Η απίστευτη προχειρότητα του δημοσίου

Toυ Μελέτη Ρεντούμη

Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που καλείται να φέρει εις πέρας αλλά και να βελτιώσει η εκάστοτε κυβέρνηση πέρα από την όποια δημοσιονομική προσαρμογή και τα Μνημόνια που οφείλει να τηρήσει, είναι η καθημερινότητα του πολίτη μέσα από τις προσφερόμενες υπηρεσίες, την εξυπηρέτηση και την ευρύτερη λειτουργία του δημοσίου τομέα και της δημόσιας διοίκησης στην χώρα.

Παρά το γεγονός ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξούσε ως η πρώτη αριστερή κυβέρνηση να φέρει ένα κράτος πιο φιλικό και προσαρμοσμένο στις ανάγκες των πολιτών, τελικά μετά από σχεδόν 3 χρόνια παραμονής στην κυβέρνηση, οι παθογένειες του δημοσίου όχι μόνο παραμένουν, αλλά αυξάνουν δραματικά, ταλαιπωρώντας καθημερινά χιλιάδες συμπολίτες μας.

Είναι δεκάδες οι περιπτώσεις καθυστερήσεων και παλινωδιών από το Δημόσιο με σαφή ευθύνη των αρμοδίων υπουργείων, καθώς αντί να δίνονται λύσεις, συνεχίζεται η επικοινωνιακή τακτική της μετάθεσης ευθυνών από την κυβέρνηση σε συγκεκριμένες υπηρεσίες ή αντίστοιχα σε Δήμους ώστε όλοι τελικά να βρίσκονται στο απυρόβλητο.

Ας θυμηθούμε την περίπτωση των τελών κυκλοφορίας, που από την αρχή του έτους πηγαινοέρχονταν μελέτες βάσει των οποίων θα άλλαζαν όλα, με την σύνδεση των τελών με την τρέχουσα αξία των οχημάτων και θέσπιση νέων κριτηρίων με τα κυβικά, την παλαιότητα αλλά και την ρύπανση του περιβάλλοντος.

Τελικά επειδή δεν βρέθηκε μετά από ένα σχεδόν χρόνο ο κατάλληλος αλγόριθμος η κυβέρνηση προσανατολίζεται, μετά την αναστάτωση σε όλη την αγορά, να μην αλλάξει τίποτα και να συμφωνήσει με τους θεσμούς να εισπράξει εκ του ασφαλούς τα αντίστοιχα ποσά με πέρυσι για να πετύχει το πρωτογενές πλεόνασμα που έχει συμφωνηθεί.

Στην συνέχεια είχαμε την περιβόητη υπόθεση με την εξίσωση στην αγορά ακινήτων, των εμπορικών με τις αντικειμενικές αξίες, μία διαδικασία που συνεχίζει να επιβαρύνει άδικα, χιλιάδες πολίτες μέσω του ΕΝΦΙΑ, ενώ η κυβέρνηση καθυστερεί εσκεμμένα την εφαρμογή του νέου δικαιότερου μέτρου ώστε να μην απωλέσει έσοδα, εις βάρος της μεσαίας τάξης.

Πάρα πολλά ακίνητα σε μεσοαστικές περιοχές της Αθήνας, έχουν τουλάχιστον διπλάσια αντικειμενική από την εμπορική αξία με σημαντικές επιβαρύνσεις στον τελικό λογαριασμό της συνολικής περιουσιακής κατάστασης των νοικοκυριών.

Ενώ είχε συμφωνηθεί να είναι όλα έτοιμα μέσα στο 2017, σταδιακά η συμφωνία μετατίθεται στο 2018 και μάλιστα μετά το πρώτο τρίμηνο όπως αναφέρουν διάφορες πηγές.

Εκτός αυτού, στα πλαίσια της καταπολέμησης  της φοροδιαφυγής η κυβέρνηση για να δημιουργήσει κουλτούρα συλλογής αποδείξεων, έχει ανακοινώσει εδώ και πολύ καιρό την διενέργεια λοταρίας όπου κάθε μήνα θα δίνει 1.000 ευρώ σε 1.000 τυχερούς συμπολίτες μας μέσω κλήρωσης για e-αποδείξεις από συναλλαγές με χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες.

Ακόμα και σε αυτό η κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη, δεν έχει κανένα σύστημα στα χέρια της και δηλώνει ότι αναμένει από τις τράπεζες στοιχεία ηλεκτρονικών συναλλαγών.

Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και αν οι τράπεζες είχαν την δυνατότητα να αποστείλουν τα στοιχεία πολύ πιο νωρίς, πάλι η Αρχή Δημοσίων Εσόδων και το Υπουργείο Οικονομικών δεν ήταν έτοιμοι για να τρέξουν την κλήρωση που είχε προγραμματιστεί για τον Οκτώβριο και πλέον μετατίθεται με άγνωστο ορίζοντα.

Τέλος, περνάμε στο απόλυτο φιάσκο των τελευταίων ημερών που δεν είναι άλλο από την έκδοση του ηλεκτρονικού εισιτηρίου και των προσωποποιημένων μηνιαίων καρτών.

Η κυβέρνηση προσπάθησε δυστυχώς να καλυφθεί μέσω κατηγοριών προς την Αρχή Προστασίας Δεδομένων, ότι δεν ενέκρινε σχετική εφαρμογή στο διαδίκτυο για την εξυπηρέτηση των πολιτών, κάτι που έχει διαψευστεί ρητώς και γραπτώς.

Οι ατελείωτες ουρές και τα άστοχα δικαιολογητικά όπως ο ΑΜΚΑ για την έκδοση ενός απλού εισιτηρίου, δημιούργησαν στα κεντρικά εκδοτήρια τριτοκοσμικές καταστάσεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν επιτεύχθηκε καν η ηλεκτρονική έκδοση ενός και μόνο εισιτηρίου καθώς ήδη ισχύει η προαγορά μόνο 5 εισιτηρίων μέσω του συστήματος.

Η απώλεια εσόδων του ΟΑΣΑ και του Δημοσίου ευρύτερα από την μεγάλη καθυστέρηση στην εφαρμογή του ηλεκτρονικού συστήματος ανέρχεται σε δεκάδες εκατ. ευρώ γεγονός που σημαίνει νέα επιβάρυνση των καταναλωτών και επιβατών λόγω της κακής διαχείρισης από πλευράς Δημοσίου.

Θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε δεκάδες άλλες περιπτώσεις, αλλά κάναμε τις πιο ενδεικτικές επιλογές που φανερώνουν την ανεπάρκεια του δημοσίου τομέα καθώς το πρόβλημα δεν βρίσκεται τόσο στα στελέχη του Δημοσίου όσο στην έλλειψη πραγματικής πολιτικής βούλησης για την επίλυση των καθημερινών προβλημάτων.

Είναι σαφές ότι αν η κυβέρνηση συνεχίσει να αντιμετωπίζει τον ελληνικό λαό περισσότερο ως πελάτες και λιγότερο ως φορολογούμενους πολίτες με δικαιώματα, τα φαινόμενα προχειρότητας, ανεπάρκειας και διαφθοράς θα συνεχίσουν να ταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία για πολλά ακόμη χρόνια.

 

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός