Τι σημαίνει “ο κύκλος του ΣΥΡΙΖΑ έκλεισε”: Ανανέωση, ανασυγκρότηση, επανίδρυση ή νέος ριζοσπαστικός φορέας;

Του Νίκου Λακόπουλου

Μετά την ήττα της «στρατηγικής της απλής αναλογικής» ο ΣΥΡΙΖΑ έθεσε στον στόχο να μην υπάρξει παντοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας, αλλά ηττήθηκε πάλι.

Τώρα πια ο στόχος είναι να παραμείνει βασικός κορμός της δημοκρατικής παράταξης με την υποψία πως αν ξαναγίνουν εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ θα πέσει κι άλλο.

Το βασικό συμπέρασμα από τις νέες εκλογές είναι πως το άθροισμα των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης δεν φτάνει ούτε το 30% πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχει για τα επόμενα χρόνια κυβερνητική προοπτική για κανένα από τα δυο κόμματα -ακόμα και αν συνεργασθούν.

Η Νέα Δημοκρατία έχασε δυνάμεις προς τα δεξιά της που αναπλήρωσε παίρνοντας ένα ποσοστό 5% απευθείας από τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν μετακινήθηκε στο ΠΑΣΟΚ.

Η δημοκρατική παράταξη παίρνει χαμηλότερα ποσοστά από την δεξιά, η δύναμη της Νέας Δημοκρατίας υπερβαίνει το άθροισμα των ψήφων ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ και μια νέα δεξιά αντιπολίτευση δημιουργεί την αίσθηση πως η μάχη θα δοθεί πλέον ανάμεσα στη Κεντροδεξιά και την ανερχόμενη Ακρο-παλαιο-νεο-δεξιά.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έγινε ποτέ λαϊκό κόμμα

Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε κάποτε 35% -ένα ποσοστό που δεν εξασφαλίζει και την εξουσία, αλλά δεν έγινε ποτέ λαϊκό κόμμα, ούτε το επιχείρησε. Προτίμησε με ένα εκβιαστικό τρόπο αντί να ακολουθήσει το λαό να του επιβάλει τις κομματικές επιλογές με αλαζονία.

Τα σημάδια της αδυναμίας του υπήρχαν όταν δεν κατάφερε ποτέ να υπάρξει δυναμικά στα συνδικάτα, την τοπική αυτοδιοίκηση και τα πανεπιστήμια, ενώ σταθερά τα τελευταία τέσσερα χρόνια ένα ποσοστό 64-67% που μεγάλωσε απότομα μπροστά στην κάλπη είχε αρνητική εικόνα για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Τελικά τον αγώνα για την εκπροσώπηση του «Κέντρου» κέρδισε ο Μητσοτάκης που είναι πιο δημοφιλής από τον Αλέξη Τσίπρα και τον Νίκο Ανδρουλάκη στον χώρο που άλλοτε ψήφιζε Ανδρέα Παπανδρέου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ όταν έχασε τις εκλογές το 2019 πήρε θέση μάχης για να αντιμετωπίσει έναν νεοφιλελεύθερο πολιτικό που συνεργάζεται με την Ακροδεξιά όταν ο Μητσοτάκης δήλωνε οπαδός του “μεταρρυμιστικού κέντρου”.

Στις τελευταίες εκλογές ο Αλέξης Τσίπρας ανακάλυψε και την ΕΡΕ όσο η νεολαία του κόμματος φώναζε πως “ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά”, όταν οι ψηφοφόροι του Κέντρου έβλεπαν στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη έναν μετριοπαθή πολιτικό με επιρροή στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ.

Ωστόσο η Νέα Δημοκρατία δεν αύξησε τελικά τις δυνάμεις της κι αθροίζοντας τους ψήφους των κομμάτων της «δημοκρατικής παράταξης» λείπει ένα μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων που δεν πήγε στη Νέα Δημοκρατία, ούτε επέστρεψε στο ΠΑΣΟΚ.

Πρόκειται για ένα ολόκληρο χώρο, ένα ολόκληρο κόμμα που δεν έχει πολιτική έκφραση και δεν θα ψηφίσει ένα κόμμα στο οποίο υπάρχει ο Πολάκης, ένα κλίμα ιδεολογικού αναχρονισμού με παλαιολιθικές ιδέες και σκουριασμένα συνθήματα.

Νέα κατάσταση, νέα πολιτική

Οι νέες συνθήκες απαιτούν νέες πολιτικές και νέα πολιτικά κόμματα με νέες ιδέες και νέα πρόσωπα καθώς δεν ηττήθηκε η στρατηγική, ούτε η τακτική ενός κόμματος: η ήττα της δημοκρατικής παράταξης και βασικά του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολιτική και ιδεολογική.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αλλάξει αν βρει ένα λογότυπο και βάλει πράσινο φόντο στις αφίσες του ή προσθέσει κι άλλες λέξεις στον μακρόσυρτο τίτλο του. Δεν παίρνει αναπαλαίωση, ούτε ξαναχτίζεται με υλικά κατεδάφισης.

