Απόφαση του ΠΣ ΠΡΑΤΤΩ για ελληνοτουρκικά: Αποτροπή και Διάλογος – όχι άλλες υποχωρήσεις

Το Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΡΑΤΤΩ συνεδρίασε το Σάββατο 22.10.2022 με κύριο θέμα τις εξελίξεις στο άμεσο εξωτερικό περιβάλλον της χώρας, ιδιαίτερα τα ελληνοτουρκικά. Διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της εξωτερικής πολιτικής με το βλέμμα της στραμμένα στο εσωτερικό του κόμματός της. Πρόκειται για κυβέρνηση που συνεχίζει να αντικαθιστά την διπλωματία με την επικοινωνία. Η οποία προκειμένου να συγκαλύψει τις υποχωρήσεις της, δίνει περιθώρια στην Τουρκία να παγώνει την εξάσκηση από την Ελλάδα των δικαιωμάτων της, να γκριζάρει περιοχές που ανήκουν στην Πατρίδα μας και να δημιουργεί αρνητικά τετελεσμένα.

Η Κυβέρνηση κάνει λάθος εκτιμήσεις για τις δυνατότητες και τις επιλογές των γειτόνων μας και για αυτό αδυνατεί να προετοιμάζει νηφάλια και με σταθερότητα την εξωτερική πολιτική της χώρας. Εξακολουθεί να μην κατανοεί ότι οι προκλήσεις της Τουρκίας αποτελούν τμήμα ενός σχεδίου αμφισβήτησης των δικαιωμάτων της Ελλάδας και υφαρπαγής τους. Αντιλαμβάνεται τις κινήσεις της γείτονας περιοριστικά ως κινήσεις προεκλογικού χαρακτήρα και εντυπωσιασμού. Κρίνει εξ’ ιδίων.

Στην ελληνική πολιτική σκηνή υπάρχει και μια έλλειψη κατανόησης της βάσης των τουρκικών προκλήσεων που δεν είναι άλλη από τον νέο-οθωμανισμό, ενώ επικαλείται δικαιώματα που διέθετε η αποικιοκρατική οθωμανική αυτοκρατορία. Απαίτηση που είναι πρωτοφανής στον σημερινό μετααποικιακό κόσμο. Στην πάλη ενάντια στον τουρκικό επεκτατισμό δεν χωράνε ψευδαισθήσεις στην αριστερά ότι μπορεί να δημιουργήσει σήμερα «εθνικό μέτωπο» με την κυβέρνηση που αντιμετωπίζει τα εθνικά ζητήματα ως θέματα οικονομικών deals και μόνο, ενώ συνεχίζει την πρακτική των υποχωρήσεων, οι οποίες κρύβονται πίσω από επικοινωνιακές φούσκες.

Η επιθετικότητα της Τουρκίας και ορισμένων κύκλων σε άλλες χώρες της ΝΑ Ευρώπης, υποβοηθούνται από την κρίση στην Ουκρανία, τις τεράστιες αδυναμίες της ΕΕ και τον φόβο των ΗΠΑ να μην χάσει την Άγκυρα. Τροφοδοτείται δε, και από την πολιτική κατευνασμού που ασκεί η ΝΔ έναντι της Τουρκίας, ενώ αυτή την στιγμή είναι αναγκαία μια πολιτική που θα συνδυάζει την αποτροπή με τον διάλογο.

Η Ελλάδα οφείλει να συστηματοποιήσει μια καμπάνια ενημέρωσης της Διεθνούς κοινής γνώμης, των ηγεσιών κρατών και διεθνών-περιφερειακών οργανισμών. Με αυστηρότητα να προσδιορίσει κόκκινες γραμμές τις οποίες δεν θα μπορεί να υπερβαίνει η Τουρκία χωρίς κόστος. Να επιμένει για έναν διάλογο αρχών με πραγματικές θεματικές και όχι με οδηγό τις απαιτήσεις των νέο-οθωμανών.

Είναι άμεση ανάγκη, η Ελλάδα να κλείσει όλους τους κόλπους της. Να επεκτείνει νότια της Πελοποννήσου και σε όλη την Κρήτη τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια μετά τις ευθείες γραμμές βάσης στην είσοδο των κόλπων και με την συμπερίληψη όλων των νησίδων και βραχονησίδων στην βάση των προβλέψεων του Δικαίου της Θαλάσσης. Να ακυρώσει, και με αυτό τον τρόπο, την ψευδό-ΑΟΖ. Να οδηγήσει την Λιβύη στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τέλος, να υποχρεώσει την ΕΕ στην συμπερίληψη-συνυπολογισμό των ελληνικών συμφερόντων σε κάθε πολιτική και πρακτική της στην περιοχή.

Η Κυβέρνηση της ΝΔ, και ιδιαίτερα ο ΥΠΕΞ, οφείλουν να αντιληφθούν ότι καθήκον τους είναι να υπερασπίζονται τα δίκαια της Κύπρου με όλους τους δυνατούς τρόπους και να αποτρέψουν την μετατόπιση σοβαρών παικτών στο διεθνές σκηνικό στις απόψεις της Τουρκίας που στηρίζονται από ορισμένους ακραίους κύκλους στο Λονδίνο. Το Κυπριακό και η θετική του λύση στη βάση όσων κατακτήθηκαν στο Κραν Μοντενά είναι πατριωτικό καθήκον και όχι μια άσκηση δημόσιων σχέσεων.

Η Κυβέρνηση οφείλει, τέλος, να προωθήσει την εφαρμογή όλων των πτυχών της Συμφωνίας των Πρεσπών. Να φέρει τα τρία μνημόνια προς ψήφιση στη Βουλή. Να λειτουργήσει τις επιτροπές για τα σχολικά βιβλία και τα εμπορικά σήματα. Να προωθήσει σειρά από θετικές προβλέψεις και τις συνεργασίες που συμφωνήθηκαν με τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία αποτελεί νόμο του ελληνικού κράτους και τον οποίον συστηματικά παραβιάζουν σειρά από παράγοντες που ανήκουν στον κομματικό της χώρο. Να στηρίξει μια πιο συστηματική συνεργασία στην ΝΑ Ευρώπη, όπως το επιτάσσει μια πατριωτική πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, αυτή που συνειδητά έχει εγκαταλείψει σε βάρος των συμφερόντων της χώρας.