“Τους απογοήτευσες όλους- γιατί;”- Ασκήσεις ασταθούς ισορροπίας στον ΣΥΡΙΖΑ απέτρεψαν τη διαμόρφωση κυβερνώσας ομάδας με επάρκεια – Χωρίς αξιόπιστα πολιτικά στελέχη δεν υπάρχει προοδευτική κυβέρνηση.

Του Γ. Λακόπουλου

Το σωστό να λέγεται: ουδέποτε  πολιτικός αρχηγός  που διεκδίκησε  την πρωθυπουργία δεν βρέθηκε  αντιμέτωπος  με την πολύπλοκη αντίφαση που χωρίζει τον Αλέξη Τσίπρα από την εκλογική νίκη  που επιδιώκει. 

Από τη μια πλευρά υπάρχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως  αντίπαλός του. Αποτυχημένος -αν δεν έχει επιφέρει και ανήκεστο βλάβη στη χώρα στον τομέα της εθνικής κυριαρχίας- αλλά στις εκλογές θα επιχειρήσει να αντιστρέψει τη λαϊκή δυσφορία εναντίον του εμφανιζόμενος με εξοπλισμό  που δεν είχε ποτέ ως τώρα πολιτικός αρχηγός.

Πρώτο, συνταγές σύγχρονου πολιτικού μάρκετινγκ που αντί για πολιτική παράγει επικοινωνία. Με επεξεργασία στοιχείων από βάσεις δεδομένων  στις οποίες τα τρία τελευταία χρόνια συγκεντρώνονται -με …κυβερνητική χρηματοδότηση- οι περιγραφές της προσωπικότητας, της οικογενειακής  κατάστασης  των αναγκών, των αντιλήψεων, προσδοκιών, κλπ που αφορούν τους ψηφοφόρους. 

Δε΄ύτερο, ένα πολυπλόκαμο μηχανισμό παραδοσιακών ΜΜΕ και Μέσων  Κοινωνικής Δικτύωσης  που δεν θα εστιάζουν στα προσόντα και τα πλεονεκτήματα του Μητσοτάκη- του οποίου οι δημόσιες εμφανίσεις θα παραμείνουν “ασφαλείς” και σκηνοθετημένες, αλλά θα φορτίζουν αρνητικά τον Τσίπρα– με χτυπήματα κάτω από τη μέση και με ρητορική για εύκολη λαϊκή κατανάλωση. 

Τρίτο, ιλιγγιώδη χρηματοδότηση αυτού του προεκλογικού  “πρότζεκτ” – περί αυτού πρόκειται- με πόρους από τη διαπλοκή ,το τρίγωνο  κράτος- τραπεζικό σύστημα κοινοτικά κονδύλια- και άλλες πηγές. 

Σε αυτό το τερατώδες σχήμα υφαρπαγής της λαϊκής ψήφου με τεχνάσματα και όχι με πολιτική- βοηθητικό ρόλο διεκδικεί το κόμμα- σέχτα,  που προσπαθεί να εγκαταστήσει ο Ανδρουλάκης στο μαλακό υπογάστριο του ΣΥΡΙΖΑ.

Το όπλο του Τσίπρα

Από την άλλη πλευρά ο Αλέξης Τσίπρας διαθέτει μόνο ένα μόνο όπλο που μπορεί να αποβεί ανίκητο, αλλά… δεν υπάρχει και πρέπει  να  το  διαμορφώσει ο ίδιος:

Είναι η σύνδεση της λαϊκής  δυσφορίας με την προσωπική του απήχηση   στο αντι-δεξιό τμήμα της κοινωνίας που αυτοτοποθετείται στην  Δημοκρατική Παράταξη. 

Ρόλο καταλύτη γι’ αυτή τη σύνδεση θα παίξει η, υπ΄ό διαμόρφωση, συνεκτική πολιτική πρόταση -με μορφή κυβερνητική προγράμματος- από την πλευρά του Τσίπρα. Πειστική ώστε να φέρει στην κάλπη ευρύτερες ομάδες  ψηφοφόρων με επιδίωξη την προσωπική, ταξική και συλλογική ευημερία, αλλά και τα συμφέροντα  της χώρας. 

Είναι τόσο απλό ώστε επαρκούν μόνο δύο εργαλεία για να υλοποιηθεί:

Το ένα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ το διαθέτει ήδη: είναι η συντριπτική σκηνική υπεροχή του έναντι του Μητσοτάκη στο δημόσιο χώρο. Στο “ένας εναντίον  ενός” κατισχύει και γι’ αυτό άλλωστε οι σκηνοθέτες του Μητσοτάκη τον έχουν υπό διαρκή έλεγχο.  Το 2019 τον απέσυραν ακόμη και από  το debate.

Το δεύτερο πλεονέκτημα του Τσίπρα δεν είναι ορατό: είτε δεν έχει διαμορφωθεί ακόμη, είτε παίρνει τη θέση του ένας κύκλος προσώπων που το ακυρώνουν: είναι η ομάδα με την οποία θα κυβερνήσει.  

Δηλαδή τα πρόσωπα της δικής του επιλογής- ως φορέα της λαϊκής εντολής, αν κερδίσει τις εκλογές- που  θα διαδεχθούν στη διακυβέρνηση τα πρόσωπα  της επιλογής Μητσοτάκη. Για να εφαρμόσουν την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ έναντι της πολιτικής της ΝΔ.

Ποια είναι αυτά τα πρόσωπα; Ο όρος ” προοδευτική κυβέρνηση” δεν έχει  αντίκρισμα στην ευρύτερη κοινωνία αν δεν συνδυάζεται αντίστοιχα, με  βιογραφικά, ταυτότητες, σταδιοδρομία, πολιτική κατάρτιση, εγγυήσεις εντιμότητας.

Δεν ζητούνται “αγωνιστές” και “καλοί Συριζαίοι” για να αναλάβουν τη διακυβέρνηση, αλλά ικανοί άνθρωποι με ήθος και δημοκρατική κουλτούρα  που μπορούν να εκπροσωπήσουν τη σύγκλιση Αριστεράς -Κεντροαριστεράς στην κάλπη και να σηκώσουν το κυβερνητικό βάρος κατά τομέα.  

Το παραμύθια ότι “αρκεί η κομματική πίστη και η πολιτική βούληση” δεν περνάει πλέον. Η χώρα δεν έχει ανάγκη από κάποιον σαν τον Πολάκη και τον Παππά, αλλα κάποιον σαν τον Χαρίτση  και τον Φαραντούρη.

Με ποιους θα κυβερνήσει;

Στην Κοινοβουλευτική Δημοκρατία η βασική δεξαμενή γι’ αυτό  το πολιτικό προσωπικό είναι το κόμμα που διεκδικεί την κυβέρνηση, διαθέτοντας αντίστοιχη στελέχωση- και όπου υστερεί συμπληρώνει τα κενά του από την κοινωνία.

Ατυχώς για τον Τσίπρα  ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα δεν τον βοηθάει πολύ σ’ αυτό το θέμα έναντι της κοινής γνώμης τουλάχιστον -αν λάβουμε υπόψη τα πρόσωπα που μετέχουν στα κομματικά όργανα με ρόλους. 

Να μην κρυβόμαστε: πόσοι από τη νέα Πολιτική Γραμματεία  πείθουν ότι μπορούν να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες; 

Ορισμένοι έχουν ήδη κυβερνητικό παρελθόν που τους καθιστά  απορριπτέους. “Όχι πάλι αυτούς” είναι η συνηθισμένη αντίδραση των πολιτών.

Άλλοι είναι εμφανώς ακατάλληλοι, με βάση τα συμφραζόμενα της δημόσιας παρουσίας  τους, το ελλιπές βιογραφικό τους και τις αεριτζίδικες  ιδέες τους.

Ποιος θα τους εμπιστευθεί; Η  ανάληψη της κυβέρνησης, δεν είναι ούτε ρεσάλτο, ουτε  “γιούργια στον νταβά με τα κουλούρια”. Απαιτείς σχέδιο, προσοντα, δημόσια αποδοχή. Πόσοι από τους 40 τα διαθέτουν; Να αρχίσουμε να λέμε ονόματα για  όοσους  “δεν κάνουν”;

Καθώς το στοιχείο της εμπιστοσύνης υπάρχει στο πρόσωπο του Τσίπρα, οι δυνάμεις της κοινωνίας που θέλουν να λήξει η περιπέτεια της χώρας με τον Νεομητσοτακισμό περίμεναν ότι με την επομένη της θριαμβευτικής επικράτησης του θα έστελνε μήνυμα  πολιτικής αλλαγής.

Όχι ως σύνθημα, αλλα έμπρακτα με την προβολή αξιόπιστων στελεχών που έχουν τη δυνατότητα να προσελκύσουν και άλλα πρόσωπα από την κοινωνία, για τον σχηματισμό ελκυστικής κυβέρνησης. Πιο απλά θα  έλυνε αυτό το προβλημα, απαντώντας στο ερώτημα “με ποιους θα κυβερνήσει;”.

Αν απαντήσει “με αυτούς που έχω στην Πολιτική Γραμματεία”, η απάντηση θα είναι “ευχαριστώ δεν θα πάρω”.  Όσο για τη διαβεβαίωση ότι η Σβίγκου και ο Βασιλειάδης δέχθηκαν να μην προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε ενδεχόμενη κυβέρνηση Τσίπρα, μόνο ως αυτοτρολάρισμα μπορεί να γίνει δεκτό.

Τους απογοήτευσες όλους. Γιατί;

Στην τρέχουσα συγκυρία το τμήμα της κοινωνίας που θέλει πολιτική αλλαγή, περίμενε από τον Τσίπρα να αναδείξει με συγκεκριμένα κριτήρια   όσα πολιτικά στελέχη από το κόμμα του έχουν διαυγές προφίλ και πολιτική επάρκεια ως άξονα της πιθανής κυβέρνησης του και αυτοί με τη σειρά τους να λειτουργήσουν ως κράχτες, που θα συσπειρώσουν ό,τι καλύτερο διαθέτει η χώρα και η Δημοκρατική Παράταξη.

