Δυο χρόνια ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ- Το βασικό λάθος του Αλέξη Τσίπρα

Του Νίκου Λακόπουλου

Η  πολιτική αλαζονεία του ΣΥΡΙΖΑ εκφράστηκε πολύ πριν τη νίκη στις εκλογές. Από την εποχή του Αλαβάνου και του «Καλώς τα παιδιά» και του «Προτιμώ να πέσω στο τρένο, παρά να συνεργαστώ με  το ΠΑΣΟΚ». Την εποχή εκείνη αποκαλύπτει –ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα (Αλίκη Χατζή- Λεωνίδας Κύρκος –Η τελευταία μάχη)- ο ιστορικός ηγέτης της Αριστεράς έσκιζε την Αυγή υπέρ ενός «δημοκρατικού μετώπου».

«Ως εδώ! Αυτό είναι ύβρις! Προσβολή! Ντρέπομαι για λογαριασμό τους!» φέρεται να είπε για το δίδυμο Αλαβάνου Τσίπρα και την «στρατηγική» τους.

Η «στρατηγική» της Μεγάλης Αριστεράς –ο αριστερός μεγαλοιδεατισμός- σχεδιάστηκε στα συντρίμια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στον οποίο πίστευαν ο Αλέκος Αλαβάνος και ο νεαρός Αλέξης. Ήδη ο τότε ηγέτης του Συνασπισμού ως Bοναπάρτης σχεδίαζε την εξαγωγή της σε όλη την  Ευρώπη. Το έργο ανέλαβε, ως ηγέτης πλέον της ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο Αλέξης Τσίπρας. Μόνο που πλέον δεν είναι διαδηλωτής κατά  της «παγκοσμιοποίησης», αλλά μέσα στα κάστρα του καπιταλισμού- ως εκπρόσωπος μιας καταχρεωμένης χώρας.

Η κατάκτηση της εξουσίας είναι πλέον αυτοσκοπός και περνά από την εξόντωση των όμορων πολιτικών χώρων ακόμα και σε συνεργασία με τμήμα της Δεξιάς. Ο ΣΥΡΙΖΑ μεταμορφώνεται σε ένα πολιτικό μόρφωμα που δεν ανήκει στο χώρο της  ανανεωτικής Αριστεράς, αλλά βρίσκει στον χώρο του ψευτοπατριωτισμού ιδεολογήματα με στόχο την εξουσία –ακόμα και με την συμπόρευση με την Εκκλησία.

Το «πρόγραμμα» αμβλύνεται. Η  λέξη «σοσιαλισμός» δεν υπάρχει και υπερτονίζεται η έννοια μιας Αριστεράς- χωρίς σαφή ιδεολογία.. Ο Αλέξης δεν απευθύνεται πλέον σε συντρόφους και συντρόφισσες, αλλά σε «Ελληνίδες και Έλληνες». Ο Καμμένος ανήκει στο μπλοκ της «αντίστασης».  Ο Κουβέλης ή το ΠΑΣΟΚ, όχι. Για πρώτη φορά μετά από παλιές –αιματηρές- δεκαετίες ο πολιτικός συναισθηματισμός κι ένας συγκινησιακός πολιτικός λόγος εμπλέκονται με τον τυχοδιωκτισμό της  εποχής Ζαχαριάδη στα όρια του τσαρλατανισμού, όπως απέδειξε η κωμωδία του Όχι.

Η φάκα

Η αντιμνημονιακή «στρατηγική» προσφέρεται για πολιτική κατανάλωση, αλλά δεν αποτελεί πολιτικό πρόγραμμα. Πολλοί θυμήθηκαν τους Γερμανούς, το Κούγκι- και τους …Πέρσες. Το πολιτικό κιτς –με ηρωίδες σαν  την Κωνσταντοπούλου  και την Ραχήλ Μακρή- αναπτύχθηκε στο έδαφος της αμορφωσιάς με ένα ανιστόρητο  κι ανεκδιήγητο τρόπο. Ώσπου ο ΣΥΡΙΖΑ –με την αντιμνημονιακή –αλλά -ντ-άλλων- έπεσε στη φάκα που είχε στήσει για τους αντιπάλους του.

Η βασική δομή του λόγου του Τσολάκογλου-«ευρέθην ενώπιον διλήμματος – επέλεξα το μικρότερο κακό – αισθάνομαι υπερηφάνεια»- θα αποτελέσει την βάση των λόγων του Αλέξη Τσίπρα. Όπως έγινε και με αυτούς  του Γιώργου Παπανδρέου, του Βαγγ. Βενιζέλου και του Σαμαρά. Η αλήθεια είναι αμείλικτη. Η ήττα βιώνεται με υπερηφάνεια.

Ποτέ πριν δεν ακούστηκαν τόσα πολλά για την πατρίδα, το «εθνικό συμφέρον» και την «περηφάνεια» του λαού. Μόνο που τα παραμύθια κάποτε τελειώνουν και δεν έχουν ένα ευτυχισμένο τέλος. Η «ελπίδα» χάθηκε πολύ νωρίς καθώς ποτέ πριν ένα κόμμα δεν έκανε τόσες τούμπες με την ευλυγισία ενός δερβίση. Η πολιτική αντικαθίσταται από ηθικολογία. Είναι ένα επικοινωνιακό παιχνίδι. Η  κωμωδία γίνεται μελόδραμα.

Η Ελλάδα παίχτηκε στα ζάρια και σώθηκε- όπως σώθηκε- την τελευταία στιγμή. Η συνέντευξη Βαρουφάκη δείχνει μια κυβέρνηση όπου άλλοι πάνε προς την Ευρώπη, άλλοι στη Μόσχα κι άλλοι στο Πεκίνο- χωρίς στρατηγική. Η πανωλεθρία εμφανίστηκε ως  νίκη της «πρώτη φορά στην κυβέρνηση» Αριστεράς –που αν αθροίσουμε όλα τα κόμματά της παίρνει 45-50%  των ψήφων. Κανένας από τους «νικητές» δεν κατάλαβε πως αυτή τη φορά η ήττα της Αριστεράς δεν είναι στρατιωτική ή πολιτική, αλλά ιδεολογική  και καθολική.

Ο αγώνας που άρχισε  με τους Αγανακτισμένους τέλειωσε με την νίκη της «Χρυσής Αυγής» -του μόνου συνεπούς «πατριωτικού αντιμνημονιακού πόλου»- που αν δεν είχε ηγέτη έναν πίθηκο θα είχε σαρώσει στις εκλογές. Ο αγώνας των Απογοητευμένων- αν δεν έχουν επιλέξει την αποχή-δεν έχει αρχίσει ακόμη. Ο Αλέξης έβαλε  το κάρο μπροστά από τα άλογα. «Δεν θα μπορείτε να βγείτε από το σπίτι σας» είχε πει. Τώρα δεν μπορεί να βγει ο ίδιος. Για πρώτη φορά μια κυβέρνηση κατάφερε να βγάλει γραβάτες και ψηλά τακούνια στους δρόμους.

Η διάσπαση του «δημοκρατικού μετώπου» ευνοεί την Δεξιά.  Αυτό συνέβη στην Ελλάδα, αυτό έφερε τον Χίτλερ στην εξουσία, αυτό φέρνει την ελληνική δεξιά στην κυβέρνηση και πάλι. Ο Λεωνίδας Κύρκος, ίσως είχε διδαχθεί από τα λάθη της Αριστεράς.  Τα ίδια λάθη την δεκαετία ΄60 –που έφεραν την χούντα, τα ίδια το ’50 με το «Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος». Τα ίδια λάθη το 1946, τα ίδια την δεκαετία ’20 «Τι βασιλεία, τι δημοκρατία!». Η αλαζονεία της εξουσίας χτύπησε πριν πάρει την κυβέρνηση η «αριστερή»- με τον Καμμένο σε ρόλο εγγυητή-επιτηρητή- κυβέρνηση. Η «αντιμνημονιακή» στρατηγική οδήγησε στη φάκα.

Το νέο σκηνικό

Η έκπληξη στις εκλογές  της «Νέας Δημοκρατίας» αναδιατάσσει το πολιτικό σκηνικό. Το θέμα δεν είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η πολιτική σκηνή με ραγδαίες εξελίξεις -κι άλλες τέτοιες εκπλήξεις- θα αλλάξει επειδή πρέπει να αλλάξει. O Kυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να μην καταφέρει να αλλάξει την Δεξιά, αλλά θα αλλάξει την Αριστερά. Τα σχήματα ευκαιρίας, όπως το Ποτάμι ή τα  απολιθώματα, όπως το ΠΑΣΟΚ, θα εξαφανισθούν. Αυτό όχι μόνο δεν σημαίνει πως η λεγόμενη Κεντροαριστερά- ο χώρος της δημοκρατικής Αριστεράς θα εξαφανισθεί, αλλά θα αναζητήσει μια νέα πολιτική έκφραση.

Οι νέες δημοσκοπήσεις- μετά την εκλογή Μητσοτάκη- δείχνουν προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας, εξαφάνιση κομμάτων και αλλαγές που δεν επηρεάζουν πολύ το πολιτικό σκηνικό. Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας δεν εκφράζεται από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα -που συγκεντρώνουν μαζί ανάλογα με την δημοσκόπηση 33-50%- αλλά ούτε από όλα μαζί τα κόμματα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται ως κατάλληλος πρωθυπουργός από τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά με 41% πιο κατάλληλος είναι ο …Κανένας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε συσπειρώσει ποτέ στην πραγματικότητα παρά ένα ποσοστό 17-27% που στις εκλογές του έδινε ένα 35-36% και χάρη στο μπόνους των 50  εδρών και με δεκανίκια  σχημάτισε μια ασταθή κυβέρνηση που ελπίζει να την στηρίξει ο Λεβέντης. Διαβάζοντας αντίστροφα τις δημοσκοπήσεις μετά τον Μιχαλολιάκο και τον Καμμένο τα πιο αντιπαθή πρόσωπα στην Ελλάδα είναι ο Σταύρος  Θεοδωράκης, ο Δημήτρης Κουτσούμπας, η Φώφη Γεννηματά και ο Αλέξης Τσίπρας με 60% αρνητικές ψήφους. Τα πιο συμπαθή ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Βασίλης Λεβέντης.

Φυσικά δεν είναι  τα πρόσωπα, ούτε τα κόμματα, που καθορίζουν την κοινωνία -συνήθως-, αλλά το αντίστροφο. Όλα κρίνονται στην οικονομία. Κι αν δούμε τι συμβαίνει εκεί θα πρέπει να περιμένουμε ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις- πιο ραγδαίες κι από όσο φανταζόμαστε. Τουλάχιστο αυτό λέει η δικηγόρος με το ψηλό τακούνι και ο γιατρός με τη γραβάτα, που είχε καιρό να κατέβει σε διαδήλωση. Όχι επειδή δεν έχει ταξική συνείδηση, όπως θάλεγε ο Σκουρλέτης, αλλά επειδή έχει ταξική συνείδηση και κινδυνεύει σε λίγο να έχει συνείδηση, αλλά να μην έχει …τάξη.

 

Δημοσιεύτηκε στις 20 Γενάρη 2016 στο ΑΠ