Κομφορμισμός και γραφειοκρατία: Ο βάλτος των “σοσιαλδημοκρατών”

Του Αντώνη Χαριστού

XaristosAntonisΤρεις ιστορικές υπερβάσεις, καθόρισαν την εξέλιξη των σύγχρονων κοινωνιών, επηρεάζοντας τις δομές και την οργάνωση αυτών. Πρόκειται, για το κίνημα του Διαφωτισμού, την Βιομηχανική Επανάσταση και τις αντίστοιχες Αστικές, με επίκεντρο την Γαλλία των τελών του 18ου αιώνα. Διεργασίες, οι οποίες δεν ακολούθησαν ταυτόχρονη και αλληλοσυμπληρούμενη πορεία, ωστόσο στην παραλληλότητα των γεγονότων, ταυτίστηκαν με τις απαιτήσεις της τεχνικής και της τεχνολογίας από την μία και την θεσμοθέτηση της ελευθερίας του ατόμου, από την άλλη, ως πυλώνα αξιοπιστίας και της δυναμικής που ανέπτυσσε η εκάστοτε κοινωνία, ειδικότερα όσον αφορά τον δυτικό κόσμο.

Οι τρεις αυτές υπερβάσεις, όρισαν τις μέχρι τότε διάσπαρτες εξουσίες, τις οποίες διεκδικούσαν θρησκευτικά ιερατεία και φεουδάρχες της μεσαιωνικής περιόδου, ως εξουσίες που αποκτούσαν πλέον συλλογικό χαρακτήρα. Ασυνείδητα, υιοθέτησαν ρόλο αρχής, όσον αφορά τον σχεδιασμό του πλαισίου λειτουργίας των κοινωνιών και των επιρροών των τελευταίων, έξω από τα γεωγραφικά όρια των γλωσσικών και πολιτιστικών τους δυνατοτήτων. Με άλλα λόγια, όρισαν την εξουσία οικοδομώντας ένα μωσαϊκό διαπλεκόμενων εννοιών και ρόλων. Το άτομο στο μωσαϊκό αυτό εκ των προτέρων αποκτούσε στη διαλογή ρόλο συμπληρωματικό, μα κυρίως ρόλο αναπαραγωγής, αποδεχόμενο τις ηθικές επιταγές και τις θεσμοθετημένες προδιαθέσεις έναντι του, της εκάστοτε οικονομικής ελίτ.

Στο πλαίσιο αυτό, οι μορφές εξουσίας διαιρούνταν όχι με βάση τις αναλογικές ανάγκες του συνόλου της κοινωνίας αλλά ως πυλώνες του οικονομικού συστήματος ικανοποιώντας την αναπαραγωγή αυτού, στο όνομα της κοινωνίας των πολιτών. Η τελευταία, απούσα από τις εξελίξεις, διολίσθαινε διαρκώς προς την ολοκληρωτική αφομοίωση, με τις ενέργειές της να αποσκοπούν στην αναπλήρωση της βάσης του συστήματος, το οποίο φρόντιζε εκ των προτέρων να την εκπαιδεύσει προς μία και μόνο κατεύθυνση, αυτής της υποταγής εκμηδενίζοντας το άτομο και την ελευθερία αυτού διατρανώνοντας παράλληλα υποκριτικά τον λόγο της υπέρ του ατόμου και της ελευθερίας του.

Η εξουσία ταυτίστηκε εξ αρχής με την έννοια της καταπίεσης, της απαγόρευσης και της επιβολής. Η καταπιεστική ωστόσο οπτική της εξουσίας, δεν θα μπορούσε να διατηρήσει την αρχή της επί ατόμων ή/και συνόλων, μόνο σε πλαίσια απαγόρευσης. Αυτό που προσδίδει στην εξουσία μία συνεκτική αποδοχή από την πλευρά του ατόμου ή/και των συνόλων, δεν είναι απλά και μόνο η επιβολή και η καταπίεση αλλά το γεγονός πως λειτουργεί μεταξύ άλλων και ¨παραγωγικά¨. Η εξουσία προωθείται και διεισδύει σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας, από την παραγωγική διαδικασία έως την παραγωγή λόγου, την δημιουργία και συντήρηση ιδεολογιών, προσιτών κάθε φορά στα εξυπηρετούμενα συμφέροντα. Πρόκειται για σύμπλεγμα/τα εξουσιών/μικροεξουσιών, που διαπερνούν το κοινωνικό σώμα και η καταπιεστική πλευρά τους είναι μία μόνο πτυχή των λειτουργιών, η υλοποίηση των οποίων ωστόσο, ανάλογα με τις συνθήκες, αποκτά πρωταρχικό χαρακτήρα1.

Η ίδια η έννοια της εξουσίας δεν μπορεί να μελετηθεί στην ολότητά της, αν ταυτοχρόνως δεν προσεγγιστούν και αναλυθούν οι έννοιες του συμπλέγματος μικροεξουσιών που συναποτελούν την κυρίαρχη δομή της εξουσίας. Είναι απλή και εύκολη η διαδικασία αποδόμησης περιεχομένων και εννοιών σε λέξεις και δημιουργίας εντυπώσεων, χωρίς την περαιτέρω εμβάθυνση στις σχέσεις που αυτή εκφράζει και χωρίς την αναφορά στις υπο-εξουσίες που διακλαδώνονται στο σώμα της κοινωνίας και οι οποίες στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν έχουν άμεση οικονομική σημασία, ωστόσο είναι πολύ σημαντικές για την λειτουργία της ίδιας της εξουσίας2.

Στην παραπάνω διατύπωση, μία πολιτική της οικονομικής ελίτ,  είναι η «κωδικοποίηση ενός αριθμού σχέσεων εξουσίας»3. Οι σχέσεις εξουσίας και τα συμπλέγματα εξουσιών, επανακαθορίζονται στις διαταξικές κρίσεις, στην ολότητα της κοινωνικής σύγκρουσης ή αναδιαμορφώνονται στο βαθμό που νέες σχέσεις εξουσιών αφήνουν άθικτες τις παλιές σχέσεις. Οι σχέσεις αυτές και ο ρόλος των σχηματισμών εξουσίας ρυθμίζονται, προσαρμόζονται ή/και ανατρέπονται εκ βάθρων ανάλογα με τον τύπο εξουσιών που αναδύονται στο προσκήνιο. Είναι χαρακτηριστικό πώς τον 17ο και 18ο αιώνα, σχέσεις παραγωγής του κοινωνικού πλούτου και οι αντίστοιχες υπηρεσίες αυτών, αναδύθηκαν ως νέα μορφή εξουσιών.

