Άμεσες Ξένες Επενδύσεις και Εθνική Ασφάλεια

Του Μελέτη Ρεντούμη

Είναι γεγονός πως με την αλλαγή της νέας ηγεσίας της χώρας και την ανάληψη της εξουσίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έχει δοθεί σημαντική έμφαση στην ανάπτυξη, την επιχειρηματικότητα και στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.

Οι άμεσες ξένες επενδύσεις όπως αναφέρονται συχνά στην βιβλιογραφία, αφορούν τις επενδύσεις αλλοδαπών επιχειρήσεων ή εταιρικών σχημάτων στην χώρα μας, είτε με φυσική εγκατάσταση γραφείων ή εργοστασίων, είτε με στόχο την πώληση χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.

Σε κάθε περίπτωση, οι επενδύσεις αυτές είναι απολύτως απαραίτητες για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, καθώς καλούνται να καλύψουν το παραγωγικό και επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε στην χώρα μας και αγγίζει τα 100 δις ευρώ, μέσα στην δεκαετία των Μνημονίων που διανύσαμε.

Παρόλα αυτά, η ανάγκη για σημαντικές ξένες επενδύσεις κυρίως από σημαντικές τρίτες χώρες που ανήκουν στις παγκόσμιες υπερδυνάμεις του G7 έχει και μία εθνική παράμετρο πέραν της αυστηρά οικονομικής.

Πρόκειται ουσιαστικά για ενίσχυση και θωράκιση της εθνικής ασφάλειας, μέσω της αύξησης του ΑΕΠ, των φορολογικών εσόδων, της χάραξης μίας κοινωνικής πολιτικής για αποκατάσταση του κοινωνικού ιστού, αλλά πρωτίστως για δημιουργία υπεραξιών και κερδών από επιχειρήσεις και πολυεθνικές χωρών όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, σε μακροχρόνιες επενδύσεις υποδομών καθώς και υψηλής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.

Η εκμετάλλευση της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας μας, σε συνδυασμό με ένα φιλικό επενδυτικό προφίλ και ένα σταθερό πολιτικό αλλά και φορολογικό περιβάλλον, αποτελούν την ικανή και αναγκαία συνθήκη, ώστε να καταστεί η χώρα μας σημαντικός κόμβος στην ΝΑ Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, ως προθάλαμος μεγάλων επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι μόνο.

Όσο η χώρα γίνεται αποδέκτης μεγάλων επενδύσεων οι οποίες με σχέδιο και με σταθερή προσήλωση στην μείωση της γραφειοκρατίας υλοποιούνται στρατηγικά, τόσο οι μεγάλες δυνάμεις ανεξάρτητα αν έχουν μεταξύ τους αντικρουόμενα συμφέροντα, αντιλαμβάνονται ότι η Ελλάδα αποτελεί ένα προνομιακό πεδίο επενδύσεων, με αποτέλεσμα να επιδιώκουν την πολιτική σταθερότητα και να μην αφήνουν εύκολα για παράδειγμα την Τουρκία, που αποτελεί την σημαντικότερη απειλή για την χώρα μας, να διαταράσσει την οικονομική προοπτικής της χώρας με την κούρσα των εξοπλισμών που έχει επιδοθεί, καθώς και με τις συνεχόμενες παραβιάσεις στην ελληνική και την κυπριακή ΑΟΖ.

Η παραπάνω λογική δεν σημαίνει κατ’ανάγκη ότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν έχουν συμφέροντα στην Τουρκία ή δεν επιδιώκουν να έχουν διμερείς εμπορικές σχέσεις, αλλά σημαίνει πρωτίστως ότι η χώρα μας ως ισότιμο μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης έχει πολύ περισσότερα να δώσει σε όρους σταθερότητας και ανάπτυξης, από μία τουρκική οικονομία που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε ένα καθεστώς υψηλών διακυμάνσεων, νομισματικών υποτιμήσεων, αλλά και εσωτερικών διώξεων.

Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα οφείλει να ακολουθήσει μία πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, δημιουργώντας σταθερές συμμαχίες και εκτός της Ευρώπης, γνωρίζοντας παράλληλα ποιοι είναι οι στρατηγικοί της εταίροι σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, με στόχο αφενός την οικονομική της ανάκαμψη και αφετέρου την θωράκιση των εθνικών της συμφερόντων.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός