Η “Θεωρία των δύο άκρων” ως επικοινωνιακή πολιτική εξαπάτηση

Tου Στέλιου Καλογεράκη

Τον Αύγουστο του 1969 μια θρησκευτική σέκτα με επικεφαλής τον διαβόητο Charles Manson εισέβαλε σε μία βίλα στο Λος Άντζελες και δολοφόνησε εν ψυχρώ τη διάσημη Αμερικανίδα ηθοποιό Sharron Tate, που ήταν οκτώ μηνών έγκυος και τέσσερις άλλους παρευρισκόμενους. Η σέκτα, έδρασε παρακινούμενη από ένα παράδοξο συνονθύλευμα θρησκευτικών και πολιτικών ιδεών. Παρακλάδια της ίδιας εγκληματικής ομάδας διέπραξαν και άλλες εγκληματικές πράξεις μετά ίδια ασαφή ιδεοληπτικά κίνητρα. 

Φυσικά καταδικάστηκαν, για συγκεκριμένες εγκληματικές πράξεις όχι ως ιδεολογικό κίνημα, αλλά ως επικίνδυνοι εγκληματίες. Ήταν μία ομάδα που δικαίως καταδικάστηκε για την ακραία βία που άσκησε, και όχι για τις πεποιθήσεις της.

Για τις εγκληματικές της πράξεις καταδικάστηκε και η Χρυσή Αυγή. Ήταν ενέργειες αποτρόπαιες, σαφέστατα εμποτισμένες με μία παρανοϊκή ιδεοληψία, που δεν είχαν καμία δομημένη  πολιτική συγκρότηση. Η δίκη φυσικά δεν ήταν “πολιτική” όπως οι ίδιοι θέλησαν να την παρουσιάσουν αλλά ποινική. Οι δράστες ήταν κοινοί εγκληματίες. 

Ο τρόπος που  βρίσκουν χώρο και ακμάζουν κοινωνικά κάποιες περιθωριακές ιδέες, που μπορεί να εξελιχθούν παραβατικά, είναι μία άλλη συζήτηση με ψυχολογικές και κοινωνιολογικές προεκτάσεις.

Η ιδεολογία, ως έννοια, είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα ιδεών, που καθορίζει συγκεκριμένες βάσεις  πάνω στις οποίες στηρίζεται μία δομημένη πολιτική, κοινωνική και οικονομική θεωρία.

Η ιδεοληψία που οδηγεί σε εγκληματικές πράξεις μάλλον έχει περισσότερη σχέση με την ψυχιατρική απ’ ότι με την πολιτική. Θα πρέπει, λοιπόν να αντιμετωπίζεται ως ιδεοληψία και όχι ως ιδεολογία. Η δικαιοσύνη, που οφείλει να λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή χωρίς πολιτικές παρεμβολές, πολύ σωστό εξετάζει και καταδικάζει την εγκληματικότητα, ως αυτόνομη πράξη και όχι σαν αποτέλεσμα οποιουδήποτε υποτιθέμενου συστήματος ιδεών. 

Στην πολιτική επικοινωνία, ένας καθοριστικός παράγοντας επιτυχίας είναι η δημιουργία εύληπτων μηνυμάτων, που υπό την μορφή σλόγκαν, θα εκφράσουν μία πολιτική άποψη δημιουργώντας κοινωνικές εντυπώσεις και ψευδοϊδεολογικά τετελεσμένα στο μυαλό του μέσου ακροατή-ψηφοφόρου. Κατά καιρούς πέφτουν στα πάνελ διάφορα τέτοια εύληπτα γηπεδικά σλόγκαν, το “Νόμιμο και ηθικό”, το “πολιτική σκληρού ροκ”, το “πολιτικό διακύβευμα”, το “Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε” και πλήθος άλλων. Αυτά αποσκοπούν στη λεκτικοποίηση μιας πληροφορίας, που θέλει να “πουλήσει” μια συγκεκριμένη ιδέα σε μία μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων. Προφανώς τέτοια σλόγκαν έχουν περισσότερη σχέση με το marketing παρά με την πολιτική αυτή καθαυτή.

Το σλόγκαν της “Θεωρίας των δύο άκρων”, που άνθισε μετά τις πλατείες των αγανακτισμένων και συνεχίζει να αποτελεί καραμέλα στον δημόσιο λόγο, προσπαθεί να τσουβαλιάσει άγαρμπα πολλά ανόμοια πράγματα και πολιτικά πεδία  με βαθύτατες δομικές διαφορές δημιουργώντας εύκολα και γρήγορα αποδιοπομπαίους τράγους. Όπως όλα τα σλόγκαν, βασίζεται σε μία συνθηματολογική υπεραπλούστευση. Και φυσικά δεν υπάρχει καμία σαφής και αναλυτική τεκμηρίωση που να δικαιολογεί αυτή την υπεραπλούστευση. Είναι ένα πιασάρικο σύνθημα και αυτό είναι αρκετό για όλους εκείνους που το αναπαράγουν. 

Τελικά όμως αυτό το σλόγκαν αποδεικνύεται πιο ακραίο και πολωτικό από αυτό που υποτίθεται ότι περιγράφει. Θέτει τον μέσο μετριοπαθή ψηφοφόρο σε ρόλο κριτή, που παίρνει αυθαίρετα θέση κατά ανόμοιων πολιτικών χώρων και δημιουργεί υπογείως ένα υπόβαθρο πολιτικού τραμπουκισμού  ή και αστυνομικής βίας. 

Άλλωστε, αν αναλύσουμε στατιστικά, ποιος συγκεκριμένος επαγγελματικός κλάδος στήριξε περισσότερο το ναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, θα διαπιστώσουμε ότι το ένα “άκρο” πιθανότατα φωλιάζει μέσα στο παρακράτος, ή και μέσα στους ίδιους τους κρατικούς μηχανισμούς.

Η βία όμως δεν είναι συστατικός παράγοντας καμίας ιδεολογίας και κανενός δημοκρατικού αξιακού συστήματος. Μπορεί να πηγάζει από βαθιές, διαστρεβλωμένες πολιτικές πεποιθήσεις, αλλά σε μία δημοκρατική κοινωνία, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο ως εγκληματική πράξη. Είναι στοιχείο δημοκρατικής ωριμότητας ο πλουραλισμός των ιδεολογικών απόψεων, αλλά παράλληλα η μη ανοχή στην εγκληματικότητα απ’ όπου κι αν προέρχεται. Ο κοινωνικός στιγματισμός της διαφορετικής άποψης, όχι μόνο δε βοηθάει, αλλά μάλλον συμβάλλει στην περιθωριοποίηση κοινωνικών ομάδων λειτουργώντας ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η λογική του “αν δεν είσαι με εμάς, είσαι με τους άλλους” είναι βαθύτατα προβληματική.

Κατά συνέπεια, οι αυτόκλητοι σωτήρες και οι γηπεδικού χαρακτήρα δήθεν θεωρίες δεν είναι η λύση κανενός προβλήματος, αλλά κομμάτι του ίδιου του προβλήματος.