Νέα μορφή εξουσιών, ο ρόλος των οποίων απόκτησε ιστό και θεμελιώθηκε στο βαθμό που εισχώρησε στον καθημερινό βίο των μη-προνομιούχων, στον τρόπο έκφρασης, σκέψης, συμπεριφοράς, στις πράξεις και τις στάσεις τους απέναντι στα τεκταινόμενα. Στη βάση αυτή και δεδομένου ότι από τον 17ο αιώνα, η συσσώρευση κεφαλαίου απαίτησε την υπερεκμετάλλευση των παραγωγών, η εξουσία οργανώνεται με διοικητικό τρόπο, ώστε να καταστεί λειτουργική μέσω του ελέγχου και της καθοδήγησης/διαπαιδαγώγησης των μαζών4.

Η κρατική δομή και διάρθρωση, εκλαμβάνοντας το κράτος με την πολιτική του έννοια, αποτελεί τύπο οργάνωσης συμφερόντων, στον οποίο εσωκλείονται αντιφάσεις που παίρνουν τη μορφή αντιθέσεων στα συμπλέγματα εξουσιών. Στη διάρθρωση της κρατικής δομής στην αστική κοινωνία, διασταυρώνονται κόμβοι και δίκτυα εξουσίας, όπου κάθε ένα από αυτά διατηρεί την δική του εξουσία στους μηχανισμούς του κράτους, στον οποίο αποκρυσταλλώνονται τα συμφέροντα μιας ορισμένης μερίδας. Ιδεολογικοί μηχανισμοί και κατασταλτικοί μηχανισμοί, υπουργεία, οργανισμοί, διοίκηση, εκπροσωπούν τάσεις και ρεύματα εξουσιών ή συμπλέγματα αυτών, με τα αντίστοιχα συμφέροντά τους  (μονοπωλιακοί όμιλοι, μη-μονοπωλιακοί όμιλοι, γαιοκτήμονες, βιομήχανοι, τράπεζες, έμποροι). Επομένως, οι ομάδες εξουσιών που συναθροίζονται στον κορμό του κράτους, το αντιλαμβάνονται ως στρατηγικό κόμβο και πεδίο ολοκλήρωσης και προώθησης των ¨δικών¨ τους συμφερόντων5.

Τα αντιφατικά και σε αρκετές περιπτώσεις αντιθετικά συμφέροντα των συμπλεγμάτων εξουσίας, δεν λειτουργούν άναρχα στην κρατική δομή ακολουθώντας κάθε μία τον δικό της αυτόνομο δρόμο αλλά συγκεντρώνονται στον γραφειοκρατικό-διοικητικό μηχανισμό, βασισμένο στην διαφοροποίηση χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας και της διάστασης του κράτους από τις σχέσεις παραγωγής. Σημαντικό επίσης ρόλο διαδραματίζει ο συσχετισμός δυνάμεων που καθορίζει τα συμφέροντα ποιού συμπλέγματος εξουσιών θα εκπροσωπηθούν από θέση ισχύος. Η αστική εξουσία, η οποία αδυνατεί να υπάρξει έξω από τα πλαίσια του κράτους, διαμορφώνεται από τον συνασπισμό εξουσιών που λειτουργεί κάθε φορά, βάση της δυνατότητας ηγεμονίας με κοινό γνώρισμα που συνενώσει τα αντιφατικά τους συμφέροντα, τον έλεγχο και αντιμετώπιση των μη-προνομιούχων6.

Στο σημείο αυτό, ας μου επιτραπεί μία παρεκτροπή της έως τώρα σκέψης προκειμένου να σκιαγραφήσω την έννοια της ηγεμονίας, για την υπόθεση της αστικής υπέρβασης και των κοινωνικών δυνάμεων που η τελευταία πρέπει να εκφράσει. Πρόκειται για ηγεμονία, η πολιτική της οποίας είναι πολύπλευρη καθώς απαιτεί όχι την προσαρμογή στις δεδομένες σχέσεις εξουσίας και μικροεξουσιών, αλλά αντιθέτως την εκ βάθρων ανατροπή κυριαρχικών σχέσεων από τη μία και τον μετασχηματισμό ή την υπέρβαση σχέσεων εξουσίας από την άλλη. Ανατροπή των κυριαρχικών σχέσεων αφορά τις μέχρι τώρα ισχύουσες οικονομικές σχέσεις με την διαμόρφωση νέου δομικού πλέγματος, νέας πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης, ενώ ο μετασχηματισμός των σχέσεων εξουσίας αφορά τους ιδεολογικούς μηχανισμούς και τον πολιτιστικό προσανατολισμό της νέας εξουσίας, της πλειοψηφίας του εργαζόμενου λαού, αυτή τη φορά. Πρόκειται για σχέση όχι αντιφατική αλλά συμπλήρωσης και επέκτασης καθώς η ηγεμονία δεν έχει μόνο συνέπειες  στην υποδομή, στην οικονομική δηλαδή βάση αλλά και στον πολιτικό τομέα, καθώς επίσης και στην σκέψη, την ηθική, τη γνώση, στάσεις και συμπεριφορές7.