Η Ελλάδα -και η Αριστερά- χρειάζεται ένα νέο πολιτικό φορέα που δεν θα επιχειρεί να δικαιώσει το παρελθόν, αλλά να σχεδιάσει το μέλλον. Όχι λίγο αριστερό και λίγο κεντροαριστερό με δεξιές ανταύγειες και πάντα σάλτσα οικολογίας που θα το παγιδεύσουν σε μια πολιτική ομοιομορφία που ευνοεί πάντα μια ανανεωμένη δεξιά που λατρεύει το “Κέντρο”.

Η Αριστερά και -μέσα ή έξω από αυτήν- η Σοσιαλδημοκρατία αποτελούν ιδέες του προπερασμένου αιώνα σε κατάσταση λήθαργου που επιτρέπει στη -Νέα ή Παλιά- Δεξιά να εμφανίζεται ως πρωτοπορία με λύσεις που έρχεται από το μέλλον.

Ο Μητσοτάκης φάνηκε πως έχει κερδίσει το παιχνίδι στη Νέα Δημοκρατία όταν ψήφισε το σύμφωνο συμβίωσης και ο ΣΥΡΙΖΑ το έχασε με την εμμονή του για κρατικά πανεπιστήμια ή επανακρατικοποίηση δημόσιων φορέων -ένα μοντέλο “κρατικού σοσιαλισμού” που δεν αφορά την σύγχρονη Αριστερά.

Μια νέα αριστερά δεν λατρεύει το κράτος, ούτε μισεί την αγορά και δεν μπορεί να έχει χαρακτηριστικά κλειστού κόμματος με μια γραφειοκρατία που θα σώσει τον λαό ράβοντας κοστούμια του προπερασμένου αιώνα.

Η ήττα δεν αφορά τη “στρατηγική της απλής αναλογικής”, ένα εκλογικό σύστημα δηλαδή, όπως δεν αφορούσε και την αντιμνημονιακή στρατηγική του παλιού ΣΥΡΙΖΑ που υποσχέθηκε να καταργήσει τα μνημόνια, αλλά εφάρμοσε ένα νέο από το οποίο πανηγυρίζει ότι βγήκε.

Η τραγωδία είναι πως εφάρμοσε αντιλαϊκά μέτρα που δεν μπορούσε μια δεξιά κυβέρνηση, ρήμαξε τη μεσαία τάξη για να αφήσει ένα μαξιλάρι 40 δισ. που χρησιμοποίησε ο Μητσοτάκης για να δανειστεί κι άλλα και να αγοράσει τις εκλογές.

Ο Μητσοτάκης και το… νέο ΠΑΣΟΚ

Η διάσπαση της «δημοκρατικής παράταξης» επέτρεψε στον Κυριάκο Μητσοτάκη να ξαναγίνει αυτοδύναμη κυβέρνηση με μια απίστευτη διείσδυση στο χώρο του Κέντρου -και της Αριστεράς.

Όσο δηλαδή κρινόταν αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το νέο ΠΑΣΟΚ ή αν θα αναβίωνε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ ο Μητσοτάκης ήταν πιο δημοφιλής στους κεντρώους ψηφοφόρους τόσο ώστε να κερδίσει τις εκλογές και να σχηματίσει κυβέρνηση με στελέχη του “εκσυγχρονισμού” και της σοσιαλδημοκρατίας.

Όσο δηλαδή τα δύο κόμματα αλληλοσπαρασσόμενα αγωνίζονταν κατά του Μητσοτάκη εκείνος βρισκόταν πίσω από τις γραμμές τους με πολιτικές που απορούσε και ο ίδιος αν μπορούσε να ασκήσει ένα… κεντροδεξιό κόμμα.

Ο Αλέξης Τσίπρας και το ραντεβού με την Ιστορία

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τη μισή του δύναμη, αλλά το ΠΑΣΟΚ ελάχιστα ωφελήθηκε από αυτό. Το ερώτημα είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ανακτήσει αυτές τις δυνάμεις με ανανέωση, ανασυγκρότηση ή επανίδρυση.

Η απάντηση μάλλον είναι όχι ιδιαίτερα αν την επιχείρηση αναλάβουν πάλι οι ίδιοι άνθρωποι που επέβαλαν στον ψηφοφόρο τους το απεχθές πρόσωπο ενός κόμματος που βρισκόταν σε αναντιστοιχία με την εκλογική του βάση.

Ο Αλέξης Τσίπρας υποσχέθηκε ένα νέο σύγχρονο αριστερό και ριζοσπαστικό κόμμα που δεν έκανε και τιμωρήθηκε γι΄ αυτό αφού δεν μπόρεσε να χειραφετηθεί από την κομματική του γραφειοκρατία και την ιδεολογία του κρατικού σοσιαλισμού.

Δεν αρκούν πια “τομές”, ούτε αναδιοργάνωση, ανασυγκρότηση και επανίδρυση με την ίδια λογική, πολιτική και την κομματική γραφειοκρατία που παραπέμπει σε κόμμα άλλης εποχής.

Αντίθετα η πρόσκληση για ένα νέο πολιτικό φορέα με νέα διακήρυξη, νέες αρχές και νέα σύμβολα μπορούν να αλλάξουν από τα θεμέλια το πολιτικό σκηνικό.

Εδώ είναι η Ιστορία, εδώ είναι και το ραντεβού μαζί της. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τέλειωσε επειδή ήταν τάχα αριστερός και ριζοσπαστικός, αλλά επειδή δεν ήταν.