Θέλουν όλοι στον ΔΟΛ να σωθεί η παρτίδα; 

Του Γ. Λακόπουλου

Ένα ακόμη ρεκόρ στην πολυετή ιστορία του απέσπασε ο ΔΟΛ: εφημερίδες του  ΔΟΛ έγιναν οι πρώτες στην ιστορία του Τύπου που αρθρογραφούν …εναντίον τους. Η άσκηση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας από τον Ψυχάρη να τοποθετήσει επικεφαλής των εφημερίδων όποιον κρίνει  ο ίδιος παραλίγο να τεθεί σε…δημοψήφισμα. Επιστροφή στα σοβιέτ…

Η πρόσκληση Μουλόπουλου δεν αξιολογήθηκε από ορισμένους με κριτήριο τις πιθανότητες επιβίωσης  που μπορεί να περιέχει, αλλά με κριτήρια πολιτικής γραμμής.  Σα να μην έχει ο εκδότης το δικαίωμα να ορίζει την εκδοτική πολιτική. Ή σαν να μην θέλουν όλοι να σωθεί η παρτίδα.

Δεν έλειψε και η υποκρισία από όσους βγήκαν στο κλαρί -όταν όλοι γνωρίζουν σε ποιες αυλές “είθισται προσφοιτάν”.  Αλλά δημοσιογραφία που δηλώνει  ‘εγώ είμαι με αυτόν που είναι θεός και  γράφω  εναντίον του  άλλου που είναι δαίμονας”  δεν είναι δημοσιογραφία. Είναι διατεταγμένη υπηρεσία.

Με το αζημίωτο πάντα. Προβεβλημένοι ρόλοι και νταλαβέρια με τον καλό κόσμο “νταβατζήδων” που απομυζούν από δεκαετίες τον κρατικό προϋπολογισμό, τα κοινοτικά κονδύλια και το τραπεζικό χρήμα. Στον κόσμο όσων δεν είναι ακριβώς  επιχειρηματίες στο χώρο των ΜΜΕ. Έχουν μέσα ενημέρωσης για να είναι επιχειρηματίες σε άλλους χώρους, κηδεμονεύοντας πολιτικούς και δια της προβολής  -πέραν του χρήματος. Αυτό είναι ο ορισμός της διαπλοκής.

Σ’ αυτό το πλαίσιο η κρίση στον ΔΟΛ είχε  και εντυπωσιακά φαινόμενα. Λειτούργησαν προσωπικοί μηχανισμοί που στην ψυχολογία ονομάζονται προβολές. Κάποιοι προβάλλουν σε άλλους τις δικές τους κακές ιδιότητες. Χρεώνουν αλλού τα χαρακτηριστικά τους, τις αμαρτίες τους, την κουλτούρα της συναλλαγής και της καριέρας υπέρ των ισχυρών. Σα να μην θέλουν να πιστέψουν ότι κανένα πάρτι δεν διαρκεί αιώνια.

Όλα τα κατεστημένα έχουν το ίδιο χαρακτηριστικό: κάνουν όσους μετέχουν να πιστεύουν ότι είναι πανίσχυροι και  θα είναι αιώνιοι. Αυτός είναι ο ορισμός της αλαζονείας.

Αυτοί οι μηχανισμοί προβολής ήταν το πρώτο εμπόδιο που βρήκε μπροστά του ο Βασίλης Μουλόπουλος επιστρέφοντας στο Συγκρότημα. Το  δεύτερο ήταν η προσπάθεια να επικρατήσει η εντύπωση ότι “τον έστειλε ο Τσίπρας για να αλώσει τον Τύπο”.  Και αυτό προβολή είναι για όσους αισθάνονται κάθε φορά σαν απεσταλμένοι κάποιου για να νουθετήσουν και να κατευθύνουν τους κοινούς θνητούς που δεν καταλαβαίνουν ποιο είναι το σωστό και ποιο είναι το λάθος.  Να τους προειδοποιήσουν ότι κλονίζεται το καθεστώς.

Δεν έχουν άδικο από τη πλευρά τους. Απλώς το δικό τους σωστό είναι σωστό για τους λίγους και ευνοημένους και λάθος για τους πολλούς και αδικημένους.  Αν οι τελευταίοι δεν είχαν την κακή συνήθεια  να ψηφίζουν- δηλαδή να μην ψηφίζουν “εμάς”- ποιος θα τους λογάριαζε. Τώρα κάποιος πρέπει να τους λέει  τι πρέπει να κάνουν.

