιστούς» οι οποίοι επιδίωκαν να  παραμείνουν μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου. Συνεπώς επιστροφή σε «σκληρά σύνορα» θα μπορούσε να προκαλέσει και πάλι πολιτική βία και κρίση.

β) Η δημιουργία «σκληρών συνόρων» συνδέεται με οικονομικά ζητήματα, καθόσον πάνω από 30.000 εργαζόμενοι μετακινούνται από και προς τη Βόρεια Ιρλανδία και Ιρλανδία. Εάν λοιπόν η Βρετανία επιμένει να εγκαταλείψει την Ενιαία Αγορά της ΕΕ και την τελωνειακή Ένωση, τότε όλα τα αγαθά και όλες οι υπηρεσίες εντός και εκτός της Βρετανίας, από και προς την ΕΕ θα αφορούν «νέα κατάσταση». Η επίλυση συνεπώς του λεγόμενου backstop είναι από τα καίρια ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν.

 Σε κάθε περίπτωση, η ζοφερή κατάσταση που υφίσταται στην παρούσα συγκυρία οφείλεται πρωτίστως στην ανικανότητα της παρούσας βρετανικής κυβέρνησης να διαχειριστεί το Brexit.

 •H Βρετανία στην πράξη πλήττει το Βερολίνο

Όποιος παρακολουθεί τα πολιτικά πράγματα της Βρετανίας γνωρίζει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι ομόφωνο σε σχέση με την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θιασώτης δε εξόδου από την ΕΕ είναι και ο πολυπράγμων Πρωθυπουργός  Boris Johnson. Αντιθέτως, θερμός υποστηρικτής παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ είναι ο αριστερών τάσεων νέος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος Jeremy Corbynαφήνοντας όμως με νέο Δημοψήφισμα την τελική απόφαση στο Βρετανικό Λαό, ενώ ο ίδιος ο Corbyn θα μείνει ουδέτερος ως το οποιδήποτε ερώτημα.

Εκείνο όμως που σε κάθε περίπτωση με ασφάλεια προβλέπεται (κάθε αντίθετη εκδοχή πλανάται και περί το δίκαιον και περί τα πράγματα) με βάση τα όσα  λαμβάνουν χώρα , το κύρος του Βερολίνου ήδη έχει υποστεί πλήγμα.

Εάν το Βερολίνο «εκτιμά» ότι μετά την εξέλιξη αυτή θα παραμείνει «ανενόχλητο» να ασκεί πολιτική από καθέδρας, σφάλει σφάλμα μέγα, καθόσον ήδη εκχωρήθηκε στο Λονδίνο η δυνατότητα αυτοτελούς εποπτείας επί των χρηματοπιστωτικών Θεσμών. Παρά δε την «επιφύλαξη» ότι και οι Θεσμοί στην ΕΕ θα μπορούν να παρεμβαίνουν αντιστοίχως, εν τούτοις είναι πρόδηλο ότι το κύρος του City του Λονδίνου θα επηρεάζει κατά το μάλλον και μάλλον τις συμπεριφορές των αγορών.

Θα υπάρξει δηλαδή μετατόπιση επιρροής. Και αυτή η μετατόπιση επιρροής δεν μπορεί ευχερώς να αντιμετωπισθεί από το ευρωσύστημα, το οποίο λειτουργεί πάνω σε αντιφάσεις και εσφαλμένες προϋποθέσεις.

Προφανές είναι ότι η ΕΕ έχει ήδη εισέλθει σε νέα  ιστορική φάση!..

——————

 * Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).