Παρελάσεις και εορτές. Πάλι!

Του Μάνου Στεφανίδη

Διατυπώνεται κάθε χρόνο τέτοιες μέρες πολύ εύγλωττα το λογικό αίτημα για την κατάργηση των παρελάσεων αλλά φοβάμαι πως δεν θα συμφωνήσω. Κι όχι από μιλιταριστικό πνεύμα ή υπέρ άγαν φιλοπατρία. Ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο να πονάει και να αγαπάει τον τόπο του. Τη πατρίδα του. Όμως επειδή έχουμε αποστερηθεί ως πολιτικό σώμα τα στοιχειώδη σύμβολα και σημεία αναφοράς, με εξοβελιστέες ή αναθεωρήσιμες τις έννοιες του έθνους και της πατρίδας, πριν βιαστούμε να καταργήσουμε τις παρελάσεις, ας βρούμε κάτι εξίσου θεατράλε και συμμετοχικό, πάνδημο και γιορταστικό για να τις αντικαταστήσουμε. Αν μη τι άλλο στο συλλογικό φαντασιακό.

Διερωτώμαι τί το κακό με τους χαζομπαμπάδες που σήμερα θα φωτογραφίζουν τα βλαστάρια τους κρατώντας την σημαία και ακούγοντας τον Ύμνο; Τί το αναχρονιστικό που τα δημοτικά και τα γυμνάσια θα παρελάσουν εμπρός σε γονείς και φίλους στις πλατείες όλης της χώρας εις ανάμνηση των αγώνων του 21;

Αν είναι πολύ ρηχό και άνευρο μέσο για να μιλήσει κανείς για την ταυτότητα ή την ιστορία, παραμένει, φοβούμαι, ένα από τα τελευταία. Και δεν υπάρχει γελοιοδέστερη αντίδραση από τους ελάχιστους κολλημένους που φωνάζουν με ξεθυμασμένα αριστερά ανακλαστικά εναντίον των επίσημων. Αύριο είναι Εθνική Εορτή. Ακόμη. Και αναφέρεται σε μιαν Επανάσταση. Ηρωική όσο και κακοφορμισμένη. Αλλά και στην ανάγκη για συνέχεια. Όχι άλλων αλλά τη δική μας συνέχεια. Σε έναν κόσμο επιθετικών, παράλογων εθνικισμών. Σε μιαν εποχή που δεν πιστεύει πια κανείς τίποτε και κανέναν.

Οι μαθητικές παρελάσεις ας είναι η τελευταία μας παραχώρηση προς την συντήρηση και τον αναχρονισμό! Οι εορτάζοντες και παρελαύνοντες πιτσιρίκοι – αυτοί τουλάχιστον – αισθάνονται ήρωες για μιαν ώρα (το θέμα μου στην αποψινή ομιλία στο Ίδρυμα Νιάρχος. Η γέννηση του ήρωα και άλλα τερπνά ή φοβερά και το διαρκές μας δικαίωμα στην επανάσταση και το εορτάσιμο πένθος της).

 Ήρωες για μια Μέρα

Απόψε στο Ίδρυμα Νιάρχου στις 6 μ.μ επιχειρώ έναν στοχασμό πάνω στις υπόρρητες πλην διαρκείς σχέσεις της επανάστασης και της τέχνης, το αδιανόητο για τους πολλούς ’21 αλλά και την μαγική, ηρωοποιητική του δυνατότητα. Με τους δαίμονες και τους αγγέλους του.
Δικαιώθηκε, καλλιτεχνικά τουλάχιστον, η Παλιγγενεσία ή παραμένει ακόμη ημιτελές πένθος που κακοφορμίζει; Υπήρξαν αληθινά ο Μακρυγιάννης και ο Θεόφιλος ή είναι κατασκευές μιας ιδεοληψίας σαν το Κρυφό Σχολειό; Και ο πίνακας του Γύζη, ένα ακόμα εθνικό ψεύδος κι αυτός;

Επίσης η ομιλία θα αναφερθεί στις σχολικές γιορτές αλλοτινών εποχών όπου οι μικροί μαθητές υποδύονταν τους Ήρωες για μιαν – πολύτιμη και μοναδική – ώρα. Έπειτα οι πιτσιρίκοι με τα θαμπωμένα μάτια μεγάλωναν και βυθίζονταν ολόσωμοι στην πιο αντιηρωική καθημερινότητα. Την πιο συμβατική κορεκτίλα. Ο Ανδρούτσος δεν ήταν ήρως! Αυτό βολεύει περισσότερο (εξάλλου ούτε κι ο Αγιοβασίλης υπάρχει).

Είχαν όμως υπάρξει εκείνοι οι μπόμπιρες, οι κουρεμένοι εν χρω, Μπουμπουλίνες και Παπαφλέσσες …έστω για λίγο χρόνο. Επειδή δεν επιβιώνουν οι κοινωνίες χωρίς τα καταγωγικά τους σύμβολα, χωρίς τους μύθους τους. Χωρίς να ονειρεύονται σταθερά τους ήρωες τους. Χωρίς την ποίηση να υπερβαίνει τη ζωή. Όλα τ’άλλα, τα γράφει η ιστορία…