Ο Γκράμσι μεταχειρίζεται τη σχέση δομής-υπερδομής σε ένα σύνολο αλληλεπίδρασης. Η δομή επιδρά στην υπερδομή και από τη σχέση αυτή αποκτά νέο ρόλο η σχέση φιλοσοφίας και πολιτικής. Όπου η φιλοσοφία αποκτά πολιτικό ρόλο από τη στιγμή κατά την οποία, η μετασχηματιζόμενη κοινωνία επεκτείνει τις αλλαγές της σε όλες τις πτυχές οργάνωσης της νέας εξουσίας ( όχι όμως και των συμπλεγμάτων εξουσίας). Η οργάνωση της νέας εξουσίας προϋποθέτει τη δυνατότητα καθοδήγησης απτήν ηγεμονεύουσα ομάδα, δημιουργία κοινωνικών συμμαχιών, συμπλεγμάτων εξουσίας καθώς και την ικανότητα εξασφάλισης κοινωνικής βάσης9.

Η ηγεμονία στο νέο συσχετισμό δυνάμεων αποκτά τα χαρακτηριστικά όχι κυριαρχίας αλλά καθοδήγησης με σκοπό την ιδεολογική και πολιτική ενοποίηση σε ένα κοινό σύνολο μικροεξουσιών που δεν είναι ομοιογενές αλλά παρουσιάζει αντιφάσεις. Η ηγεμονία, ως πολιτική μορφή της εξουσίας, παραμένει ισχύουσα όσο διατηρεί σε συνοχή την ιδεολογικοπολιτική και πολιτιστική σύζευξη ετερογενών δυνάμεων και δημιουργεί αναχώματα στις αντιφάσεις που ενυπάρχουν μεταξύ των συμπλεγμάτων εξουσίας, αντιφάσεις που αν διοχετευτούν στο σώμα της κοινωνίας, τείνουν να μετατραπούν σε αντιθετική κρίση της κυρίαρχης ηγεμονίας, κρίση που οδηγεί σε άρνηση αποδοχής του έως τότε πρωτοπόρου τμήματος του συνασπισμού εξουσίας10.

Η ηγεμονία στο συνασπισμό εξουσίας έχει παράλληλα παιδαγωγικό χαρακτήρα. Τείνει να διαμορφώσει νέα σχέση ανάμεσα στο συνασπισμό εξουσίας και τις μάζες. (οι τελευταίες δεν εμφανίζονται εκτός του κοινωνικού συνόλου αλλά ετεροκαθορίζονται από τον ρόλο που καλείται το κάθε άτομο ξεχωριστά να διαδραματίσει στον κοινωνικό ιστό εντασσόμενο σε μικροεξουσίες στο σώμα της κοινωνίας. Δηλαδή το άτομο μπορεί να είναι ταυτόχρονα εργάτης, σύζυγος, πατέρας, μέλος του κόμματος, του συνδικάτου, σπουδαστής κ.α. ή συνδυασμός ιδιοτήτων. Επομένως,  εντάσσεται στη μάζα ως σύνολο των ιδιαιτεροτήτων του αυτών και όχι ως ιδιότητα ξεχωριστά παρμένη.)  Παραφράζοντας τον Γκράμσι ο οποίος αναφέρεται στη σχέση της φιλοσοφίας ως εκφραστή μιας ολόκληρης εποχής και ενός ολόκληρου κοινωνικού συνόλου, θα τολμούσα να ισχυριστώ πως η εξουσία και τα συμπλέγματα αυτής, κορυφώνονται σε μία καθορισμένη κατεύθυνση και στην οποία κορύφωση, η συλλογική δράση γίνεται κανόνας.

seomilia Η εξουσία και τα συμπλέγματα αυτής, κορυφώνονται σε μία καθορισμένη κατεύθυνση και στην οποία κορύφωση, η συλλογική δράση γίνεται κανόνας. Η συλλογική αυτή δράση αποκτά θετικό πρόσημο καθώς την ενστερνίζονται πλατιές μάζες, ενώ από την άλλη, δοκιμάζεται όταν διατηρείται μεν η πολιτική εξουσία από την πρωτοπορία του συνασπισμού εξουσίας αλλά η τελευταία έχει απολέσει την διευθυντική της θέση να κατευθύνει, να προτείνει, να δίνει λύσεις. Στην περίπτωση αυτή αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα νέο τμήμα του συνασπισμού εξουσίας είτε αποκτούν σπουδαιότερη θέση ζητήματα μικροεξουσιών και σχέσεων εξουσίας τα οποία τείνουν να μετατραπούν σε αντιδραστικές δυνάμεις με στόχο την ανατροπή του υπάρχοντος συνασπισμού. Η τελευταία περίπτωση προϋποθέτει δομικές αλλαγές στην υποδομή του συστήματος, αλλαγές που επιτρέπουν μικροεξουσίες να προωθήσουν τα συμφέροντά τους που έρχονται σε ρήξη με τον κυρίαρχο συνασπισμό εξουσίας.

Η οπτική της αστικής εξουσίας, θέλει την τελευταία να ασκείται από την εκάστοτε κυβέρνηση ως έκφραση της πλειοψηφίας των πολιτών και τα διοικητικά όργανα του κράτους. Είναι οφθαλμοφανές, ότι οι θεσμοί αυτοί χρησιμοποιούνται ως ιμάντες μεταβίβασης αποφάσεων και εντολών, οι οποίες είναι το αποτέλεσμα των διεργασιών που γίνονται στη βάση της οικονομικής δομής επιδρώντας στο εποικοδόμημα.  Ιδιαίτερο ρόλο και συνήθως χωρίς οικονομικές προϋποθέσεις, διαδραματίζουν ένας ορισμένος αριθμός μικροεξουσιών που φαινομενικά δεν συνδέονται με την πολιτική εξουσία αλλά στην πράξη επηρεάζονται άμεσα από αυτήν.

Πρόκειται για λειτουργικούς θεσμούς, οι οποίοι εντάσσονται σε συμπλέγματα μικροεξουσιών, ρυθμίζουν τη στάση και τη νοοτροπίας των ατόμων, φαινομενικά είναι ουδέτεροι και αντικειμενικοί. Στην πραγματικότητα ασκούν πολιτική βία με την κυριαρχική έννοια του όρου, συγκαλυμμένα. Παράδειγμα τέτοιων μικροεξουσιών, η οικογένεια και το εκπαιδευτικό σύστημα. Θεσμοθετήθηκαν, τυπικά και άτυπα, ακριβώς για να διατηρήσουν την ιδεολογική ηγεμονία του συνασπισμού εξουσίας και όχι απλά του κυρίαρχου τμήματος,  να διαμορφώσουν νέα νοοτροπία στα υπό έλεγχο άτομα και συγχρόνως, να εμποδίσουν τις εκάστοτε μη-προνομιούχες τάξεις, να κυριαρχήσουν επί των οργάνων εξουσίας. Κυριαρχία που δεν μπορεί να πάρει τη μορφή συμβιβασμού με τον συνασπισμό αστικής εξουσίας αλλά τα χαρακτηριστικά, οριστικής και πολύπλευρης ρήξης.

