Το «σύνδρομο Αννίβα» επιστρέφει στις επιλογές του Αλέξη Τσίπρα: Ήταν στραβό το κλίμα στον ΣΥΡΙΖΑ, το έφαγε και η «συναίνεση» στη Σακελλαροπούλου

Του Γ. Λακόπουλου

Ότι τα πράγματα στη μετεξέλιξη του κόμματος  της αξιωματικής αντιπολίτευσης στον νέο φορέα «ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία»  δεν πάνε καλά,  το ξέρουν και τα πόμολα στην Κουμουνδούρου.

Αντιδράσεις από την κομματική γραφειοκρατία, αποτυχία της εκστρατείας εγγραφής μελών ατυχείς επιλογές προσώπων στη διεύρυνση. Ίντριγκες και ομαδοποιήσεις, άσκηση αντιπολίτευσης χωρίς νεύρο και ταυτότητα, επικοινωνιακή αφλογιστία.

Διατήρηση στη πρώτη γραμμή όσων απέτυχαν στην κυβέρνηση και άλλες εγγενείς αδυναμίες του χώρου, εμποδίζουν τον Αλέξη Τσίπρα να ανταποκριθεί στην εντολή που πήρε στις 7  Ιουλίου με το 32% εκλογές για μετασχηματισμό του κόμματός του.

Σ’ αυτό το «τοπίο στην ομίχλη» , ο πρώην πρωθυπουργός προσέθεσε αβασάνιστα την συμφωνία του στην ανάδειξη της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου στην θέση του Προκόπη Παυλόπουλου – που  είχε αναδειχθεί με δική του πρωτοβουλία το 2015 και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε την επανεκλογή του -με επιχειρήματα.

Παρά την εύστοχη κριτική του στους χειρισμούς Μητσοτάκη, μέχρι να ανακοινώσει την απόφασή του, ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ έκανε αυτό που καταλόγισε στον αντίπαλο του: «ντρίπλα στον εαυτό του».

Υπό το κράτος του άγχους για  συναίνεση -σε αντιδιαστολή με την αντι-συστημική κουλτούρα που τον ανέδειξε το 2015- και για να «μην γίνει σαν το Μητσοτάκη», όπως είπε, παίζει στο γήπεδο του Μητσοτάκη.  

Έκανε εύκολη τη ζωή του Μητσοτάκη στη ΝΔ, ενώ ήταν σοφότερο να  εκθειάσει ευλόγως την πρόεδρο του ΣτΕ εξηγώντας όμως γιατί είναι αδύνατο στο κόμμα του να την υπερψηφίσει για την προεδρία.  

Τιμώντας ορθά τη δικαστική λειτουργό Σακελλαροπούλου, αποδέχθηκε λανθασμένα την πολιτική Σακελλαροπούλου. Και περιέργως το πρόβαλε ως … επί της ουσίας αντ-Μητσοτακική επιλογή, λόγω των «προοδευτικών» θέσεων της στο ΣτΕ . Ό,τι είπε και ο Μητσοτάκης δηλαδή.

Όμως τα μεγέθη που έθεσε προ σύγκριση ο Τσίπρας είναι δυσανάλογα. Με την απόφασή του απλώς προσυπογράφει την επιλογή του Πρωθυπουργού για ανάθεση σε μη πολιτικό πρόσωπο ευθύνες αρχηγού του κράτους σε μια περίοδο που απαιτείται πολιτική εμπειρία.

Ο ίδιος χαρακτήρισε «μέγα σφάλμα του Πρωθυπουργού” το “να μην ανανεώσει τη θητεία ενός πετυχημένου Προέδρου χωρίς ποτέ να εξηγήσει το λόγ﨔.  Αλλά του έδωσε συγχωροχάρτι για τη «συμπεριφορά αβάσταχτης ελαφρότητας και ανευθυνότητας απέναντι στους θεσμούς».

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον διευκολύνει να  «υπαλληλοποιήσει» τον προεδρικό θεσμό και να μετατρέψει σε απολύτως «πρωθυπουργοκεντρικό» το σύστημα διακυβέρνησης.

Πρακτικά προσυπογραφεί και την προσπάθεια Μητσοτάκη να «ιδιοποιηθεί» τις αρμοδιότητες του Προέδρου για εκπροσώπηση της χώρας στον διεθνή χώρο  και να εδραιώσει την παντοκρατορία του εναντίον του… Τσίπρα! Ηδη έκαναν την εμφάνισή τους προσκλήσεις με τον τίτλο :< Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας>

Εκ παραλλήλου ακυρώνει τα δικά του  επιχειρήματα πρώτα για την ανάγκη επανεκλογής  Παυλόπουλου και εν συνεχεία για την εθνική συσπείρωση που θα εξασφάλιζε στη Βουλή.

Ενώ καταλόγισε στον Μητσοτάκη ότι δεν έχει επιχειρήματα στην απόρριψη  Παυλόπουλου χάριν ενός πειράματος, αυξάνει στη Βουλή τις ψήφους εκλογής του πειράματος. Έτσι συμπληρώνει τον κομπασμό  Μητσοτάκη ως συναινετικού Πρωθυπουργού- με  παράδειγμα τον… Τασούλα.

Για τα πολιτικά δεδομένα της συγκυρίας συνιστά αντίφαση ότι  ο Πρωθυπουργός παίρνει στην πράξη επιβράβευση για συναίνεση, χωρίς να έχει τείνει χέρι συνεργασίας προς την αξιωματική αντιπολίτευση, ούτε καν στα εθνικά θέματα.

 Είναι παράδοξο ότι, ενώ ο Μητσοτάκης απέρριψε με κυνισμό τη διασφαλισμένα συναινετική λύση Παυλόπουλου, ο Αλέξης Τσίπρας σπεύδει αφελώς να δώσει συγκατάθεση σε μια επιλογή που μόνο εξ αιτίας αυτής της συγκατάθεσης γίνεται συναινετική.

Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν ληφθεί υπόψη ότι, κατά τη συνταγματική μεταρρύθμιση, στον ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται η κατάργηση του ελάχιστου ορίου των 180 ψήφων για την εκλογή πρόεδρου. Άλλως αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα ήταν υπό αίρεση.

Σε κάθε περίπτωση μένει χωρίς  εξήγηση γιατί ο Τσίπρας αποφεύγει να  καταθέσει μια εναλλακτική πρόταση για το προεδρικό αξίωμα, απέναντι στην κυβερνητική πρόταση.

Όπως μένει χωρίς εξήγηση τι είναι αυτό που τον πείθει ότι η  Σακελλαροπούλου θα είναι καλή πρόεδρος της Δημοκρατίας, όταν  το προφίλ της για κάθε άλλο παρά γι’ αυτό προϊδεάζει. Συμπαρασύρεται σε έναν πειραματισμό, παραβλέποντας ότι οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω.  

Κοντολογίς σε μια περίοδο που  διαμορφώνονται  προϋποθέσεις  για «σκληρό ροκ», απέναντι στην κυβέρνηση που εδραιώνει την παρουσία της με ταξικές και αυταρχικές  μεθόδους, η αξιωματική αντιπολίτευση της προσφέρει συμβουλές και τριαντάφυλλα.

Αν μη τι άλλο, αυτό δείχνει  ότι στις επιλογές του Αλέξη Τσίπα επιστρέφει το «σύνδρομο του Αννίβα», που χαρακτήρισε τις αποφάσεις του την περίοδο 2018-19.  Η Ρώμη ήταν έτοιμη να πέσει, αλλά ο πολιορκητής της έκανε πίσω.