Ωρα του Πρωθυπουργού: ο Τσίπρας δίνει νόημα στον πολιτικό διάλογο, αλλά…

Του Ανδρέα Δεληγιάννη .


Η επαναφορά της <Ώρας του Πρωθυπουργού> – μαζί με την επαναφορά της καθημερινής ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών – είναι η πιο σημαντική πρωτοβουλία της κυβέρνησης σ αυτό το επίπεδο ως τώρα: δίνει νόημα και περιεχόμενο στον πολιτικό διάλογο και ενισχύει τη διαφάνεια. Ειδικά αν συγκριθεί με το κοινοβουλευτικό σκοτάδι που επέβαλε η κυβέρνηση Σαμαρά -Βενιζέλου.
Ο πρώην Πρωθυπουργός αγνόησε την ώρα το Πρωθυπουργού, κατάργησε το <μπρίφινγκ> ,προτού ρίξει το <μαύρο> στην ΕΡΤ. Ήταν η τριλογία του αναχρονισμού. Ο ιδιος ο Σαμαράς απέφευγε όσο μπορούσε να πηγαίνει στη Βουλή για να απαντάει, όχι μόνο στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και στους αρχηγούς των άλλων κομμάτων. Σαν να ήταν δικαίωμά του και όχι υποχρέωσή του. .

Ο Τσίπρας δεν έχει λόγους να φοβάται το διάλογο, ειδικά με τους σημερινούς αντιπάλους του- άλλωστε και παλαιότερα που ίσχυε η ώρα του Πρωθυπουργού μια χαρά του έβγαινε. Ειδικά όσοι παρακολούθησαν τον πρώτο αρχηγό κόμματος στον οποίο απάντησε αντιλαμβάνεται ότι η παρουσία του αρχηγού της πλειοψηφίας είναι υπέρτερη από κάθε άποψη-σκηνικά και επί της ουσίας.
Ειδικά συγκρινόμενη με την παρουσία του Σταύρου Θεοδωράκη που ανέπτυξε για λογαριασμό του Ποταμιού την ερώτηση για την παιδεία μάλλον πρόχειρα– με τρόπο τουλάχιστον αδέξιο και χωρίς τεκμηρίωση.
Προφανώς κάποιοι έχουν ενστάσεις για το περιεχόμενο των απαντήσεων που έδωσε ο Πρωθυπουργός στην ερώτηση για την Παιδεία – και ενδεχομένως με έναν άλλο αντίπαλο απέναντι του , ίσως θα είχε πρόβλημα να πείσει για τις πρωτοβουλίες των υπουργών του.
Όπως υπάρχει ένσταση για την, προφανώς προμελετημένη, επιλογή της απάντησης σε ερώτηση από το συγκυβερνών κόμμα των ΑΝΕΛ , δια του Νίκου Νικολόπουλου μάλιστα. Δεν έχει να κερδίσει τίποτε ο Αλέξης Τσίπρας με τέτοιους συνομιλητές και καλό θα ήταν να τους αποφεύγει. Αδικήθηκαν όσα εύστοχα είπε στη συνέχεια για τα τηλεοπτικά από τον ίδιο, όταν απευθυνόταν στον συγκεκριμένο βουλευτή. Ο οποίος επιπλέον τον εξέθετε -με το λιβανιστήρι στον ίδιο- αλλά και στους προκατόχους του… Κ. Καραμανλής και Κ. Μητσοτάκη.
Ο ερωτών θεώρησε ότι η δουλειά του είναι να κάνει πάσες στον Πρωθυπουργό. Ανοιξε το στόμα του και δεν ήξερε τι έλεγε- ειδικά με τον τρόπο που τα έλεγε. Επειδή το κόμμα του είναι κυβερνητικός εταίρος ,ο καθένας αντελήφθη περί τινός ακριβώς επρόκειτο.
Αυτά τα κόλπα είναι παλιά και δεν πουλάνε πλέον. Οι εναρμονισμένες πρακτικές στο Κοινοβούλιο δείχνουν αστείες σκηνοθετικές απόπειρες. Και δεν ταιριάζει στον Τσίπρα η ρητορική Νικολόπουλου- αν μη τι άλλο για λόγους πολιτικού επίπεδου.
Ωστόσο που πρέπει να πιστωθεί στον Πρωθυπουργό είναι ότι στο εξής κάθε Παρασκευή στη Βουλή η κυβέρνηση θα υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο στο ανώτατο δυνατό επίπεδο. Είναι θετική εξέλιξη.
Η πολιτική ασκείται πρωτίστως στο Κοινοβούλιο. Είναι εύλογο να δραστηριοποιούνται τα κόμματα στο μαζικό χώρο, να παρουσιάζουν τις θέσεις τους στα μέσα ενημέρωσης. Αλλά η ευθύνη αναλαμβάνεται στη Βουλή. Εκεί οι πολιτικοί ενώπιος ενωπίω , είναι υποχρεωμένοι να τοποθετούνται και να κρίνονται.
Πρόκειται λοιπόν για επιστροφή σε μια πρακτική πρωτογενώς δημοκρατική. Ο κατ εξοχήν αρμόδιος για την πορεία της χώρας καλείται να απαντήσει ευθέως. Είναι αυτός πήρε τη λαϊκή εντολή και είναι ο βασικός υπόλογος απέναντι στη Βουλή σήμερα και απέναντι τους πολίτες αργότερα.
Το ενδιαφέρον που προκαλεί κάθε φόρα αυτή η διαδικασία αποτελεί μια ακόμη καταδίκη της πολιτικής Σαμαρά και της αντικοινοβουλευτικής νοοτροπίας του. Θα γίνει πολύ μεγαλύτερο αν σ αυτή την ώρα δεν ακούγονται μονό λόγια- αλλά θα υπάρχει και συνέχεια.
Πχ αν η κυβέρνηση ψάξει σε βάθος την υπόθεση των αποκωδικοποιητών στην οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός .