Ζητείται επειγόντως κόμμα ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ

ΑΠΕ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Του Γ. Λακόπουλου

Θα μπορούσε να είναι αγγελία σε εφημερίδα. “Απογοητευμένος ψηφοφόρος αναζητά κόμμα  για τις επόμενες εκλογές. Να μην μοιάζει με  αυτούς που κυβερνούν,  να μην είναι σαν αυτούς που θέλουν να κυβερνήσουν και να μην στηρίζεται σε κληρονόμους”.

Να το σοβαρέψουμε. Ένα  ερώτημα πλανάται -σαν φάντασμα- πάνω από τον χώρο που ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ορίσει ως “Δημοκρατική Παράταξη”, δίνοντας στην πολιτική παράδοση που τέμνει την νεότερη ιστορία της χώρας συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Είναι το ερώτημα: Και τώρα τι ψηφίζουμε;

Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες  το ερώτημα περιείχε και την απάντησή του. Με την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ από τον Παπανδρέου οι πολύχρωμοι δημοκρατικοί πληθυσμοί της μετεμφυλιακής περιόδου βρήκαν εκλογικό καταφύγιο.

Οι αμφισημίες της περιόδου Σημίτη απέληξαν στην κληρονομική μεταφορά της κομματικής σφραγίδας χωρίς καταστατικές διαδικασίες. Η αποδιάρθρωση του ΠΑΣΟΚ από τον Γ. Παπανδρέου και η αδυναμία του Βαγγέλη Βενιζέλου να σηκώσει το βάρος του κόμματος που παρέλαβε έθεσαν το ερώτημα της ψήφου στους δημοκρατικούς ψηφοφόρους.

Οι συνθήκες της εποχής έδωσαν αμέσως την απάντηση και τον Ιανουάριο του 2015 κατευθύνθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν μετακίνηση ψηφοφόρων εντός της Δημοκρατικής Παράταξης και όχι προσχώρηση στελεχών στον Τσίπρα, όπως λέγεται ανιστόρητα: κανείς από όσους τον ακολούθησαν δεν υπήρξε ποτέ σημαντικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ.

Το ανοσιούργημα της συνεργασίας με τον Καμμένο και το αντιευρωπαϊκό σοκ στο οποίο τους υπέβαλε το καλοκαίρι του 2015  έθεσε εκ νέου το ερώτημα στους ίδιους ψηφοφόρους και οι περισσότεροι απάντησαν πρόχειρα: δεν ψηφίζουμε. Η εμφάνιση της Φώφης Γεννηματά στο προσκήνιο και η διάσπαση του ΠΑΣΟΚ από τον γιο του ιδρυτή του δεν συγκίνησε κανέναν.

Τρία χρόνια από τότε- αν υπολογίσουμε ότι οι κάλπες θα στηθούν περί τα τέλη του 2018- το ερώτημα θα τεθεί πλέον δραματικά. Πού θα κατευθυνθούν οι ψηφοφόροι που θέλουν: να εγκαταλείψουν τον Τσίπρα, θεωρούν έγκλημα καθοσιώσεως να πάνε στον Μητσοτάκη και δεν βρίσκουν τίποτε ανάμεσά τους;

Τα τρία σχήματα που δημιουργήθηκαν ως τώρα -χωρίς  να υπολογίζουμε τον Λεβέντη -είναι απογοητευτικά. Ο Παπανδρέου απλώς έριξε τον εαυτό του βαθύτερα στο πηγάδι.

Ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν το είχε και  έμεινε από μπαταρίες και από βουλευτής.

Η Φώφη εκτελεί καθημερινά τα μονόπρακτά της επί σκηνής χωρίς να εμπνέει, όταν δεν εξοργίζει του πάντες, όπως με την καταψήφιση της απλής αναλογικής, κάτι που επιτρέπει να προβλέψει κανείς με ποιον θα αθροιστεί την επομένη.

Πάμε Ραγκούση – Διαμαντοπούλου; Γιατί όχι;

Δεν χρειάζεται να ψάξει πολύ κανείς για να διαπιστώσει ότι με την ακινησία που έχει επιβάλλει η Γεννηματά -κόβοντας το ύφασμα στα μέτρα της, δημιουργούνται όγκοι ορφανών ψηφοφόρων που αναζητούν διέξοδο. Θέλουν να μην ξαναπέσουν στην μειωτική αποχή του  Σεπτεμβρίου, να μην επιστρέψουν στον Ιανουάριο και προτιμούν να αποδειχθεί  …αθάνατος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.

Έτσι το ερώτημα παίρνει τα αμιγή πολιτικά χαρακτηριστικά του: τι μπορεί να αναδειχθεί μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ με τρόπο που θα ανανεώνει τη δυναμική του πολιτικού Κέντρου;  

Παραδόξως στην απάντηση οδηγεί η …Γεννηματά , αλλά …δεν αφορά το δικό της κόμμα. Έχασε ήδη αυτήν την ευκαιρία από τη στιγμή που εκτός από το στίγμα της ευνοούμενης συγκεκριμένου επιχειρηματία -που τη συνοδεύει, προχώρησε στη “συμμαχία των κληρονόμων” και μεθοδεύει από κοινού με τον Γ. Παπανδρέου την εξαφάνιση ΠΑΣΟΚ-  αντί να επιδιώξει την ανασυγκρότησή του.

Χωρίς να το αντιληφθεί με τους χειρισμούς της ανοίγει την πόρτα που δεν θα μπορούσαν να ανοίξουν ποτέ δυο αντίπαλοί της στο χώρο: ο Γιάννης Ραγκούσης και η Άννα Διαμαντοπούλου, συν τον Γ. Φλωρίδη που συγκρότησαν την  ‘Ώρα αποφάσεων’ και επωάζουν τη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα. Μπορούν να δώσουν τη διέξοδο στη Δημοκρατική Παράταξη;

Η πρώην επίτροπος και ο πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ αυτομάτως προσφέρονται για σύγκριση με το ντουέτο Γεννηματά – Παπανδρέου και τους κερδίσουν κατά κράτος.

Να συγκροτήσουν κανονικό κόμμα

Η τοξικότητα που συνοδεύει τον πρώην πρωθυπουργό και η μονοτονία της δημοσίας παρουσίας  της πρώην περιφερειάρχισας  -που δεν κατάφερε  να πάει στο παρελθόν πέρα από το ρόλο της υφυπουργού και αναπληρώτριας υπουργού, χωρίς έργο, τους καθιστά προτιμότερους -λόγω πολιτικού βιογραφικού.

Ο Ραγκούσης υπήρξε επιτυχημένος πορτ-παρόλ, γραμματέας και υπουργός του ΠΑΣΟΚ. Η Διαμαντοπούλου ακόμη και εκτός επίσημης πολιτικής έχει σήμερα τις περισσότερες προσωπικές επαφές και την πιο άνετη κυκλοφορία στην Ευρώπη από κάθε άλλο δημόσιο πρόσωπο.

Το σχήμα αναδύεται ευκρινώς: από τη μια οι κληρονόμοι, από την άλλη οι αυτοδημιούργητοι. Η απευθείας αναμέτρηση ανάμεσα στα δυο ζευγάρια θα ήταν εκ των πραγμάτων προνομιακή εξέλιξη για τους πρωταγωνιστές της “Ώρας αποφάσεων”.

Το θέμα είναι ότι για να υπάρξει αυτή η αναμέτρηση πρέπει να πάρουν και αποφάσεις. Ακριβέστερα να ιδρύσουν πολιτικό φορέα με διακριτά χαρακτηριστικά. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συγκροτήσουν κανονικό κόμμα. Με επωνυμία, λογότυπο, καταστατικό και οργανωτική δομή. Με πρόεδρο -κατά πάσα πιθανότητα τον Ραγκούση ως νεότερο όλων- και ηγετική ομάδα.

Με πολιτικό πρόγραμμα και ασφαλώς με ψηφοδέλτια δια των οποίων θα διεκδικήσουν την ψήφο των πολιτών κατά νομό. Με πλαίσιο της ιδεολογικής και πολιτικής οριοθέτησης που θα αποτυπώνεται στα συνθήματά του. Κοντολογίς, με στρατηγική και ταυτότητα.

Πρέπει να είναι κόμμα μαχητικό, ικανό να δημιουργεί πολιτικά γεγονότα και να ανοίξει πολιτικά θέματα από ορατή ιδεολογική σκοπιά. Με προοδευτικό πρόσημο και αντιδεξιά χαρακτηριστικά. Με αναφορές στη διαδρομή της δημοκρατικής παράταξης, με ευρωπαϊκή ταυτότητα και σύγχρονο λόγο.

Από εκεί και πέρα οι ψηφοφόροι θα έχουν να διαλέξουν ανάμεσα σε ένα κόμμα που θα έχει στην κορυφή δυο κληρονόμους με εμφανή στοιχεία πολιτικής μειονεξίας και σε ένα άλλο που στελεχώνεται με πρόσωπα πολιτικής επάρκειας. Είναι πολλά για τους δυο πρώην υπουργούς;

Προς το παρόν ναι. Με την έννοια ότι δεν έχουν ακόμη τίποτε από όσα καθιστούν κόμμα υπαρκτό και αναγνωρίσιμο. Ωστόσο μπορούν να τα αποκτήσουν, αν κινηθούν γρήγορα και αποφασιστικά στη δημιουργία αυτού του κόμματος.

Αν αρχίσουν τις ομφαλοσκοπήσεις για ανάδειξη του επικεφαλής, αν συνεχίσουν τα …σεμινάρια στις πρωτεύουσες των νομών και αν αρκεστούν σε αποσπασματικές προσωπικές παρεμβάσεις χωρίς κεντρικό ιδεολογικό στίγμα και πολιτικό περιεχόμενο, απλώς θα αφήσουν το τρένο να περάσει.