Ανταλλάγματα χωρίς αντίκρυσμα

Του Μελέτη Ρεντούμη

Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του, ολοκλήρωσαν την συμφωνία των Πρεσπών και πλέον μετά από όλες τις κυρώσεις στην ελληνική βουλή, τα Σκόπια είναι ισότιμο μέλος του ΝΑΤΟ, ξεκινούν την διαδικασία ένταξης στην ΕΕ και θα ονομάζονται από δω και στο εξής, δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας.

Επίσης πρόσφατα υπήρξε και επίσημη επίσκεψη προς την Τουρκία και συνάντηση με τον Πρόεδρο Ερντογάν, ενώ τέθηκαν προς την Ελλάδα όλα τα ζητήματα προς επίλυση και ζητήθηκαν ανταλλάγματα για το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης.

Και οι δύο παραπάνω κινήσεις, έγιναν σαφώς με την παρότρυνση των δυτικών συμμάχων και κυρίως των ΗΠΑ που επιζητούν για τα δικά τους συμφέροντα, την σταθερότητα της ΝΑ Μεσογείου και την συνεργασία όλων των όμορων χωρών, ώστε να μην υπάρχουν εντάσεις και να προχωρήσει έτσι ανεμπόδιστα η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στα όρια της ΑΟΖ Ελλάδος και Κύπρου.

Επίσης στο θέμα του μεταναστευτικού, τα κέντρα υποδοχής μεταναστών και προσφύγων τόσο στην Λέσβο όσο και στην Σάμο, έχουν δημιουργήσει εκρηκτικές καταστάσεις στα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης και με κίνδυνο της ζωής των κατοίκων στα νησιά από πάσης φύσεως επιδημίες, χωρίς η κυβέρνηση να έχει ανακοινώσει κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο ανακούφισής τους.

Εκτός από τα παραπάνω, η κυβέρνηση, όπως είναι κοινώς γνωστό, στο δημοσιονομικό πεδίο, έκανε ό,τι είναι δυνατό, ώστε να μην εφαρμόσει την ψηφισμένη περικοπή των συντάξεων και μάλιστα προχώρησε πρόσφατα μονομερώς στην αύξηση του κατώτατου μισθού, ώστε να δώσει το σύνθημα της ανάκαμψης και της ομαλοποίησης της ελληνικής οικονομίας.

Αν συνδυαστούν τα παραπάνω γεγονότα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η κυβέρνηση επιδίωξε όλο αυτό το διάστημα μία άτυπη συναλλαγή τόσο με τους Ευρωπαίους όσο και με τους Αμερικανούς, με στόχο να τύχει ευνοϊκότερης μεταχείρισης στο δημοσιονομικό πεδίο και να μην υλοποιηθούν συγκεκριμένα προαπαιτούμενα που είχαν συμφωνηθεί.

Ο Αλέξης Τσίπρας προτίμησε λοιπόν, η χώρα να συρθεί σε αμφίβολες αν όχι επιζήμιες επιλογές στα εθνικά μας θέματα, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να λάβει συγκεκριμένη περίοδο χάριτος σε μία σειρά από καυτά ζητήματα, με στόχο να εκμεταλλευθεί την προεκλογική περίοδο, να ενισχύσει το προφίλ του, να μοιράσει παροχές και να προσπαθήσει να προσεταιριστεί όσον το δυνατόν περισσότερα στελέχη από άλλα κόμματα.

Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι αρκετά σκληρή για την κυβέρνηση, καθώς η χώρα έχοντας βγει επίσημα από το τρίτο Μνημόνιο, είναι εξαρτημένη από τις διαθέσεις των διεθνών αγορών και από τις αποτιμήσεις που κάνουν για την πορεία της πραγματικής οικονομίας.

Σε αυτό το πεδίο λοιπόν τα πράγματα δυσκολεύουν επικίνδυνα, καθώς η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, δεν μπορούν να διαπραγματευθούν με το σύνολο των διεθνών επενδυτών, ούτε έχουν την δυνατότητα να ανταλλάξουν κάτι που θα ήθελαν οι επενδυτές, πέραν των αυξημένων επιτοκίων που πληρώνει η χώρα για κάθε έκδοση ομολόγου που πραγματοποιεί.

Σε κάθε περίπτωση, η χώρα οδηγήθηκε σε μία κατ’επίφαση ομαλότητα μέσω της μεταμνημονιακής εποπτείας, ενώ το τελικό αποτέλεσμα είναι σαφέστατα αρνητικό, αν συνυπολογίσουμε τις συνεχείς ατυχείς επιλογές στα εθνικά θέματα και τον ταυτόχρονο εγκλωβισμό της χώρας σε μία κατάσταση στασιμοπληθωρισμού, που δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο ύφεσης με ανυπολόγιστες συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός