Ο Τσίπρας στην Κ.Ο.: Τρία συν και τρία πλην

Του Γ. Λακόπουλου

Εκ των πραγμάτων η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του Σύριζα είχε πολιτικό ενδιαφέρον και η αποτίμησή της έχει την αξία της.  Ήταν μια παρέμβαση με δύο όψεις- όπως συνηθίζει, άλλωστε ο Πρωθυπουργός.

Αν ήθελε να αξιολογήσει κανείς το περιεχόμενο της τμηματικά, θα εντόπιζε τρία θετικά και τρία αρνητικά στοιχεία:

Το πρώτο από τα θετικά ήταν η επίδειξη  σκηνικής υπεροχής συγκρινόμενος με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ο Τσίπρας παραμένει έτη φωτός μπροστά από τον αντίπαλό του σ’ αυτό το επίπεδο. Ο λόγος του  είναι μεστός, έχει δομή και συνειρμό, διαθέτει ηχόχρωμα και σωστή εκφορά, ευπρέπεια και συγκινησιακά στοιχεία και τελικά είναι το σημαντικότερο όπλο του κόμματος του. Ειδικά με τον Κυριάκο απέναντι είναι σαν να κλέβει εκκλησιά.

Δεύτερο θετικό ήταν η αποτίμησή του για το πλεόνασμα του 2016  το οποίο απέδωσε στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, της σπατάλης και της μίζας. Πράγματι αν εκλείψουν αυτά τα στοιχεία από τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος φτάνει και περισσεύει για να κάνει το κράτος τη δουλειά του.

Ή αλλιώς: η ρεμούλα ήταν που έφερε τη χρεοκοπία καθώς πολλά λεφτά λοξοδρομούσαν σε τσέπες. Τα φάγανε τα λεφτά, πατριώτη .Όταν πάνε στο σκοπό τους οι δημόσιοι και κοινοτικοί πόροι, αποδίδουν.

Το τρίτο  θετικό στοιχείο ήταν η διαφαινόμενη πρόθεσή του να κάνει στροφή προς τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, να εγκαταλείψει την λογική της διανομής και να αναζητήσει τρόπους αύξησης της παραγωγής και ανάπτυξης με επενδύσεις και αξιοποίηση των προϋποθέσεων στον μη κρατικό χώρο του οικονομικού ιστού της χώρας.

Αυτό σε συνδυασμό με τη διαβεβαίωση ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2019 – που από μόνο του είναι ικανό να κατευνάσει τους βουλευτές και να εξασφαλίσει κυβερνητική σταθερότητα ως το τέλος του Μνημόνιού- είναι στοιχεία που δημιουργούν τα ήρεμα νερά που χρειάζεται η χώρα εφεξής.

Εδώ πρέπει να μπει τελεία στην ικανοποίηση που προκαλούν αυτές οι επισημάνσεις όταν γίνονται από πρωθυπουργό.

Στο δεύτερο μισό της ομιλίας του Τσίπρας διολίσθησε στις τετριμμένες υπερβολές, ανακρίβειες και  αοριστίες για να ικανοποιήσει το ακροατήριό του. Το πιο αρνητικό από όλα ήταν η θέση του ότι “υποχρέωσε τους δανειστές να υποχωρήσουν”, χαρακτηρίζοντας τους αντίπαλους που προσπαθούν να πάρουν τα λεφτά τους πίσω.

Ουδέν ανακριβέστερο. Τα λεφτά τους θα τα πάρουν, ούτως ή άλλως, γιατί πρόκειται για διμερή δάνεια με ρήτρες. Επιπλέον δεν υπάρχει καμία υποχώρηση εκ μέρους τους γιατί δεν υπήρξε καμία σύγκρουση μεταξύ των δυο πλευρών.

Οι δανειστές έγιναν δανειστές επειδή είναι εταίροι, και ως εταίροι θέλουν να μείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη.  Αν πάψουν να το θέλουν δεν θα μείνει, ούτε  θα  “ηττηθούν” από κανέναν Κουταλιανό.

Δεύτερο αρνητικό στοιχείο ήταν η παράθεση “μεταρρυθμίσεων” που δεν έγιναν ποτέ, όπως στη παιδεία και στη διοίκηση, ούτε  μπορούν να νοηθούν ως μεταρρυθμίσεις οι αλλαγές επί των άλλων που σχεδιάζουν οι σημερινοί διάδοχοι των χθεσινών αποτυχημένων υπουργών.

Επιπλέον, όταν μιλάει για … επενδυτικό πρόγραμμα, τη στιγμή που δεν είναι σε θέση να ξεκολλήσει ούτε καν το Ελληνικό, δεν είναι αξιόπιστος.

Το τρίτο αρνητικό σημείο είναι ότι και πάλι απουσίαζε αυτό που πρέπει να περιλαμβάνει σε βαθμό μονοτονίας κάθε δημόσια  παρέμβαση του Πρωθυπουργού: ότι ο δρόμος είναι μακρύς. Δεν υπάρχουν  λύσεις και πρέπει να τις βρούμε. Δεν θα πετύχουμε τίποτα χωρίς σκληρή δουλειά.

Αυτή είναι η αλήθεια. Εμφανιζόμενος ως κομιστής ευκολων λύσεων και  υποσχόμενος έξοδο από την”επιτροπεία” και την κρίση σύντομα, επαναλαμβάνει τον χειρότερο Σαμαρά και αυτό δεν βοηθάει την κοινωνία να καταλάβει που βρίσκεται στην πραγματικότητα η χώρα.

Κατά τα λοιπά ήταν μια πολιτική ομιλία που μπορούσε να ακούσει ευχάριστα κάνείς, καθώς είχε επίπεδο και τέμπο. Αλλά σ’ αυτές τις ομιλίες δεν αρκεί να κάνει ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης  αλοιφή τον αντίπαλο του.

Όταν εμφανίζεται ως Ιανός με μισές αλήθειες, που θολώνει την πραγματικότητα και αποπροσανατολίζει την κοινωνία.