Αλλά το φαινόμενο των ημερών σε ό,τι αφορά τον ΔΟΛ δεν ήταν η απόφαση Ψυχάρη να αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού στην επιχείρησή του, όπως έχει απόλυτο δικαίωμα. Ούτε καν οι αντιδράσεις  όσων είχαν κομποδέσει τη φιλονεοδημοκρατική γραμμή του ΔΟΛ. Ήταν οι  αντιδράσεις των κομμάτων.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης η Φώφη Γεννηματά  στη γραμμή που έδωσε πριν ο Βαγγέλης Βενιζέλος και  ο Σταύρος– αλλά και το ΚΚΕ για διαφορετικούς λόγους- επιτέθηκαν στον … Τσίπρα για τις αλλαγές. “Όχι στην άλωση” φώναζαν και αν δεν ήξερε κάποιος θα νόμιζε ότι μιλούν για την Πόλη, ντυμένοι  Παλαιολόγοι.

Το δικαίωμα ενός εκδότη, ιδιώτη επιχειρηματία, να κάνει τις κινήσεις  που ο ίδιος κρίνει -πόσο μάλλον που αυτές οι κινήσεις συνιστούν διόρθωση πορείας και αποκατάσταση του παραδοσιακού ρόλου των εντύπων του – βρέθηκε στο στόχαστρο πολιτικών κομμάτων, σε μια  ευρωπαϊκή χώρα. Ανήκουστο.

Αλλά και εξηγήσιμο. Τα τελευταία χρόνια συγκεκριμένοι πολιτικοί παράγοντες θεώρησαν ότι είχαν στο τσεπάκι τον ΔΟΛ. Πρώτα γιατί είχε εκτραπεί  από το φυσικό του  χώρο, από τον Ψυχάρη – υπό την επήρεια συγκεκριμένων προσώπων. Δεύτερο γιατί είχαν ρόλο.

Σε  έναν εκδοτικό οργανισμό που η δουλειά του είναι η ενημέρωση και η δημοσιογραφία κάποιοι έκαναν πολιτική και πολιτικό παιχνίδι. Οι μηχανισμοί συγκεκριμένου κόμματος επέβαλαν συμπεριφορές  με σκοπό να ενισχύσουν θέση του έναντι του αντιπάλου του.

Παρότι οι φυσικοί χώροι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΔΟΛ στην κοινωνία τέμνονται -κατά κάποιο τρόπο σε μεγάλο μέρος το αναγνωστικό κοινό του Ψυχάρη ήταν το πολιτικό κοινό του Τσίπρα – κάποιοι επέβαλαν τη ρήξη και το διαχωρισμό. Οι αναγνώστες δεν ήθελαν τις εφημερίδες και οι εφημερίδες δεν ήθελαν τους αναγνώστες.

Το Συγκρότημα στην ουσία μετείχε στην πολιτική εκστρατεία της Δεξιάς ακυρώνοντας τον εαυτό του, ως φορέας ενταγμένος στη δημοκρατική παράταξη στην οποία ανήκουν το ΠΑΣΟΚ, ο  ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και τα κεντρώα σχήματα – κατά το ορισμό του Ανδρέα Παπανδρέου στην πολιτική και των Δημήτρη και  Χρήστου Λαμπράκη στη δημοσιογραφία.

Από τις σελίδες των εφημερίδων του άρχισαν να πλασάρονται οι πιο ακραίοι πολιτικοί της ΝΔ και ταυτόχρονα οι πολιτικοί της δημοκρατικής παράταξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε και πολλά. Ο ΔΟΛ έχασε τους αναγνώστες του.

Όταν ο Ψυχάρης αποφάσισε να σταματήσει την εκτροπή, αρχίσαν οι οιμωγές από τους τεθλιμμένους συγγενείς της Δεξιάς και τα κόμματα του συντηρητικού τόξου που ζητούν να έχουν λόγο σε ένα εκδοτικό συγκρότημα.

Δεν ξέρουμε με ποιες προϋποθέσεις, οικονομικές κυρίως, μπορεί ο Μουλόπουλος να συμβάλει στη ανάταξη του ΔΟΛ και ο ίδιος δεν δείχνει ιδιαίτερα αισιόδοξος. Δεν είναι καλά τα πράγματα- και ο Ψυχάρης δεν θα καταθέσει εύκολα τα όπλα.

Αλλά αυτό που θα κρίνει τη συνέχεια- αν υπάρξει συνέχεια-  θα είναι το προϊόν που θα παράγεται εφεξής: επάρκεια στο ρεπορτάζ και επιστροφή στις αρχές της δημοκρατικής παράταξης με αντιλεξικό πρόσημο.  Όσοι θέλουν πραγματικά να επιβιώσουν οι εφημερίδες ξέρουν τι πρέπει να κάνουν.

Ότι το πολιτικό αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης πέφτει βαρύ κυρίως στη ΝΔ και σε όσους έκαναν κηρύγματα υπέρ της σε ξένο αχυρώνα είναι κατανοητό και παραπέμπει στον  Ψαλμό του Δαβίδ:” Ἐπὶ τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν καὶ ἐκλαύσαμεν ἐν τῷ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς Σιών”.