Δεν αρκεί να υποδείξει κανείς, πως πίσω από τον κρατικό μηχανισμό βρίσκεται το κυρίαρχο οικονομικό σύμπλεγμα αλλά πρέπει να αναδείξει το ρόλο των μικροεξουσιών στην άσκηση της κυρίαρχης πολιτικής διοχετευόμενη σε πλήθος δικτύων εξουσίας. Το ζητούμενο, πέρα από την ίδια την πολιτικής εξουσίας, για την σοσιαλδημοκρατία, πρέπει να είναι η κατανόηση του ρόλου και των σημείων υπεροχής των συμπλεγμάτων εξουσίας και μικροεξουσιών, που αναπτύσσονται στην αστική κοινωνία και εισάγονται στις δομές της εκάστοτε εξουσίας/διακυβέρνησης. Η κατάργηση ή/και υπέρβασή τους,  δεν προφυλάγει τη νέα πολιτική εξουσία από την αναζωογόνηση, ανασυγκροτημένων πλέον, των μικροεξουσιών ζητώντας ρόλο ρυθμιστή.

Πρόκειται για την εξέλιξη εκείνη κατά την οποία, ο συνασπισμός εξουσίας με πρωτοπόρο πολιτικό της τμήμα τα κοινωνικά στρώματα που βρίσκονται υπό της οικονομικής εξουσίας, δεν έχει καταλάβει εξ ολοκλήρου  την εξουσία αλλά μονάχα ένα τμήμα της και το υπόλοιπο τμήμα που επιβιώνει ακόμα και με τη μορφή υπολειμμάτων ασκεί την κυριαρχία της εναντίον των μη-προνομιούχων στρωμάτων,  εναντίον όσων βρίσκονται στο σώμα της κοινωνίας αλλά δεν εντάσσονται συνειδητά σε πλαίσια λειτουργικών οργάνων αυτής και την απουσία τους αναλαμβάνουν να καλύψουν όχι άμεσα αλλά έμμεσα, από γραφειοκρατικούς, μικροαστικούς συνασπισμούς οι οποίοι αφέθηκαν να ρυθμίσουν τη λειτουργία της νέας κοινωνικής δομής και μετατράπηκαν σε αντιδραστική, συγκαλυμμένη πηγή εξουσίας. Πρόκειται για μηχανισμούς και στοιχεία του αστικού μοντέλου που εισέρχονται στην πολιτική εξουσίας ως πηγές αναγκαιότητας, μία αναγκαιότητα που όμως αποτελεί συγκαλυμμένη μορφή εξουσίας.

Όλα τα παραπάνω αφορούν μία ακόμα οπτική του συμπλέγματος εξουσιών. Αφορά μικροεξουσίες που εκφράζουν ένα σύνολο δράσεων που επιδρούν η μία στην άλλη. Είτε αναφερόμαστε σε ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, είτε σε δομικούς σχηματισμούς και συμπλέγματα εξουσιών, πρέπει να συμφωνήσουμε πως πρόκειται για εξουσία που ασκεί κάποιος σε κάποιον άλλο.

Επομένως, η εξουσία, εκκινώντας από την οικονομική και εκπεφρασμένη στην πολιτική, δεν είναι μία ατομική ή συλλογική κατάσταση διάχυτη σε όλο το πλέγμα της κοινωνίας (διοχετεύεται μέσω μηχανισμών σε αυτό). Παρά μόνο εξουσία που ασκείται από το Α στο Β, είτε είναι σύνολο, υποσύνολο, είτε μονάδα. Δεν στηρίζεται σε κάποιο είδος κοινωνικού συμβολαίου, ούτε σε συναινετική συγκατάθεση των ταξικών δυνάμεων. Δεν αποτελεί θεσμικό δεδομένο ή δομικό μηχανισμό που προσαρμόζεται, αλλά επιδέχεται επεξεργασία. Η εξουσία και τα συμπλέγματα εξουσιών, χρησιμοποιούν τη στρατηγική ως βασικό εργαλείο για να προσδιορίσουν τα μέσα που θα προωθήσουν  στην τελική επίτευξη στόχων. Στο σημείο αυτό, η επιλογή του μέσου είναι επιλογή ορθολογικότητας, η οποία τίθεται σε λειτουργία για να επιτευχθεί ο εκάστοτε αντικειμενικός σκοπός. Στρατηγική επίσης χρησιμοποιείται, για να αποκαλύψει τις μεθόδους που ασκήθηκαν από αντιτιθέμενες εξουσίες, με σκοπό να παραιτηθεί από τον ανταγωνισμό.

Πρόκειται για επιλογές, που θα επιφέρουν τη νίκη έναντι του αντιτιθέμενου συνασπισμού εξουσίας στην αστική διαστρωμάτωση ή για επιλογές που θα καθορίσουν την έκβαση της κοινωνικής αντίθεσης ή της κοινωνικής συναίνεσης, στη δόμηση της κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας. Η στρατηγική και στις δύο περιπτώσεις ορίζεται από την εκλογή των λύσεων που ¨κερδίζουν¨.

Σε σχέση με την εξουσία, η έννοια της κυριαρχίας αποκτά ιδιαίτερο νόημα. «η κυριαρχία είναι μία σφαιρική δομή της εξουσίας, της οποίας διακλαδώσεις και συνέπειες, μπορούμε καμιά φορά να βρούμε ακόμη και στον πιο λεπτό μίτο της κοινωνίας. Αλλά είναι συγχρόνως και μία στρατηγική κατάσταση, περισσότερο ή λιγότερο κεκτημένη και σταθεροποιημένη, μέσα σε μία αντιμετώπιση μεγάλου ιστορικού βεληνεκούς, ανάμεσα σε αντιπάλους. Μπορεί κάλλιστα ένα γεγονός κυριαρχίας να μην είναι παρά η μεταγραφή ενός από τους μηχανισμούς εξουσίας σε σχέση αντιμετώπισης και των συνεπειών της (μία πολιτική δομή που προέρχεται από μία εισβολή). Μπορεί επίσης μία σχέση αγώνα ανάμεσα σε δύο αντιπάλους, να είναι το αποτέλεσμα της ανάπτυξης των σχέσεων εξουσίας με όλες τις συγκρούσεις και τις σχάσεις που επιφέρει. Αυτό όμως που την καθιστά κυριαρχία μίας ομάδας, μίας κάστας ή μιας τάξης και τις αντιστάσεις ή τις εξεγέρσεις στις οποίες προσκρούει κεντρικό φαινόμενο στην ιστορία των κοινωνιών, είναι το ότι εκφράζουν υπό μορφή σφαιρική και μαζική στην κλίμακα ολόκληρου του κοινωνικού σώματος, τη σύμπλεξη των σχέσεων εξουσίας με τις στρατηγικές σχέσεις και τα αποτελέσματα της αμοιβαίας έλκυσής τους»15.

Το σώμα της κοινωνίας διαπερνάται από συμπλέγματα εξουσιών που χαρακτηρίζονται από πολυσχιδείς σχέσεις συν-διαμόρφωσης εξουσιών, εξουσίες που ωστόσο σταθεροποιούνται και εδραιώνονται στα πλαίσια συνεκτικών ιδεολογικών δεσμών. Η αστική δημοκρατία ως πολιτειακή μορφή οργάνωσης του αστικού συστήματος εξουσιών, διαφοροποιείται από το πρώτιστο γεγονός, ότι δεν αφομοιώνει τα συμπλέγματα εξουσιών ως απαραίτητο όρο σταθεροποίησης και εδραίωσης, αλλά μέσω της κατάργησής  και υπέρβασή τους, θεμελιώνεται η χειραφέτηση του ατόμου και η προσπάθεια οργάνωσης και οικοδόμησης νέου  συστήματος σχέσεων. Οι σχέσεις εξουσίας που διατηρούνται ενυπάρχουν είτε ως λαθραία στοιχεία του αστικού συμπλέγματος, στις οποίες σχέσεις, η έκβαση της κοινωνικής διάρθρωσης και αντιπαράθεσης θα τα εξοβελίσει είτε ως αναγκαιότητες που λειτουργούν για ορισμένο χρόνο στο κοινωνικό σώμα. Η αστική εξουσία, εδραιώθηκε κυρίαρχα από τον 17ο και 18ο αιώνα, διαμορφώνοντας τις ιδεολογικές προϋποθέσεις μαζί με τις υλικές, για την οριστική κυριαρχία του συνασπισμού εξουσίας.

Την εξουσία παράλληλα θα πρέπει να την αντιμετωπίζουμε όχι σαν αφηρημένη έννοια, η οποία μετακινείται στις συνιστώσες της εξουσίας ανάλογα με τα συμφέροντα της κυριαρχούσας ομάδας αλλά ως αλυσίδα. Ως αλυσίδα με την εξουσία να αποκτά διπλό ρόλο, αυτόν της άσκησης και αυτόν που την υφίσταται. Ο ρόλος των ατόμων στην αλυσίδα της εξουσίας, είναι ρόλος φορέα που μεταδίδει τις επιδράσεις από την εφαρμογή των επιλογών αυτής και όχι απλά σημεία άσκησης επί των ατόμων.

Επομένως το άτομο αποκτά κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση, αποδόμηση, συμπλήρωση του εκάστοτε συνασπισμού εξουσιών, στην αστική κοινωνία. Καλείται ωστόσο να διαδραματίσει έναν διαφορετικό ρόλο στην συγκρότηση του δημοκρατικού συστήματος, έτσι όπως ορίστηκε από τους σοσιαλδημοκράτες των αρχών του 20ου αιώνα. Έναν διπλό ρόλο, καθώς το άτομο λειτουργεί ως αυτοτελής ύπαρξη και ως μέλος της κοινότητας. Την ίδια στιγμή, το άτομο φέρει κληρονομικά, την διαπαιδαγώγηση του αστικού συστήματος, διαπαιδαγώγηση που τον κατέτασσαν στην κατηγορία του ημιτελούς προϊόντος, του ανολοκλήρωτου οργανισμού. Επομένως, ο ρόλος του συνασπισμού εξουσίας με πρωτοπόρο πολιτικό τμήμα την σοσιαλδημοκρατία, καλείται από τη μία να επιδράσει πάνω στο άτομο, δηλαδή στον εαυτό της (εκφράζοντας δυνάμεις και ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας των παραγωγών, της διανόησης, των ανθρώπων της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και καινοτομίας)  συνολικά και συλλογικά και από την άλλη πλευρά το κάθε άτομο ξεχωριστά καλείται να συμμετέχει σε μία συνειδητή διαδικασία αυτό-διαπαιδαγώγησης. Πρόκειται για την αλληλεπίδραση της πρωτοπορίας με τις μικροεξουσίες στις οποίες εντάσσονται τα άτομα ως ξεχωριστές μονάδες, την ίδια στιγμή που ως σύνολο αποτελούν τον πυρήνα της πρωτοπορίας. Ο αγώνας με τα κατάλοιπα του παρελθόντος, κατάλοιπα συσσωρευμένα στη δομική συγκρότηση του αστικού οργανικού κράτους με στόχο την υπέρβαση τους, στο επίπεδο της συνείδησης, της νοοτροπίας, των συνηθειών, είναι συνεχής και αδιάκοπος.

Οι στρατηγικές οι οποίες λειτουργούν ως εργαλείο στους σχηματισμούς εξουσίας, εσωκλείουν τις τακτικές που εξασφαλίζουν την κυριαρχία. Η κυρίαρχη πολιτική εξουσία, δεν μπορεί να νοηθεί ως αφαιρετική έννοια ούτε και ως οντότητα δοσμένη και δεδομένη. Για να διαμορφώσει τους συσχετισμούς που θα της επιτρέψουν να εγκαθιδρύσει την πρωτοκαθεδρία της και να αναπαραχθεί, χρειάζεται αποτελεσματικές τακτικές προκειμένου η στρατηγική να αποκτήσει ταυτότητα.

Συνεπώς, μπορούμε να ισχυριστούμε, πως η αστική τάξη διαμορφώνει τους συσχετισμούς εξουσίας, βάση στρατηγικής η οποία ωστόσο δεν επιβάλλεται βίαια στην στρωματοποιημένη κοινωνία αλλά διαμορφώνει μικροεξουσίες, ως προπύργια στα οποία εντάσσεται η εκάστοτε παραγωγική συλλογικότητα, εκ των προτέρων. Την ίδια στιγμή, η πολιτική που προωθείται από το κυρίαρχο κάθε φορά τμήμα της αστικής εξουσίας, παίρνει τη μορφή ανταγωνισμού ανάμεσα σε τάξεις, ομάδες συμφερόντων και άτομα. Πρόκειται για αλληλοσπαραγμό ανάμεσα σε εξουσίες και συμπλέγματα αυτών, που διαπερνούν το σώμα της κοινωνίας μέσω μηχανισμών.

Οι θεσμοί που συγκροτεί η εκάστοτε εξουσία, ενσωματώνουν στον πυρήνα τους τη στρατηγική της εξουσίας, από την οποία στρατηγική, προκύπτουν αντιφάσεις που εν δυνάμει τείνουν να μετατραπούν σε αντιθέσεις, καθώς οι μορφές των συμπλεγμάτων εξουσίας εσωκλείουν τις ανισότητες που υπάρχουν στην αστική κοινωνία ή/και τις ανισότητες που κληρονομούνται στην εκάστοτε πολιτική εξουσία. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει η σχέση ορθολογικότητας που χαρακτηρίζει την εξουσία, καθώς εξουσία είναι η διακυβέρνηση ανθρώπου από άνθρωπο και αποκτά πολιτική μορφή η οποία είναι ουσιαστικά τεχνική διακυβέρνησης.

Οι πειθαρχικές πρακτικές είναι ωστόσο οι πιο συνήθεις στην πολιτική πρακτική της εξουσίας. Ο έλεγχος του ατόμου ολοκληρώνεται, μέσα από τη μέθοδο εξατομίκευσης. Εξατομίκευση η οποία είναι το αποτέλεσμα μεθόδων συμμετοχής των ατόμων στην καθημερινή τους λειτουργία. Τα άτομα κατανέμονται στην ιεραρχία μιρκοεξουσιών, στους εργασιακούς χώρους, στα τμήματα προγραμματισμού, στους μηχανισμούς όπου κωδικοποιούνται οι δραστηριότητές τους. Η επιτήρηση, η επιβολή της νόρμας, η εξέταση, αποτελούν γνώμονα ορθής άσκησης της εξατομίκευσης. Με τον τρόπο αυτό η πειθαρχική εξουσία, υποτάσσει τα άτομα στις επιδιώξεις της καταργώντας την αυτονομία τους. Η πειθαρχία, αν και εντάσσεται στο σώμα της αστικής κοινωνίας αποκτά διαφορετικό περιεχόμενο.

ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΗ εξατομίκευση στην αστική κοινωνία είναι γενικευμένη, με στόχο την αυτοματοποίηση της εξατομίκευσης. Δηλαδή να καταστεί το άτομο πληρεξούσιο των πειθαναγκαστικών τεχνικών τις οποίες και εσωτερικεύει. Ότι είπαμε μέχρι τώρα, βρίσκει έκφραση στο παρακάτω απόσπασμα,

«Πρέπει δίχως άλλο να είμαστε νομιναλιστές. Η εξουσία δεν είναι θεσμός ούτε δομή, δεν είναι μία συγκεκριμένη δύναμη που κατέχουν μερικοί: είναι το όνομα που δίνουμε σε μία πολυσύνθετη στρατηγική κατάσταση, σε μία δοσμένη κοινωνία […]. Η εξουσία έρχεται από κάτω, δεν υπάρχει δηλαδή στη βάση σχέσεων εξουσίας και σαν γενική μήτρα κάποια δυαδική και σφαιρική αντίθεση ανάμεσα σε κυριαρχούμενους και κυρίαρχους που οι συνέπειες της προχωρούν από πάνω προς τα κάτω, αγγίζοντας ολοένα και πιο περιορισμένες ομάδες μέχρι τα έγκατα του κοινωνικού σώματος. Πρέπει μάλλον να υποθέσουμε ότι οι πολλαπλές σχέσεις δύναμης που διαμορφώνονται και λειτουργούν στους μηχανισμούς της παραγωγής, στις οικογένειες, τις περιορισμένες ομάδες, στους θεσμούς, χρησιμεύουν σαν υπόβαθρα για ευρύτερα διασχαστικά αποτελέσματα που διατρέχουν το σύνολο του κοινωνικού σώματος. Αυτά σχηματίζουν μία γενική δυναμική γραμμή, που διαπερνά τις τοπικές αντιπαραθέσεις και τις διασυνδέσεις»17.

Βάση αυτού, η εξουσία γίνεται νοητή ως σύμπλεγμα μικροεξουσιών που εξυπηρετούν τους σκοπούς τους, προωθώντας τα ιδιαίτερα συμφέροντα τους ¨επενδύοντας¨ στα άτομα. Γι’ αυτό το ζήτημα της κρατικής εξουσίας, δεν πρέπει να υποτιμάται ωστόσο δεν πρέπει και να μηδενίζεται ο ρόλος των μικροεξουσιών που διαπερνούν το κοινωνικό σώμα. Μικροεξουσίες που περιλαμβάνονται σε μηχανισμούς επιφανειακά ¨αθώους¨, που ωστόσο συνδράμουν στην δραστηριότητα της εξουσίας τα μέγιστα και κυρίως έμμεσα. Η ουσία της αστικής εξουσίας συνοψίζεται στο εξής, «η εξουσία της αστικής τάξης εδραιώνεται όχι μέσω της συντήρησης αλλά με διαδοχικούς μετασχηματισμούς»18. Από την άλλη πλευρά, η στρατηγική της κοινωνικής κάθε φορά  πρωτοπορίας, θα πρέπει να συμπεριλάβει και τις μικροεξουσίες, καθώς και τον ρόλο τους στη διαδικασία αφομοίωσης και αναπαραγωγής της κυρίαρχης πολιτικής. Είναι απαραίτητος όρος για την πολιτική εξουσία, να μελετήσει τους όρους άσκησης αυτής σε όλες τις πτυχές του αστισμού, από το πώς προωθείται και αναπαράγεται μέχρι ποιες κατώτερες βαθμίδες ιεραρχίας φτάνει, χρησιμοποιώντας τον έλεγχο, την επιτήρηση, τις απαγορεύσεις, την επιβολή.

Κι αφού η εξουσία αποτελείται από συνασπισμό εξουσιών και συμπλέγματα αυτών, είναι δύσκολο σε κάθε περίπτωση να βρεθεί ο έμμεσος και όχι απλά και μόνο ο προωθητικός κάτοχος της εξουσίας, αλλά είναι εύκολο να αναζητήσουμε τον μη-κάτοχο αυτής. Γιατί  κάθε μορφή εξουσίας, ασκείται προς μία κατεύθυνση για την εξυπηρέτηση και ικανοποίηση συγκεκριμένων συμφερόντων. Κατεύθυνση, από την μία πλευρά της οποίας βρίσκονται οι κάτοχοι της εξουσίας και από την άλλη τα άτομα ή ομάδες που δέχονται την επιρροή αυτής της πολιτικής.

Στην προηγούμενη διαπίστωση γίνεται εύκολα αντιληπτό, πως το άτομο συμμετέχει στην κοινωνική διαπάλη  με άνισους όρους εκ των προτέρων. Για το λόγο αυτό, καθώς απέναντί του έχει το συνασπισμένο τμήμα της αστικής εξουσίας, θα πρέπει να διαμορφώσει τους όρους που θα δημιουργήσουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις πρώτα και κύρια για την πολιτική του οργάνωση και έκφραση των ιδιαίτερων συμφερόντων του, ως αποκλειστικό εργαλείο κοινωνικής εξέλιξης. Ωστόσο, άτομο και αυτονομία καθώς και ο πολιτικός φορέας αυτού, θα πρέπει ακόμη να λειτουργεί με όρους αστικού οργανισμού. Αυτή η αντίφαση είναι ωστόσο σημαντική παράμετρος. Να λειτουργεί με όρους αστικού κράτους, ανταποκρίνεται στην εσωτερική του δομή, έτσι ώστε η τελευταία να προσιδιάζει στην μορφή οργάνωσης της αστικής εξουσίας και των δικτύων εξουσίας που έχει να  αντιμετωπίσει.

Με την αναγκαία ιεραρχία, τους πειθαρχικούς μηχανισμούς, την οργάνωση αντίστοιχων δομών εξουσίας στα πλαίσια πάντα των δυνητικών συσχετισμών. Η οργάνωση με όρους αστικού οργανισμού-αστικής εξουσίας, θα επιτρέψει την υπονόμευση ως ένα βαθμό των μηχανισμών που χρησιμοποιεί το προωθητικό τμήμα της, για τον έλεγχο και την εξουδετέρωση των εμποδίων στην κοινωνική συνοχή. Μηχανισμοί εξουσίας, στους οποίους η συμμετοχή του ατόμου, θα του δώσει τη δυνατότητα να κατανοήσει εν μέρει το ρόλο τους μαζί μ’ αυτόν ποιους μηχανισμούς θα πρέπει να μεταρρυθμίσει  εκ βάθρων και ποιους να διατηρήσει ως αναγκαίους στην μεταβατική περίοδο για την δομική αναδιάρθρωση της κοινωνίας.

Θα πρέπει λοιπόν να υπογραμμίσουμε, πως το σχήμα που θέλει την αποκλειστική εξουσία να εντοπίζεται στον κρατικό μηχανισμό, είναι ατελές, καθώς αντιλαμβάνεται τον κρατικό μηχανισμό ως προνομιούχο χώρο και μοναδικό εργαλείο του συνασπισμού εξουσίας. Στην πραγματικότητα, η εξουσία δεν εξαντλεί τον ρόλο της με την αναπαραγωγή των μέσων παραγωγής/αναπαραγωγής.

Οι μηχανισμοί εξουσίας με εξαίρεση τον κρατικό μηχανισμό, είναι δημιουργήματα της εκάστοτε εξουσίας, μέσω των οποίων δύναται να προωθήσει την παραγωγικότητα της ανθρώπινης δραστηριότητας στο έπακρο, δεσμεύοντας με κάθε μορφή εξουσίας/μικροεξουσίας, ένα κομμάτι της ανθρώπινης υπόστασης, μεταθέτοντάς το στους μηχανισμούς αυτό-αναπαραγωγής. Πρόκειται για την πολιτική επανάσταση της αστικής τάξης, η οποία μεταφράζεται σε κοινωνική ηγεμονία. Στους μηχανισμούς εξουσίας εντάσσεται το κοινωνικό σώμα, τόσο αυτών που ασκούν εξουσία όσο και αυτών στους οποίους ασκείται η εξουσία και οι επιδράσεις της. Δεν την κατέχει ένα άτομο, αλλά πληθώρα μηχανισμών και υπο-μηχανισμών, στους οποίους ωστόσο υπερισχύει η κοινωνική διάρθρωση, καθώς δεν κατέχουν όλοι την ίδια θέση.

Την ίδια στιγμή που η αστική εξουσία συναρμολογείται από πλήθος συμπλεγμάτων και δικτύων διοχέτευσης της εξουσίας, εντάσσεται παράλληλα σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό πλαίσιο, απτό οποίο επηρεάζεται η κυρίαρχη μορφή εξουσίας, στην οποία μορφή παγιώνονται ή/και επιβάλλονται σχέσεις οικονομικής εξουσίας πρώτιστα, μέσα  που ποικίλλουν, από οικονομικής φύσεως έως στρατιωτικά. Με την κατάσταση κυριαρχίας, όχι απλά σταθεροποιούνται οι σχέσεις εξουσίας αλλά και δημιουργούνται οι όροι για την αποφυγή/απόκρουση κρίσης στην ηγεμονία. Στο πλαίσιο αυτό, η έννοια της ελευθερίας περιορίζονταν/ται και οριοθετούνταν/ται μονομερώς από την πλευρά της κυρίαρχης τάξης. Αν και ακρωτηριασμένη η ελευθερία αυτή στα πλαίσια των σχέσεων της εξουσίας, περιλαμβάνει ωστόσο και το στοιχείο της άνισης εξουσίας από την πλευρά του μέρους που δέχεται την επιρροή πάνω στην ελευθερία του και η εξουσία αυτή που διαθέτει, είναι η εξουσία της επιλογής. Επιλογής αντίστασης, χάραξη στρατηγικής με την επιλογή κατάλληλων τακτικών, οργάνωσης της ταξικής πάλης. Χωρίς αυτή τη δυνατότητα άσκησης περιορισμένης εξουσίας, θα σήμαινε ότι η έννοια της ασκούμενης εξουσίας από το Α στο Β, αποδομείται από τη στιγμή που το Β ως υποκείμενο δεν ανταποκρίνεται στις επιδράσεις αυτής ή θα σήμαινε πλήρη υποταγή στους μηχανισμούς εξουσίας, έχοντας αφομοιώσει τη στάση και πρακτική της κυρίαρχης τάξης  μετατρέποντάς την σε ατομική ή συλλογική συνείδηση.

Ακόμη είναι απαραίτητη η ανάλυση όλων των επιδείξεων των μελών μιας κοινωνίας ή μιας κοινωνικής ομάδας και πως η βάση των αντιφατικών επιδιώξεων είναι ακριβώς η θέση που κατέχει η κάθε κοινωνική ομάδα στον κορμό του κοινωνικού συνόλου. Και η τακτική του ατόμου, ή η τακτική της πρωτοπορίας μιας κοινωνικής ομάδας, θα πρέπει να βασίζεται στην επισταμένη μελέτη των σχέσεων μεταξύ των διαστρωματώσεων. Υπολογισμός των αμοιβαίων σχέσεων της αντικειμενικής βαθμίδας ανάπτυξης αυτής της κοινωνίας καθώς και υπολογισμός των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα σε αυτή και τις άλλες κοινωνικές ομάδες.

Στόχος της εξουσίας είναι η διατήρηση των κεκτημένων μέσα από ένα δίκτυο εξουσιών και μικροεξουσιών, που προωθούν, επιβάλλουν και σταθεροποιούν την ηγεμονία της με παράλληλη αναπαραγωγή αυτής. Στόχος για την αυτονόμηση της εξουσίας και την θεμελίωσή της σε νέα βαθμίδα, είναι η χειραφέτηση του ανθρώπου και η απελευθέρωση του από τα δεσμά της στεγανοποιημένης αντίληψης περί λειτουργίας των κοινωνιών. Για την επίτευξη του ανώτερου αυτού ανθρωπιστικού σκοπού, δεν αρκεί η κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από τον πολιτικό φορέα που επαγγέλλεται δομικές αλλαγές και η οικοδόμηση νέας κοινωνίας αλλά η ταυτόχρονη μετατροπή, υπέρβαση ή/και κατάργηση του δικτύου και των συμπλεγμάτων μικροεξουσιών που έχει δημιουργήσει η εξέλιξη αυτής της κοινωνίας, που δεν αποτελούν εξ ολοκλήρου και αποκλειστικό κομμάτι του κρατικού μηχανισμού αλλά λειτουργούν ως έμμεσοι ιμάντες προώθησης και αναπαραγωγής της εξουσίας. Μία υπέρβαση, κατάργηση ή τροποποίηση, που θα αποτελέσει βήμα για την τελική αποδέσμευση της εξουσίας από την σύμπηξη της με την κοινωνική λειτουργία ως όψιμη μορφή πολιτικής οργάνωσης της εξουσίας, συγχρόνως με τις ριζικές ανατροπές στην οικονομική δομή.

Οι σοσιαλδημοκράτες, αγνόησαν πλήρως την έννοια και τη δομή της εξουσίας. Βάση αυτού, παρερμήνευσαν τις οικονομικές εξελίξεις, με αποτέλεσμα να υιοθετήσουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, στο όνομα της ελευθερίας του ατόμου και των πρωτοβουλιών αυτού. Πλέον, βρισκόμαστε πολλά βήματα πίσω, καθώς το άτομο εκμηδενίστηκε και το κέρδος των αριθμών, θεοποιήθηκε από τις δυνάμεις της συντήρησης, στις οποίες προσχώρησαν με ελαφρά τη καρδία και οι ¨σοσιαλιστές¨.

Μισέλ Φουκώ, Εξουσία, γνώση, ηθική, εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, 1987

Νίκος Πουλαντζάς, Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, εκδόσεις, Θεμέλιο, Αθήνα, 2008,

Λουτσιάνο Γκρούππι, Η έννοια της ηγεμονίας στον Γκράμσι, εκδόσεις Θεμέλιο

Μισέλ Φουκώ, Η μικροφυσική της εξουσίας, εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, 1991

Μισέλ Φουκώ, Το μάτι της εξουσίας, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2008

Μισέλ Φουκώ, Το μάτι της εξουσίας, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2008

Το κράτος στην καπιταλιστική κοινωνία, Ράλφ Μίλιμπαντ, εκδόσεις Πολύτυπο, Αθήνα, 1987

Οι προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό και τα καθήκοντα της σοσιαλδημοκρατίας, Ε. Μπερνστάιν, Παπαζήση, 1996