Για να διαμορφωθεί διακριτή κυβερνητική ομάδα στην οποία θα εναποθέσουν τις ελπίδες τους οι πολίτες, για να υλοποιήσει ένα ευκρινές πρόγραμμα ανάπτυξης και ευημερίας και όχι να ικανοποιήσουνε απωθημένα “να ξαναρθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να είναι αλλιώς”. 

Ο ρεβανσισμός είναι θηλιά στο λαιμό του Τσίπρα για τον οποίο στη συνείδηση του μέσου πολιτική ισχύει το εξής: θα είναι κέρδος για τη χώρα να επιστρέψει, αλλά όχι με “σκύβαλα” δίπλα του. Χωρίς αποδεκτή κυβερνώσα ομάδα δεν θα το καταφέρει ποτέ.

Αυτή η ομάδα μεταξύ άλλων θα αποτελέσει και κριτήριο επιλογής  προσώπων και από τα άλλα κόμματα που θα κληθούν για τον σχηματισμό προοδευτικής κυβέρνησης.  

Αντί γι’ αυτό το μήνυμα οι πολίτες είδαν ένα συνονθύλευμα να εμφανίζεται ως ανώτερο κομματικό όργανο:  αποτυχημένοι, ρεβανσιστές, ιδεοληπτικοί, παρακμιακοί, ανίδεοι, “καμένοι” πνίγουν με την παρουσία τους και όσους έχουν τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται πρώτα για να νικήσει στις επόμενες εκλογές  ο Τσίπρας, ως βασικός εκφραστής της Δημοκρατικής Παράταξης, και στη συνέχεια να κυβερνήσει.

Μόνοι τυφλοί δεν βλέπουν ότι από αυτή την άποψη, παρά την ενίσχυση της επιρροής του στις 15 Μαΐου και παρά τις εύστοχες πολιτικές τοποθετήσεις του, οι επιλογές προσώπων στα υπερμεγέθη κομματικά όργανα  απογοήτευσαν

Αυτος ο κύκλος στελεχών δεν μπορεί να γίνει δεκτός ως επίδοξη ομάδα διακυβέρνησης, και να κερδίσει εκλογές, ελκύοντας και άλλους δίπλα της.   Τι δεν καταλαβαίνουν στην Κουμουνδούρου;

“Τους απογοήτευσε όλους, γιατί;” ήταν το βράδυ την ανάδειξης της ΠΓ το ερώτημα σε συναναστροφές  δημοκρατικών πολιτών όταν ανακοινώθηκαν τα κομματικά όργανα. Η απογοήτευση διευρύνθηκε με το λεγόμενο Εκτελεστικό Γραφείο. 

Γιατί έπρεπε να μετέχει η Δούρου και γιατί δεν  έμειναν να κάνουν τη δουλειά τους στη Βουλή η Αχτσιόγλου με την Μαριλίζα και χρίστηκαν “καθοδήγηση”. Με αυτή την ομάδα θα “μανατζάρει” ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα του; Δεν υπήρχαν πολιτικά στελέχη με επάρκεια για να τον συνδράμουν;

Από το πολιτικό ρεπορτάζ των ΜΜΕ καταγράφεται ότι εκτός από τους πολίτες, απογοητευτήκαν και οι ομαδάρχες και οι πάσης φύσεως   φραξιονιστές. Ουδείς ενδιαφέρεται. Απλώς όσο οι περισσότεροι -ως μετέχοντες στο κομματικό όργανο- θα εμφανίζονται ως μέλλοντες υπουργοί, τ΄όσο η εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ θα συρρικνώνεται. 

Αν ο στόχος είναι η “συσπείρωσή προς τα κάτω”, θα επιτευχθεί. Αλλά κυβερνητική προσδοκία δεν υπάρχει με αυτά τα ονόματα στη μαρκίζα.

Το ερώτημα τώρα είναι αν υπάρχουν περιθώρια να αναζητήσει ο  Τσίπρας πρόσωπα που έχουν έρεισμα στην κοινωνία, να στηρίξουν την πορεία του προς την εκλογική νίκη.  Αν υπάρχουν πολλοί που με αυτή την κομματική ηγεσία θα θέσουν στη διάθεσή του τον εαυτό τους.

Όπως και αν υπάρχουν στο εκλογικό σώμα κορόιδα να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ για να φύγει ο Μητσοτάκης, αλλά να γίνουν υπουργοί γνωστοί  και μη εξαιρετέοι από τις προηγούμενες κυβερνήσεις του, όσοι προκαλούν με τη συμπεριφορά και το λόγο τους, ή όσοι παρότι διορίστηκαν “κεντρικά” στελέχη δεν πείθουν για την επάρκειά τους.

Άραγε τα 110.000 νέα κομματικά μέλη μπορούν να αισθάνονται ότι εκπροσωπούνται από τη σύνθεση της της Πολιτικής Γραμματείας -που ανέδειξε ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ- το “Εκτελεστικό Γραφείο” με το οποίο θα οργανώνει ο Τσίπρας, ως εν δυνάμει Πρωθυπουργός, την καθημερινότητά του;

Πολύ το δυσκόλεψε η… αλλαγή.